.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2022

Φωτιάδης Α. Δημήτριος

-Στα 200χρονα της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, στα 100χρονατου Μικρασιατικού Ελληνισμού


Υπάρχουν μορφές προσώπων που έδρασαν με διάφορους τρόπους στην εποχή που έζησαν, και το όνομά τους βρίσκει μία θέση στις σελίδες των βιβλίων της ιστορίας, όπου και καταγράφονται. Ορισμένες απ΄αυτές τις μορφές των προσώπων, μένουν για πάντα χαραγμένες για το πνευματικό τους ανάστημα και την προσφορά τους, ενώ κάποιοι απ΄ αυτούς, «άνοιξαν» τους δρόμους προς την αναζήτηση της γνώσης με το παράδειγμά τους. Σε άλλους, η ιστορική τους διαδρομή γίνεται έντονη και φανερή, σε άλλους λιγότερο ορατή, και μάλιστα ειδικότερα στον τόπο τους.[1] Ορισμένοι με την προσφορά τους, «έβγαλαν» στην επιφάνεια τουφωτός άγνωστες σελίδες του κόσμου, ανέδειξαν ιστορικά γεγονότα, ανέσυραν ξεχασμένα πρόσωπα σημαντικών χρονικών περιόδων, κατέδειξαν πτυχές του κοινωνικο-πολιτικού γίγνεσθαι. Πολλές φορές μάλιστα, η μοίρα δεν στάθηκε ευνοϊκή σε αυτούς, μάλλον το αντίθετο συνέβαινε, η ζωή θα τους δείξει τις αρνητικές της πλευρές. Σε αυτά τα τελευταία πρόσωπα, σε αυτούς τους πνευματικούς δημιουργούς, ανήκει κι ο Δημήτρης Φωτιάδης.
Έχουν περάσει τριάντα τρία χρόνια από το μεγάλο «ταξίδι» του Δ. Φωτιάδη, και ο άνθρωπος που «σήκωσε» τόσο ψηλά τους αγωνιστές της λευτεριάς, που ασχολήθηκε επισταμένα με την ιστορία του «Εικοσιένα», «αναπαύεται» στη γη της Αρκαδιάς.[2] «Άγνωστος», αλλά και ξεχασμένος από ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, ίσως και της πολιτείας. Και παρότι στην ουσία φαντάζει «ανύπαρκτος» ακόμα και στους θεσμικούς παράγοντες -όπως άλλωστε και άλλοι σπουδαίοι των ελληνικών γραμμάτων- εν τούτοις, ίσως κάπου στα μικρά παραλειπόμενα, στα αζήτητα, σε κάποιες υποσημειώσεις, πιθανά να βρίσκονται και ορισμένες αναφορές στο όνομά του, ενόψει της επετείου για τα 200χρονα της επανάστασης ή των100 χρόνων από τη τραυματική μνήμη του Μικρασιατικού Ελληνισμού.
Όμως εκείνοι που γνωρίζουν το έργο του, τον διακρίνουν για το πνευματικό του ανάστημα. Κι ο ιστορικός, για τον οποίο γίνεται λόγος, θα΄ ναι σίγουρα ευχαριστημένος, αφού εκεί στα «ψηλά», θα βλέπει ότι ανατρέχουμε στο σπουδαίο έργο του, ξανά και ξανά, όσοι το γνωρίσαμε, ενώ ακόμα μαθαίνουμε απ΄ αυτό. Την Ελληνική Επανάσταση δηλαδή, που όπως αποκάλυψε ο ίδιος, στάθηκε το γεγονός που συγκλόνισε τη ζωή του. Και δεν ήταν φυσικά το μόνο που μάθαμε. Ήταν τα γεγονότα της Μικρασίας, που κλόνισαν τον πανάρχαιο ελληνισμό της Ιωνίας -που σταχώματά της προηγουμένως μεγαλούργησε η οικογένειά του- και, συνακόλουθα, τα επονείδιστα χρόνια της προσφυγιάς. Και στη συνέχεια ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και το Έπος του «Σαράντα», και στο τέλος η εποποιΐα της Εθνικής Αντίστασης.
Η ζωή του όλη, δόθηκε με πάθος στη συγγραφή, στην ανάταση του ανθρώπου, στην αγωνία για την επικράτηση του δικαίου, στο όνειρο για ένα καλύτερο κόσμο, στην αγωνία για την τύχη της πατρίδας, στα μεγάλα γιατί. Τα γραπτά του έχουν μια ιδιαίτερη αμεσότητα, διακατέχονται από την ανίχνευση των ιστορικών γεγονότων, έχουν το δικό τους «φορτίο», είναι έργα γνώσεων και αρετής. Αλλά το τίμημα όμως γι΄ αυτό, γι΄ αυτήν την αναγνωρισμένη πνευματική του προσφορά, θα είναι όχι η επιβράβευση από το κράτος, αλλά η τιμωρία. Εκτός από το ότι θα απαγορευτεί η κυκλοφορία των βιβλίων του στη διάρκεια της Δικτατορίας, προηγουμένως, είχε διατελέσει «φιλοξενούμενος» στις φυλακές της Μακρονήσου, στα πολύ δύσκολα χρόνια του εμφυλίου.
Το πρόσωπο του Δ. Φωτιάδη, κατά έναν παράξενο τρόπο, αποτελεί το συνδετικό κρίκο των γεγονότων του χθες με ΄κείνα του σήμερα, της μακρινής εκείνης εποχής του 18ου αιώνα, με τη νεότερη εποχή, αυτήν του 20ου αιώνα. Από τη διαχρονική πορεία της δικής του γενιάς, κατατάσσεται, εμφατικά σε μια μακραίωνη αλυσίδα που θα γεφυρώσει χαρακτηριστικά δύο αιώνες. Τον αιώνα της προεπαναστατικής εξέγερσης του 1770,την αποκαλούμενη στην ιστορική βιβλιογραφία, περίοδο των «Ορλωφικών», ίσαμε τα τέλη περίπου της δεκαετίας του 1980,στον 20ο αιώνα, όταν κι ο ίδιος «έφυγε» από τη ζωή. Και επιπροσθέτως, στους κρίκους της αλυσίδας αυτής, περιλαμβάνονται τρεις ακόμα σημαδιακές για τη χώρα μας τραγικές περίοδοι. Εκείνη του Μικρασιατικού Ελληνισμού, αλλά και εκείνες του «Αλβανικού Έπους» και της Εθνικής Αντίστασης(όπως και προαναφέραμε). Τρεις διαφορετικές ιστορικές περίοδοι, όλες, άκριτα δοκιμασμένες για τον ελληνισμό. Η οικογενειακή ρίζα του Δ. Φωτιάδη, θα είναι παρών, θα δοκιμαστεί σε όλες. Και κατά τέτοιο τρόπο, η περιπέτεια της οικογένειάς του, μέσα στο χρόνο, συμπυκνώνει τα χαρακτηριστικά εκείνα στοιχεία της ελληνικής ταυτότητας, όπως είναι αυτά της ξενιτιάς, της εργατικότητας, της φιλοπατρίας, της πνευματικής αναζήτησης, της αντίστασης, της υπερηφάνειας. Μέσα από τα έργα του, ο ίδιος γίνεται μάρτυρας του μεγαλείου αλλά και των τραγικών συνεπειών του ελληνικού κόσμου. Πιστός στην αξία του ανθρώπου και σε ουμανιστικές λογικές, θιασώτης και έμπρακτος πιστός των παραδόσεων, των ηθών και των εθίμων της φυλής, «έκλεισε» τον κύκλο της μεγαλειώδης γενιάς του, με τη δική του πράξη. Μια πράξη, που στην ουσία «μαρτύρησε» για μια ακόμα φορά το πεπρωμένο της φυλής. Ζήτησε αυτό που επιθυμεί η ψυχή του ανθρώπου, την επιστροφή στις ρίζες, στα πατρικά του εδάφη (εκεί που κατά το Ν. Καζαντζάκη, η ψυχή δίνει πάντοτε λόγο), το γυρισμό του στην πόλη της Αρκαδιάς. Εκεί που πριν από δύο αιώνες, είχαν φύγει κυνηγημένοι οι δικοί του πρόγονοι για να μπορέσουν να επιζήσουν. Ο υμνητής λοιπόν της επανάστασης, Δημήτρης Φωτιάδης, καταγράφοντας την ιστορική διαδρομή της οικογένειάς του, δημιούργησε τη γέφυρα της προεπαναστατικής Αρκαδιάς με εκείνη του σήμερα (συνδέοντας το 18ο και τον 20ο αιώνα), όπως φαίνεται παρακάτω.
Η οικογένειά του, ανάμεσα σε άλλες, είχε μετακινηθεί στα μικρασιατικά εδάφη, κοντά στη Σμύρνη, στα χρόνια των «Ορλωφικών», στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα.[1] Κι όπως αποκαλύπτει ο ίδιος στα γραπτά του, «…είταν και κάποιος Φώτης Σαράτσης, από την Κυπαρισσία. Καταστάλαξε, με τη φαμελιά του, …στο Σεβντίκιοϊ,... Από …τον Φώτη Σαράτση, που ο γιός του πήρε το επίθετο Φωτιάδης, κρατά η φύτρα μου».[2]Όταν μετά τη μικρασιατική καταστροφή, αποφάσισε κάποια στιγμή να γνωρίσει τη γη των προγόνων του, να βρει τις ρίζες της οικογένειάς του, ήρθε στην Κυπαρισσία. Πήγε στο σπίτι των Σαράτσηδων, για να τους βρει, κι ενώ είχε περάσει από το διωγμό των δικών του, ενάμισης αιώνας.[3]
Ο Δημήτρης Φωτιάδης, μέσα απ΄ το σπουδαίο συγγραφικό του έργο (το οποίο και σηματοδότησε το πέρασμά του σε πανελλήνια κλίμακα), «ανέστησε» τους ήρωες του «Εικοσιένα».


Ανάμεσα σ΄ αυτό, στα σπουδαιότερα, συγκαταλέγεται (το τετράτομο), με τίτλο, «Η Ελληνική Επανάσταση»,[4] αλλ ακόμα και τα ακόλουθα: «Μεσολόγγι-το Έπος της μεγάλης πολιορκίας» (για το οποίο ανακηρύχτηκε επίτιμος δημότης του Μεσολογγίου), «Καραϊσκάκης», «Κανάρης», «Όθωνας-η μοναρχία», «Όθωνας-η έξωση»,[1] η «Ζωή και τέχνη», των οποίων η κυκλοφορία μάλιστα θα διακοπεί στο διάστημα της κυβέρνησης των Συνταγματαρχών.[2] Στο συγγραφικό του έργο, περιλαμβάνονται ακόμα «Η δίκη του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα», ο «Σαγγάριος, εποποιΐα και καταστροφή στη Μικρασία», εξίσου σημαντικά.
Η προσωπικότητά του, τρόπον τινά, «ενσωματώνει» πτυχές της εθνικής ταυτότητας, μιας ταυτότητας που κορυφώνεται σε κυρίαρχα γεγονότα της Νεοελληνικής ιστορίας. Ανάμεσα σε΄κείνα, του ξεριζωμού, της προσφυγιάς, της τραυματικής μνήμης που κλείνει 100 χρόνια φέτος. Ήταν τότε που και η δική του οικογένεια, όπως και τόσες άλλες έκανε το χρέος της. Το σπίτι των δικών του -κατά την απελευθέρωση το 1919- έγινε «Στρατηγείο» του Α΄ Σώματος Στρατού, με Διοικητή το Στρατηγό Νίδερ, αλλά και στη συνέχεια, στα μετέπειτα γεγονότα, το χωριό του σύσσωμο αντιστάθηκε στους Τούρκους, αναγκάζοντάς τους να οπισθοχωρήσουν, ενώ το ερειπωμένο σπίτι του, δεν κατοικήθηκε ποτέ απ΄ αυτούς. Όπως καταγράφει ο ίδιος στα «Ενθυμήματά» του, οι μακρινές του εκείνες θύμησες, τρεις περίπου δεκαετίες αργότερα -κρατούμενος σε μια σκηνή το 1949, εξόριστος στη Μακρόνησο- «περνούν» από μπροστά του, σαν τα ξεθωριασμένα όνειρα, σε μια άλλη διαφορετική πραγματικότητα, του καιρού του, η οποία σημάδεψε τη δική του προσωπικότητα και την πορεία της χώρας.
Υπήρξε ένας από τους πιο σπουδαίους συγγραφείς που ύμνησε προβάλλοντας όσο ελάχιστοι τον τιτάνιο αγώνα του1821. Αναγνωρίζοντας ο Δήμος του Μεσολογγίου τη μεγάλη προσφορά του Δ. Φωτιάδη στα ελληνικά γράμματα, έκρινε πως πρέπει να του «προσφέρει» ως τελευταία του κατοικία (όταν θα έφτανε εκείνη η ώρα), τον «Κήπο των Ηρώων» της πόλης.
Ο εν λόγω συγγραφέας, τότε, αρνήθηκε ευγενικά τη μέγιστη αυτή τιμή στο πρόσωπό του, ζητώντας όταν θα έρθει «το πλήρωμα του χρόνου», «να αναπαυτεί» στο «Κοιμητήρι» του Αϊ-Δημήτρη της παλιάς Αρκαδιάς. Έτσι, όπως αυτός πίστευε, κατ΄ έναν τρόπο, θα «πραγματοποιούσε» την επιστροφή του στην πόλη της Κυπαρισσίας. Στην Αρκαδιά δηλαδή, όπου έζησαν πριν από αιώνες οι πρόγονοί του και εκδιώχτηκαν τότε εξαιτίας των Οθωμανών κατά τη διάρκεια των «Ορλωφικών».[3] Η ώρα της αιώνιας επιστροφής στα πατρικά χώματα, για το μεγάλο Έλληνα ιστορικό Δ. Φωτιάδη, «σήμανε» στις 24/10/1988.[4]
Αυτή τη φορά, «φεύγοντας» απ΄ τη ζωή, «επέστρεψε» στη Αρκαδιά, στη γη των προγόνων του, κάνοντας πράξη την αγάπη προς αυτούς και προς την πατρίδα.
Στο τέλος λοιπόν της δικής του βιολογικής πορείας, «κλείνοντας» τα όνειρα της ιστορικής παρακαταθήκης ολόκληρης της γενιάς του, ο άνθρωπος που «σήκωσε» όσοι ελάχιστοι τόσο ψηλά τους ήρωες της εθνεγερσίας, ήρθε για να μείνει «μια για πάντα», εκεί, στο «Κοιμητήρι» του Αϊ-Δημήτρη (της Πάνω Πόλης).[5]
Το Δημήτρη Φωτιάδη, τίμησε δύο φορές σε Αθήνα και Κυπαρισσία, ο ‘‘Σύλλογος των εν Αθήναις Κυπαρισσίων, «Η Αρκαδιά»’’.[6] Στην εκδήλωση της Κυπαρισσίας, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 29/05/1988, ανακηρύχθηκε από το Δήμο επίτιμος δημότης, αναγκάζοντας το σπουδαίο αυτό Έλληνα ιστορικό να εκφραστεί λέγοντας πως «…ήταν η ευτυχέστερη στιγμή της ζωής του…».[1]
Με τη δική του ποιητική του φλέβα, ο Γιάννης Ρίτσος, εκτιμώντας τη συνολική προσφορά του Δ. Φωτιάδη, θα γράψει:
Δημήτρη, ω εσύ, που το χαμόγελο της καλοσύνης πάντα ανθεί στα χείλη σου,
πες μου, Δημήτρη, από ποιες νύχτες έναστρες έδρεψες τούτο το χαμόγελο,
από ποιες πέτρες εξορίας και συντροφικής σιωπής, και πες μου πώς
κράτησες άτρωτο κάτω απ΄ τους πυροβολισμούς ετούτο το χαμόγελο να σου φωτίζει τα χαρτιά
και τα βιβλία να σε φωτίζει ολόκληρον,
να μας φωτίζει μέσα σε άγριες νύχτες, τότε που κανένα αστέρι δεν τολμούσε
να ξεμυτίσει πάνω απ΄ των τυράννων τ΄ αλυχτήματα, πάνω απ΄τον άφωνο βόγγο των μαρτύρων.…
Κι έφερες δίπλα μας τα παλληκάρια ολόφλογα, ολοζώντανα του΄21,
και νάτος με τη σπάθα του και το κονδύλι του ο ασίκης Μακρυγιάννης,
και νάτος ο λεβέντης Καραϊσκάκης μες στη μάχη και μες στ΄όνειρο με τα μαλλιά του ιδρωμένα,…

κ’ εσύ, Δημήτρη, ανάμεσα στους ήρωες, ήρωας κ’ εσύ χωρίς σπαθί και γιαταγάνι,
μονάχα με τον τίμιο λόγο σου και με το ατίμητο χαμόγελό σου,…
Πάντοτε αλύγιστος και χαμογελαστός πορεύεσαι της Λευτεριάς τη ματωμένη στράτα,
και τόχω για τιμή μεγάλη να σε λέω συνάδελφο, αδερφό και σύντροφό μου,
εσένα σπορέα του δύσκολου σταριού της Αρετής, σύντροφέ μας Δημήτρη Φωτιάδη.[2]

Όπως υποστηρίζει ο ίδιος ο Δ. Φωτιάδης, αυτός ο αγώνας είναι και παραμένει η πιο μεγάλη, η πιο σπουδαία, η πιο γενναία πράξη, «η μέγιστη ώρα» των Ελλήνων.[3]
Με τα δικά του λόγια: «Το Εικοσιένα, που δίκαια ονομάστηκε από τον Φωτάκο ‘‘το θαύμα του κόσμου’’, συγκλόνισε σχεδόν τη ζωή μου».[4]
Και για την Κυπαρισσία, την ιστορική Αρκαδιά, για εμάς, για την Ελλάδα, αποτελεί μέγιστη τιμή, το «ηθικό χρέος» του Δημήτρη Φωτιάδη, προς την πόλη, προς την πατρίδα του.


Γκιουλής Αριστείδης
Πηγή: kalamatajournal.gr

[1] Ως προς το τελευταίο, φαίνεται πως είναι υπαρκτή η διαπίστωση αυτή που ισχύει ανά την επικράτεια, πως «κανείς δεν αναγνωρίζεται στον τόπο του». Και στη δική μας περίπτωση, αναφέρω ενδεικτικά, τα πρόσωπα, του Μ. Κατσαρού, του Κ. Καλαντζή, του Ο. Γιαννόπουλου (Όμηρου Πέλλα), του εν λόγω Δ. Φωτιάδη.
[2] Για πολλούς αιώνες -κυρίως στα μεσαιωνική περίοδο- η Κυπαρισσία αποκαλούνταν και Αρκαδία ή Αρκαδιά
[3] ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ, ‘‘Μνήμη Δημήτρη Φωτιάδη, δώδεκα χρόνια από το θάνατό του’’, βλ.Τ.Ε.,τ.114,Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων ‘‘Η Αρκαδιά’’, Αθήνα2001, σσ. 33-34
[4] ΦΩΤΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΗ, Ενθυμήματα , Τ.Α΄, Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1981, σ. 12ΦΩΤΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΗ, ‘‘Οι ρίζες’’, βλ.Τ.Ε., τ.48, Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων ‘‘Η Αρκαδιά’’, Αθήνα 1982, σσ. 572-573
[5] ΦΩΤΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΗ, Ενθυμήματα, Τ.Α΄, Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1981, σ. 12
ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ, ‘‘Μνήμη Δημήτρη Φωτιάδη, δώδεκα χρόνια από το θάνατό του’’, βλ. Τ.Ε., τ.114, Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων ‘‘Η Αρκαδιά’’, Αθήνα 2001, σσ.33-34
[6] ΓΥΦΤΑΚΗ Ε. ΣΩΤΗΡΗ, Ποιητές και Λόγιοι της Μεσσηνίας(Επαρχία Τριφυλίας), Καλαμάτα 2001, σ. 108 ΓΥΦΤΑΚΗ Ε. ΣΩΤΗΡΗ, ‘‘Δημήτρης Φωτιάδης, ο μεγάλος μας ιστορικός που «αναπαύεται» στην Κυπαρισσία’’ βλ. Έκφραση ,τ. 26, Καλαμάτα 1999, σ. 20
[7] ΦΩΤΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΗ, Ενθυμήματα, Τ.Γ΄, Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1985, σσ. 202, 246-247 ΓΥΦΤΑΚΗ Ε. ΣΩΤΗΡΗ, Ποιητές και Λόγιοι της Μεσσηνίας(Επαρχία Τριφυλίας), Καλαμάτα 2001, σ. 108
[8] ΓΥΦΤΑΚΗ Ε. ΣΩΤΗΡΗ, Ποιητές και Λόγιοι της Μεσσηνίας(Επαρχία Τριφυλίας), Καλαμάτα 2001, σ. 108ΦΩΤΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΗ, Ενθυμήματα, Τ.Γ΄, Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1985, σσ. 202, 246-247
[9] ΠΙΤΤΑΡΑ ΔΙΟΝΥΣΗ, ‘‘Δημήτρης Φωτιάδης’’,βλ. Έκφραση ,τ.26, Καλαμάτα 1999, σσ. 18-19
[10] ΚΥΡΙΑΖΗ ΔΗΜΗΤΡΗ, Κυπαρισσία, βραχύλογο ιστορικό-φυλακή Μαντά-κρατούμενοι αντιστασιακοί, Αθήνα 2009, σ. 23
[11] ΠΙΤΤΑΡΑ ΔΙΟΝΥΣΗ, ‘‘Δημήτρης Φωτιάδης’’,βλ. Έκφραση ,τ.26, Καλαμάτα 1999, σσ. 18-19
[12] Τριφυλιακό Βήμα , ‘‘Νέο ξεκίνημα του Συλλόγου Κυπαρισσίων «Η Αρκαδιά»’’, Κυπαρισσία 19/05/1988
[13] Τριφυλιακή Εστία, ‘‘Αφιέρωμα στον Κυπαρίσσιο ποιητή Διονύση Πιτταρά’’, τ.12/140, Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων Η Αρκαδιά’’, Αθήνα 2009, σ.111
[14] Τριφυλιακή Εστία, ‘‘Στο Δημήτρη Φωτιάδη, του Γιάννη Ρίτσου’’, Αφιέρωμα στο Δημήτρη Φωτιάδη,(ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Γ. ΜΙΜΗ Επιμέλεια), τ.108, Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων ‘‘Η Αρκαδιά’’, Αθήνα 1999, σ. 2
[15] ΦΩΤΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΗ,Η Επανάσταση του 21, Τ.1,Εκδοτικός Οίκος Ν. Βότση, Αθήνα 1977, σ. 14
[16] ΦΩΤΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΗ, Η Επανάσταση του 21, Τ.1, Εκδοτικός Οίκος Ν. Βότση, Αθήνα 1977, σ. 14





Printfriendly