.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2022

Κυπαρισσία (Αρκαδιά): Η πορεία της προς την εθνική ανεξαρτησία


Από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του (Νεο)ελληνικού κράτους, το Εικοσιένα και αντίστοιχα ολόκληρη η οθωμανική περίοδος της ελληνικής ιστορίας, συγκέντρωσαν το ενδιαφέρον των Ελλήνων ιστορικών. Στις πρώτες δεκαετίες της απελευθέρωσης, ένας απ΄ αυτούς που ασχολήθηκαν με το εν λόγω ζήτημα, και που υπό μία έννοια συγκατελέγεται στους πρώτους συγγραφείς της ελληνικής ιστορίας, είναι κι ο Πρωτοσύγκελλος της Μητροπόλεως Χριστιανουπόλεως, Αμβρόσιος Φραντζής, με την τετράτομη «Σύντομη Ιστορία της αναγεννηθείσης Ελλάδος». Από την εν λόγω ιστορική μαρτυρία, αλλά και από άλλες κατατεθειμένες κατά καιρούς γραπτές μαρτυρίες και παραδόσεις, αντλούνται στοιχεία για την ακόλουθη σύντομη παρουσίαση της διαδρομής της πόλης, έως και τη δημιουργία του ανεξάρτητου (Νεο)ελληνικού κράτους, χωρίς βέβαια αυτή η παρουσίαση να εξαντλεί όλες τις υπάρχουσες καταγραφές για την πόλη.
Το 1453, η «Βασιλίδα» των πόλεων, Κωνσταντινούπολη, πέφτει στα χέρια των Οθωμανών και εφτά μόλις χρόνια μετά την άλωσή της, τον Απρίλιο του 1460, οι Οθωμανοί θα εισέλθουν και στην Αρκαδιά (Κυπαρισσία), η οποία είχε αποτελέσει και έδρα του «Δεσπότη» Θωμά Παλαιολόγου. Ο επιδρομέας Σουλτάνος (Μωάμεθ Β΄), αποφάσισε αμέσως τη μεταφορά δέκα χιλιάδων κατοίκων της Κυπαρισσίας στα εδάφη της Βασιλεύουσας, ως εποίκων, όχι μόνο από την πόλη, αλλά και από την γύρω περιοχή της. Τους κατοίκους, «περί τους δεκακισχιλίους καθείρξεν ο σουλτάνος και ηπείλησε στραγγαλισμόν, αλλά μετά ταύτα έπεμψε αυτούς σύμπαντας εις Κωνσταντινούπολιν όπως κατοικίση τα προάστεια», (μετατρέποντας έτσι την αρχική του απόφαση). Εξαιτίας εκείνης όμως της μεταφοράς των κατοίκων στα εδάφη της Κωνσταντινούπολης, με το πέρασμα του χρόνου, θα δρομολογηθεί άφιξη νέων στα εδάφη της Αρκαδιάς, ενώ η Πελοπόννησος, έπεσε στα χέρια των Οθωμανών.
Σ΄ αυτή την πρώτη κατάκτησή της, η Πελοπόννησος λειτούργησε ως Σαντζάκι, μια μορφή δηλαδή οθωμανικής διοίκησης, όπως λεγόταν τότε. Στις Επαρχίες της Πελοποννήσου -στις οποίες συγκαταλεγόταν και η Αρκαδιά- η μορφή της οθωμανικής διοίκησης παρουσιάζει κατά περιόδους διοικητικές μεταβολές, όπως είναι λ.χ. οι λεγόμενοι Ναχιγέδες, τα Σαντζάκια ή οι Καζάδες, εκφραζόμενα είτε από τη στρατιωτική είτε από τη δικαστική ορολογία. Σ΄ αυτές τις μορφές διοίκησης, η πόλη της (Αρκαδιάς) αποτελεί ένα δικό της διοικητικό μεσσηνιακό κέντρο.
Στα χρόνια των Ενετών, Β΄ περίοδο της Ενετοκρατίας (1685-1715), η Αρκαδιά αποτελεί την έδρα ενετικού (διαμερίσματος), το «territorio d΄ Arcadia». Η παρουσία των Ενετών στην πόλη, πιθανά σχετίζεται και με την υπάρχουσα πύλη της εισόδου στα νότια του (αλλοτινού) Μητροπολιτικού Ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου, στο διαμορφωμένο χώρο του «Θεοδωρακοπούλειου» 2ου Νηπιαγωγείου Κυπαρισσίας. Η είσοδος αποτελούσε πιθανά την πύλη ενός κτίσματος καθώς εκεί βρισκόταν το Επισκοπικό Μέγαρο με την υπάρχουσα εγχάρακτη χρονολογία, «1787 Φλεβαρίου 4», ενώ στην πόλη έδρευε η Επισκοπή της Χριστιανουπόλεως.


Μετά το πέρας της κυριαρχίας των Βενετσιάνων, η Κυπαρισσία, στα χρόνια μετέπειτα της Β΄ Οθωμανικής περιόδου, αποτελούσε έδρα της Νομοκρατικής Αρχής, ασκώντας σε ολόκληρη την Επαρχία της Αρκαδιάς μια μορφή διοίκησης, καθώς ήταν έδρα Καζά. Στην πρωτεύουσα κάθε Καζά, εκλέγονταν από την πλευρά των Ελλήνων, δύο Πρωτογέροντες, Προεστώτες, οι οποίοι και αποτελούσαν το σύνδεσμο μεταξύ της Ελληνικής Κοινότητας και των Οθωμανών, ενώ η επικύρωση της εκλογής τους, γινόταν με χοτζέτι (έγγραφο), από τον Καδή. Σ΄ αυτή τη φάση, η Επαρχία της Αρκαδιάς, είναι χωρισμένη σε τέσσερα τμήματα, τα οποία αποκαλούνται «κόλια». Έτσι έχουμε το «κόλι» του Κάμπου, το «κόλι» του Σουλιμά, το «κόλι» των Κοντοβουνίων και το «κόλι» της Ζούρτσας. Με αυτή τη μορφή, η πόλη, βαδίζει στη χρονιά ορόσημο -χρονιά που στέκεται χαραγμένη στην ιστορική κατεύθυνση της νεοελληνικής ταυτότητας- στην πορεία της προς το «θαύμα του Εικοσιένα», βήμα-βήμα.
Στις αρχές του Γενάρη, της νέας χρονιάς του 1821, ο Θ. Κολοκοτρώνης αποβιβαζόμενος στη Μάνη, είχε ήδη διαμορφώσει τα σχέδιά του για την πολιορκία των κάστρων της Μεσσηνίας. Ο ίδιος λέει: «Από τις 6 Ιανουαρίου…έστειλα και εις τας επαρχίας της Μεσσηνίας, Μυστράς, Καρύταινας, Φαναρίου, Λεονταρίου, Αρκαδιάς, Τριπολιτσάς… και τους είπα ότι την ημέρα του Ευαγγελισμού να είναι έτοιμοι, και κάθε επαρχία να κινηθεί εναντίον των Τούρκων των τοπικών, και να τους πολιορκήσουν εις τα διάφορα φρούρια, καθώς οι Αρκαδιανοί να πολιορκήσουν το Νεόκαστρο, οι Μοθωναίοι την Μεθώνη και ούτω καθεξής».
Στις 17 του ιδίου μήνα, ξεκινούν από την Κυπαρισσία οι δύο ιερωμένοι, ο Πρωτοσύγκελλος Α. Φραντζής με τον Επίσκοπο Γερμανό, για να πάρουν μέρος ως επικεφαλής της Μητροπόλεως (Χριστιανουπόλεως), στη σύσκεψη της Βοστίτσας (Αίγιο).
Για εκείνες τις δραστηριότητες των Ελλήνων, πληροφορίες είχε και ο Philip Green, Πρόξενος στην Πάτρα, ο οποίος και βρισκόταν σε στενή επαφή με τον Πρόξενο της Αγγλίας στην Κυπαρισσία, Αναστάσιο Πασχαλίγκο. Από μία επιστολή, που είχε στείλει ο Κολοκοτρώνης σε κάποιο φίλο του στην Κυπαρισσία, ειδοποιήθηκε το διοικητικό κέντρο στη Τριπολιτσά, διότι η επιστολή «έπεσε» στα χέρια του Βοεβόδα κι αυτός με τη σειρά του απευθύνθηκε στους ανωτέρους του. Οι φήμες, όπως και όλες οι γενικότερες ενέργειες των Ελλήνων, προκάλεσαν υποψία στη διοίκηση των Οθωμανών στην Τρίπολη το Φλεβάρη του 1821, κι έτσι αυτοί κάλεσαν τους Προκρίτους και τους Αρχιερείς στην έδρα της διοίκησής τους. Στις 4 του Μάρτη, ξεκίνησαν από την Κυπαρισσία για το κέντρο της οθωμανικής εξουσίας, «καλεσμένοι» ο Χριστιανουπόλεως Γερμανός και οι Προεστοί Α. Καραπατάς και Ι. Τομαράς. Δείχνοντας σαφώς το δρόμο που θα ΄πρεπε να ακολουθήσουν όλοι οι Προεστοί και οι Επίσκοποι, ο Γερμανός, «ο τελευταίος της μητροπόλεως ταύτης κανονικός Ιεράρχης», γεμάτος αφοσίωση και βαθιά του πίστη στο Θεό και στην πατρίδα, στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Αφού «πρώτος… εισήλθεν εις την Τριπολιτζάν, …», δίνοντας το παράδειγμα με τη στάση του, λίγο πριν οι δυνάμεις του Θ. Κολοκοτρώνη, ελευθερώσουν την πόλη στις 23/09/1821. Εκτός όμως του Μητροπολίτη Χριστιανουπόλεως Γερμανού, θα χάσει τη ζωή του τελικά και ο Ιεροδιάκονος της Μητρόπολης, Ανανίας.
Μετά την αναχώρηση για την Τριπολιτσά, οι Τούρκοι στην Αρκαδιά καθησύχασαν αρχικά, αλλά πίεζαν τον Α. Φραντζή για να αποκομίσουν πληροφορίες για τα τεκταινόμενα. Αυτά αφορούσαν τα ορεινά μέρη, και μάλιστα εξαιτίας της παρουσίας των Ντρέδων, οι οποίοι σύμφωνα με τις φήμες είχαν ήδη πάρει τα όπλα. Οι Πρόκριτοι όμως, Α. Κατσαρός, Δ. Αναστασόπουλος, Ν. Πονηρόπουλος και ο Πρωτοσύγκελλος Α. Φραντζής, προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να καθησυχάσουν τους Οθωμανούς, αλλά, οι Έλληνες όμως είχαν ήδη μπει στο ρυθμό της επαναστατικής δραστηριότητας, όπως δηλώνει και το επόμενο περιστατικό.
Στις 14 Μάρτη του 1821, στην τοποθεσία ‘‘Σκαλίτσα’’ του Αϊ-Γιάννη της Αυλώνας, προβαίνοντας σε επαναστατική πράξη σκότωσαν τον Αγά Καρά-Μουσταφά οι Αυλωνίτες, Απόστολος Κάππος, Παναγιώτης Καπερώνης και Γιαννάκης Βουδούρης. Στις 21/03/1821, οι φήμες που υπήρχαν έλεγαν ότι θα φτάσουν στην Κυπαρισσία -στρατεύματα Κιράλιδων- προερχόμενοι από τη Σπάρτη, αφού εκεί είχαν αποβιβαστεί με καράβια, έχοντας ως σκοπό την εξόντωση των Οθωμανών. Τα προηγούμενα, μαζί με τις αιωρούμενες φήμες περί αποφασισμένων αρματωμένων Ελλήνων, δεν άφηναν καθόλου περιθώριο στους Οθωμανούς. Τους προβλημάτισαν ακόμα περισσότερο και αυτό τους προσανατόλισε προς την απομάκρυνσή τους από την πόλη, ζητώντας επιπλέον και πολλά ζώα για να μεταφέρουν τα πράγματά τους, καθώς φαινόταν ότι αυτό θα χρειαστεί να γίνει.
Όταν στην Αρκαδιά κατέφθασε ταχυδρόμος από την Τρίπολη, μεταφέροντας τα γεγονότα των Καλαβρύτων και αυτά έγιναν γνωστά, οι Τούρκοι αποφάσισαν να μπουν στο κάστρο της πόλης, στο αποκαλούμενο «κάστρο των Γιγάντων». Πήγαν μαζί τους -για να μην προκαλέσουν τυχόν υποψίες- και οι Α. Φραντζής, Αθ. Κατσαρός, Δ. Αναστασόπουλος και Ν. Πονηρόπουλος. Από τη δική τους πλευρά, οι υπόλοιποι Έλληνες, σε στάση αναμονής για την εξέλιξη, μαζεύτηκαν στον περίβολο του Μητροπολιτικού Ναού (των Εισοδίων της Θεοτόκου).
Ο Βοεβόδας με μια «κίνησή» του προς το Φραντζή, έστειλε γύρω απ΄ το Ναό, δικούς του στρατιώτες για να προστατεύσουν τους Έλληνες, μήπως και επιτεθούν οι «Κλέφτες». Μάλιστα, ο Κατής και άλλοι επίσημοι Τούρκοι, υπενθύμισαν στον Α. Φραντζή, τι έγινε στα 1770 και του ζήτησαν να πείσει τους συμπατριώτες του να μην προβούν στο παραμικρό. Και απαίτησαν ακόμα, από το Φραντζή να πείσει τους ορεσίβιους Ντρέδες να παρατήσουν τα όπλα.


Ο Φραντζής πήγε και συνάντησε τους Ντρέδες στα ορεινά της Τριφυλίας, οι οποίοι, βρίσκονταν σε επαναστατικό αναβρασμό, στο ‘‘Κεφαλάρι’’ κοντά στο Σουλιμά. Και καθώς τους μιλούσε με θερμά λόγια, έφθασε ο Αναγνώστης Τσοχαντάρης, ο οποίος έφερνε επιστολή των Θ. Κολοκοτρώνη και Γ. Παπαφλέσσα. Η επιστολή, απευθυνόταν στους κατοίκους της Αρκαδιάς, διότι με την απελευθέρωση της Καλαμάτας στις 23/03/1821, οι Έλληνες κινούμενοι προς τα εδάφη του Νομού Αρκαδίας, έφθασαν στο χωριό Σκάλα. Από εκεί, οι Παπαφλέσσας και Κολοκοτρώνης θα στείλουν αυτή την επιστολή με ημερομηνία 23 Μαρτίου, που «συνετάχθη μεν εις την Καλαμάταν, εξεδόδη όμως από τη Σκάλαν…», καταμαρτυρώντας τα εξής:
«Αδελφοί κάτοικοι (της) Αρκαδίας!
Η ώρα έφτασε, το στάδιο της δόξης και της ελευθερίας ηνοίχθη, τα πάντα ιδικά μας και ο Θεός του παντός μεθ’ ημών έσεται∙ μη πτοηθήτε εις το παραμικρόν. Σεις είσθε ατρόμητοι και των προγόνων μας απόγονοι∙ γενικώς οπλισθήτε με ανοιχτά μπαϊράκια και τρέξατε εναντίον των εχθρών της πίστεως και της πατρίδας...μη καταδεχθήτε να σας κατηγορήση ο κόσμος και η ιστορία, αλλά ν’ αποθανατίσετε τα ονόματά σας, και να διαμείνετε αιωνίως εις την αθάνατον δόξαν,..».
Εν (Σκάλα), την 23 Μαρτίου 1821, 1ον έτος της ελευθερίας
Θ.Κολοκοτρώνης
Αρ. Γρ. Δικαίος

Όταν διαβάστηκε το γράμμα, Ντρέδες και άλλοι απ΄ τα Σουλιμοχώρια, ορκίστηκαν -μέσα σε γενικό κλίμα ενθουσιασμού- για λευτεριά, στην Εκκλησία του Αϊ-Δημήτρη. Το ίδιο, πραγματοποίησαν και άλλοι στο ‘‘Κεφαλάρι’’ του Σουλιμά, στην Εκκλησία του Αϊ-Γιώργη, αρματωμένοι και κρατώντας τη Σημαία με την εικόνα του Αϊ-Δημήτρη, πάνω σ΄ ένα καλάμι, με τις λέξεις «Ελευθερία ή Θάνατος», έτοιμοι να μεταβούν στην Αρκαδιά. Από ΄δω θα ξεκινήσει κι η μεγάλη «εξόρμησή» τους, θα πάρουν μέρος όπου τους καλέσει η πατρίδα, ενώ η δημοτική μούσα, κατέγραψε την αγωνιστικότητα των Ντρέδων με τους παρακάτω στίχους:
Το Ψάρι και το Σουλιμά, το Κούβελα, το Λάπι
κι όλα τα Ντρέδικα χωριά, στης Αρκαδιάς τη χώρα
χαράτσι δεν πληρώνουνε, Τούρκο δεν προσκυνάνε…
όρκο βαρύ επήρανε από τον Παπατσώρη
την Αρκαδιά να πάρουνε, τους Τούρκους να τους διώξουν…

Μάλιστα, ο Ιερέας Δημήτρης Τσώρης (Παπατσώρης), πραγματοποίησε με τη φουστανέλα και το φέσι τη Θεία Λειτουργία -παραβλέποντας το τυπικό μέρος- κι αυτό επειδή ξημέρωσε μέρα Ελευθερίας.
Ήταν η 24η Μαρτίου του 1821, όταν ξεσηκώθηκαν το Σουλιμά (Άνω Δώριο) και η Κάτω Φιγαλεία, ενώ οι Οπλαρχηγοί δρομολογούσαν την είσοδό τους στην Αρκαδιά. Ταυτόχρονα, ο Α. Φραντζής έστειλε από τα Σουλιμοχώρια γράμμα -με ημερομηνία 25 Μαρτίου- στους Τούρκους της Κυπαρισσίας, που τους έλεγε ότι βρήκε «…τόσα πράγματα όσα δεν δύναμαι να σας περιγράψω ανέλπιστα τα οποία μήτε εις το όνειρόν μου ποτέ δεν είδα…Οι κάμποι και τα βουνά είναι γεμάτα από αρματωμένους ανθρώπους… να σας παρακαλέσω δια να μείνετε ήσυχοι νουθετούντες και όλους τους μικρούς ανθρώπους σας μην τύχη και πειραχθεί ο παραμικρότατος ραγιάς…».
Μετά κι απ΄ αυτές τις κινήσεις των Ελλήνων, οι Τούρκοι τελικά αποφάσισαν να μετακινηθούν προς τα φρούρια Μεθώνης και Νεοκάστρου, για να βρουν εκεί τους ομόφυλούς τους, της Ανδρούσας. Μάλιστα, η πόλη στις 25 του Μάρτη, είχε την «όψιν αληθούς ζωοπανηγύρεως» απ΄ τη συνεχή αυξανόμενη παρουσία των ζώων, (καθώς οι Τούρκοι για να μεταφέρουν τα πράγματά τους ζήτησαν διάφορα ζώα, άλογα, μουλάρια και γαϊδούρια). Για την εξέλιξη αυτή, αναφέρεται πως «Οι Οθωμανοί της Αρκαδίας την 25η Μαρτίου απεσύρθησαν ομού με τα γυναικόπαιδα αυτών εις τα φρούρια της Μεθώνης, Κορώνης και του Νεοκάστρου…», ενώ οι Ντρέδες βρίσκονται καθ΄ οδόν στην Αρκαδιά, όπου την επόμενη επιβεβαιώνεται η αναίμακτη ελευθέρωσή της. Αυτή η μέρα της 26ης -φέρεται σύμφωνα με έναν ισχυρισμό- μέρα λευτεριάς της πόλης, πραγματοποιήθηκε και η είσοδος των «Ζουρτσαναίων Κλεφτών», υπό τον Α. Γρηγοριάδη, μαζί με άλλους Οπλαρχηγούς. Στην καταγραφή όμως της «Επιτομής της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος», καταγράφεται η αναίμακτη απελευθέρωση της πόλης στις 27 Μαρτίου 1821 υπό την παρουσία του Α. Φραντζή, αφού και η επιστροφή του στην πόλη, μαζί με το Γ. Δικαίο (Παπαφλέσσα) και τους Ντρέδες Καπετάνιους, από το μεσσηνιακό χωριό Σκάλα, πραγματοποιήθηκε την ίδια αυτή μέρα. Τότε, από τα μέρη της Ζούρτσας, ο Α. Γρηγοριάδης με τους δικούς του θα εισέλθουν στην Αρκαδιά. Η δημοτική μούσα μας μεταφέρει:
«…Στον Πλάτανο εσμίξανε/ Ζουρτσαναίοι, Κυπαρίσσιοι/ Ντρέδες και Κοντοβουνήσιοι…».
Στις πρώτες κινήσεις των επαναστατημένων Ελλήνων, συμπεριλαμβάνεται και η ίδρυση αντιπροσωπευτικών οργανισμών, έχοντας ως χαρακτηριστικό τα τοπικά στοιχεία. Οι οργανισμοί αυτοί, όπως είναι το «Διευθυντήριο» στην περίπτωση της Αχαΐας, της «Γερουσίας» στην περίπτωση της Μεσσηνίας και της «Φροντιστηριακής Εφορείας» στην περίπτωση της Τριφυλίας, έπρεπε να διαχειριστούν τον αγώνα. Για τον καλύτερο συντονισμό τους, τέθηκαν υπό τις διαταγές της Πελοποννησιακής Γερουσίας -η οποία εξελέγη στις 26/05/1821 στη Μονή των Καλτεζών. Μάλιστα, στο έγγραφο εκείνο της Γερουσίας, ανευρίσκονται μεταξύ άλλων και οι υπογραφές του Πονηρόπουλου, των Α. Γρηγοριάδη, Δ. Μέλιου, «μετά των λοιπών καπεταναίων της Αρκαδίας» και του Πρωτοσύγκελλου Αμβρόσιου (Φραντζή) του «Αγίου Χριστιανουπόλεως». Σύμφωνα με την απόφαση της Ανώτατης αρχής- μεταξύ των προσώπων που προηγουμένως ονομάστηκαν Έφοροι των Φιλικών σ΄ όλη την Πελοπόννησο, βρίσκονταν και ο (Επίσκοπος) Γερμανός Χριστιανουπόλεως. Η έδρα της «Φροντιστηριακής Εφορείας» -έχοντας και τη φροντίδα ολόκληρης της Επαρχίας Αρκαδιάς (Τριφυλίας)- ήταν στην Κυπαρισσία. Δρομολογήθηκε η σύστασή της, αμέσως μετά την απελευθέρωση της Αρκαδιάς, από τους Παπαφλέσσα και Αναγνωσταρά, οι οποίοι και έδωσαν τις κατάλληλες οδηγίες για τη συνέχιση του αγώνα, έχοντας ως μέλη της, τους Ιωάννη Κορακόπουλο, Μήτρο Αναστασόπουλο και Γεράσιμο Πονηρόπουλο, πλην βεβαίως του Πρωτοσύγκελλου Α. Φραντζή, ο οποίος εκτελούσε καθήκοντα Προέδρου.
Από εκεί και πέρα, τα γεγονότα παίρνουν μορφή χιονοστιβάδας, και οι Αρκαδινοί θα δείξουν απαράμιλλη γενναιότητα στις μάχες που θα λάβουν μέρος, έτσι όπως επιβεβαιώνει κι ο υπασπιστής του Θ. Κολοκοτρώνη, για τους Αρκαδινούς, τους πλέον δυνατούς στρατιώτες της Πελοποννήσου.
Την επόμενη χρονιά, το 1822, η χώρα της Αϊτής, εκφράζει την πεποίθησή της για την επιτυχή έκβαση της Ελληνικής επανάστασης, δια μέσω του Πρόεδρού της, Γιόχαν Μπόγερ. Ο ξεσηκωμός των Ελλήνων έχει δημιουργήσει την κεντρική τους διοίκηση, μιας πρώτης «μορφής» κυβέρνηση, η οποία προσπαθεί να βάλει προτεραιότητες, να ξεπεράσει τα εμπόδια και ταυτόχρονα να ρυθμίσει οτιδήποτε θα πρέπει να δρομολογηθεί. Μέσα σε όλα αυτά τα παραπάνω, δεν λείπουν όμως και οι αντιπαραθέσεις μεταξύ των επαναστατημένων Ελλήνων.
Τον Οκτώβρη του 1824, οι Αρκαδινοί, αρνούνται να πληρώσουν τους φόρους στην κεντρική διοίκηση και εκτός της παραπάνω άρνησής τους, έδιωξαν όλους τους ανθρώπους της κυβέρνησης και τον Έπαρχο. Η ενέργεια αυτή, θεωρήθηκε όμως ως άρνηση υπακοής στους νόμους, και τελικά η κυβέρνηση αποφάσισε «να σταλώσι εις Αρκαδίαν …η στρατιωτική δύναμις». Το Βουλευτικό Σώμα, από την πλευρά του, καταθέτει πως «η Επαρχία Αρκαδίας εναντιώνεται εις τας διαταγάς της Διοικήσεως…» κι ο Γιάννης Μακρυγιάννης -έλαβε τη διαταγή να μεταβεί στην Αρκαδιά μαζί με τον Παπαφλέσσα- ως προσκείμενος στη κυβέρνηση.
Ήταν σαφές, πως η συντριπτική πλειοψηφία των Αρκαδινών ήταν εναντίον της κυβέρνησης και πρόσκεινταν στο Θ. Κολοκοτρώνη. Έτσι έλαβε χώρα η αναμέτρηση στα μεσσηνιακά εδάφη, με τις δυνάμεις των κυβερνητικών από τη μια, και τις δυνάμεις των αντικυβερνητικών απ΄ την άλλη. Ο Πάνος Κολοκοτρώνης -γιος του Θ. Κολοκοτρώνη- είχε κηρυχτεί από τις 7 Μαρτίου του 1824, από την κυβέρνηση, «αποστάτης και εχθρός του Ελληνικού Έθνους», ενώ ο επερχόμενος θάνατός του λίγο αργότερα, ανάγκασε τον πατέρα του Θεόδωρο, να παραδοθεί στους κυβερνητικούς αντιπάλους του, το Δεκέμβρη του 1824. Στις αρχές του 1825, θα κληθούν αρχικά στο Ναύπλιο επίσης οι αντικυβερνητικοί Αρκαδινοί Καπετάνιοι, Μ. Αναστασόπουλος, Γ. Γκρίτζαλης, Α. Κατσαρός και ο Πρωτοσύγκελλος Α. Φραντζής, οι οποίοι μετέπειτα οδηγήθηκαν στο Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία στην Ύδρα, όπου και φυλακίστηκαν. Ήταν η περίοδος, όπου τα ρουμελιώτικα στρατεύματα «κατέβηκαν» στην Αρκαδιά, όπως και σ΄ άλλα εδάφη του Νομού Μεσσηνίας. Στις αρχές Μάρτη του 1825 -η πόλη μεταξύ άλλων- θα δοκιμαστεί ιδιαίτερα από την «επέλασή» τους -και όπως αναγράφεται- «δεν έμεινε λίθος» στην πρωτεύουσα της Επαρχίας Αρκαδιάς.


Η περίοδος αυτή των εμφυλίων πολέμων, θα οδηγήσει σε ολέθρια αποτελέσματα, γεγονός βέβαια που θα εκμεταλλευτεί στη συνέχεια ο Ιμπραήμ Πασάς, γιος του Πασά της Αιγύπτου, Mohamet Ali.
Έτσι, το Φλεβάρη του 1825, ο Ιμπραήμ πραγματοποίησε απόβαση στα εδάφη του Μοριά, στην περιοχή της Μεθώνης. Κατευθύνοντας τα στρατεύματά του από το Νιόκαστρο, κινήθηκε σε δύο φάλαγγες. Η πρώτη, με επικεφαλής το Γάλλο Συνταγματάρχη Λιβρόν -δια μέσου Χώρας, Γαργαλιάνων, Φιλιατρών- κινήθηκε προς την Αρκαδιά, ενώ και η δεύτερη με επικεφαλής επίσης Γάλλο Αξιωματικό, το Σεβ (Σουλεϊμάν Μπέη), διά μέσου Μανιακίου και Μάλης, κινήθηκε επίσης προς την ίδια κατεύθυνση.
Η δεύτερη αυτή ομάδα, ήταν εκείνη η οποία αναμετρήθηκε στα ‘‘Ταμπούρια’’ με τους Έλληνες, υπό την καθοδήγηση του Παπαφλέσσα. Ο τελευταίος, είχε -με αφετηρία τα εδάφη της Τριπολιτσάς στις 15 Μαΐου του 1825- ξεκινήσει και περνώντας στα ‘‘Κοντοβούνια’’, βάδισε προς τα υψώματα της Μάλης, εκεί όπου βρήκε μεταξύ άλλων και Αρκαδινούς. Απ΄ αυτούς που κατάφερε να συγκεντρώσει τελικά, οι περισσότεροι κατάγονταν από τα Σουλιμοχώρια και τα ‘‘Κοντοβούνια’’, οι οποίοι αποφάσισαν να σταματήσουν την προέλαση του Ιμπραήμ στο Μανιάκι. Οι Τριφύλιοι Καπετάνιοι, από το χωριό Σαπρίκι (τη σημερινή Μεταξάδα) που είχαν στρατοπεδεύσει, κλήθηκαν στα ‘‘Ταμπούρια’’, εκεί όπου πραγματοποιήθηκε η μάχη, η οποία θα «συγκρίνεται εσαεί» στο πέρασμα της ιστορίας με τη μάχη των Θερμοπυλών. Ελάχιστοι από τους Τριφύλιους θα κατορθώσουν τελικά να διασωθούν.
Στη συνέχεια (το Μάη της ίδιας χρονιάς), ο Ιμπραήμ θα κινηθεί προς τα εδάφη της Αρκαδιάς, με πρώτο στόχο του την πόλη. Εδώ, θα προβή σε πυρπόληση των Εκκλησιών, αλλά και των «αρχοντικών» του Μ. Αναστασόπουλου και του Α. Γρηγοριάδη. Καθώς πληροφορήθηκε την επικείμενη είσοδο των κατακτητών, ο Γρηγοριάδης κινητοποιήθηκε για την οργάνωση της άμυνας. 
Η ειδοποίηση για την επικείμενη εισβολή στην Αρκαδιά, προκύπτει από επιστολή της 18ης Μαΐου 1825, όπου ο Παπαφλέσσας σημειώνει: «Ο εχθρός σήμερον εκστρατεύει δια την Αρκαδίαν. Εγώ έχω τας αναγκαίας φυλακάς, και άμα ιδώ ότι αυτός εκίνησεν, αμέσως τρέχω μ΄ όσους έχω προς βοήθειαν των Αρκάδων. Τούτ΄ αυτό ειδοποίησα τους Αρκάδας χθες, {στις 17/08/1825}, τους είπον να κάμωσι ταμπούρια δυνατά εις την πόλιν των και τα γυναικόπαιδά των να φύγουν εις τα ορεινά μέρη, αυτοί να κληθώσι εις αυτά να βαστάσωσι και εγώ τρέχω προς βοήθειάν των. Εμπορούσα να απαντήσωμεν τον εχθρόν και πάρε μπρός της Αρκαδίας…». 
Η κατάθεση του Αμβροσίου Φραντζή για τα γεγονότα αποκαλύπτει τα εξής: «Την δ΄ επιούσαν (21 Μαΐου 1825) άμα τη πρωΐα εξεστράτευσαν οι περί τον Ιμπραχήμ κατά της πόλεως Κυπαρισσίας και της Επαρχίας Αρκαδίας διαμερισμένοι εις διάφορα σώματα, τα οποία απήρχοντο εις την Κυπαρισσίαν από διάφορες οδούς…». Ο κατακτητής θα μπει στα εδάφη της Αρκαδιάς, την 21η Μαΐου του 1825, καθώς ξημέρωσε η γιορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Ο Α. Γρηγοριάδης μαζί με τον αδερφό του Γεώργιο και τους Διονύσιο Παπαθεοδώρου (θείο του), Αντώνη Συράκο, Αντώνη Δάρα, Δημήτριο Παπατσώρη και τους γιους του τελευταίου, Αδάμ και Αναγνώστη, από τις 11.00 π.μ. έως το απόγευμα στις 4.00 μ.μ. αντιμετώπισαν τις πολυπληθείς εχθρικές δυνάμεις. Οι τελευταίες, αποτελούνταν από διάφορα σώματα Αιγυπτίων και Τουρκαλβανών. Οι δυνάμεις του Ιμπραήμ Πασά, είχαν «παραταχθή παρά τη θέσιν Ροντάκι…, οι δε Αρκαδινοί εις το ερημοκκλήσι της Παναγίας Γελουδά…». Οι εχθροπραξίες με την επέλαση του εχθρού, έλαβαν χώρα μεταξύ των φυλακών «Μαντά» και της Εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου στην περιοχή της Φιλιππίνας, ενώ θα «μεταφερθούν» ίσαμε την περιοχή της Παναγίας «Γελουδά». Κατά την προέλασή τους, οι κατακτητές τύλιξαν στις φλόγες την εκκλησιαστική βιβλιοθήκη της Παναγίας των (Εισοδίων) και τις Εκκλησίες, Αγία Τριάδα και Άγιο Δημήτριο.
Τα τριφυλιακά εδάφη στάθηκαν αποφασιστικά απέναντι στις δυνάμεις του εισβολέα, ενώ τρεις φορές -το Μάιο, Σεπτέμβρη και το Νοέμβρη του 1825- ο Ιμπραήμ διάβηκε τα όρια της πόλης. Ο Γραμματέας του Θ. Κολοκοτρώνη, Μιχαήλ Οικονόμου, για το γεγονός αυτό της εισβολής του Ιμπραήμ σημειώνει: «Μετά δε ταύτην την νίκην ο Ιμπραΐμ, την ολίγον όμως ευχαριστήσασαν αυτόν, ευθύς μετ΄ οργής ωσεί εκδικητής υπέρ των πεσόντων Αράβων του, διηυθύνθη εις Κυπαρησίαν, και καύσας τας οικίας και παντοίας φθοράς προξενήσας όθεν διήλθε, και όσους αδυνάτους επρόφθασεν αιχμαλωτίσας, την 21 και 22 κατέβη εις Βρύσαις και εκείθεν επανελθών εις Νεόκαστρον…». Το πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου, ο Ιμπραήμ θα εισβάλει για τρίτη φορά στα εδάφη της Αρκαδιάς και θα κάψει το χωριό των Βρυσών (07/10/1825), τις Εκκλησίες, καθώς και το Μοναστήρι της Παναγίας της «Κατσιμικάδας». Η Εκκλησία της «Ζωοδόχου Πηγής» στο χωριό των Βρυσών, παραδίδεται στις φλόγες και δεν μένει τίποτα όρθιο, παρά μόνο τέσσερις τοίχοι απ΄ αυτήν. Η προφορική παράδοση, αναφέρει πως στο προηγούμενο «πέρασμα» του Ιμπραήμ το Μάη του 1825 στην Τριφυλία, στο παραπάνω Μοναστήρι, από τους σαράντα τέσσερις μοναχούς, μόνο ο ένας τελικά θα σωθεί από τη μανία του εισβολέα.
Η Αρκαδιά, ακολουθούσε τη μοίρα της υπόλοιπης Ελλάδας, στην πορεία της προς την απελευθέρωση. Έτσι, μετά τη ναυμαχία του Ναβαρίνου, αποτέλεσε πια -μετά από αιώνες σκλαβιάς- μέρος της υπόλοιπης ελεύθερης ελληνικής επικράτειας.
Η ψήφιση στο Ναύπλιο της απόφασης της Γ΄ Εθνικής Συνέλευσης της Τροιζήνας, υλοποιεί τα πλαίσια της διοικητικής οργάνωσης της επικράτειας. Όσο αφορά τη διαίρεση της Πελοποννήσου για την καλύτερη λειτουργία της, ανάμεσα στα άλλα, περιελάμβανε, όπως αναγράφεται «το Δ΄ τμήμα, εκ της σημερινής Αρκαδιάς, του Νεοκάστρου, της Μεθώνης και της Κορώνης -φέρει δε όνομα Άνω Μεσσηνία». Και με τη σύσταση του νέου κράτους, δημοσιεύεται ο νόμος της 3ης(15)/4/1833, Φ.Ε.Κ. 12, «Περί της διαιρέσεως του Βασιλείου και της διοίκησής του», όπου με το άρθρο 5 του νόμου, ορίστηκε ως «Μητρόπολις του νομού η πόλις Αρκαδία (Κυπαρισσία)».

ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ Θ. ΓΚΙΟΥΛΗΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΤΡΙΦΥΛΙΑΚΗ ΕΣΤΙΑ», ΤΕΥΧΟΣ 26/154 (ΠΕΡΙΟΔΟΣ Γ΄), ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2021

1 ΜΟΙΡΑ ΛΕΩΝΙΔΑ, Η Ελληνική Επανάσταση μέσα από τα μάτια των Οθωμανών, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα 2020, σ.13
2 ΚΑΝΕΛΟΠΟΥΛΟΥ ΓΡΗΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, ‘‘Η επαναστατημένη Τριφυλία’’, βλ. Λεύκωμα Επαρχίας Τριφυλίας, Έκδοσις Συλλόγου των εν Αθήναις και Πειραιεί Τριφυλίων, 1938, σ. 80
ΚΟΥΡΝΟΥΤΟΥ Π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ‘‘Ο Πρωτοσύγκελλλος Αμβρόσιος Φραντζής’’, βλ. ΦΡΑΝΤΖΗ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ, Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, (ΓΙΑΝΝΑΡΟΠΟΥΛΟΥ ΙΩΑΝ., Επιμέλεια), Εισαγωγή: Γ.Π. Κουρνούτος, Τ.1ος, Ε.Π.Σ., Αθήνα 1976, σ. 10
3 ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ Κ. Ν., ‘‘Το κάστρο της Αρχαίας Κυπαρισσίας, το κάστρο της Αρκαδιάς’’, βλ. Τ.Ε., τ.48, Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων ‘‘Η Αρκαδιά’’, Αθήνα 1982, σ. 523
4 MILLER WILLIAM, Η Φραγκοκρατία στην Ελλάδα, 1204-1566, (Μετάφραση-Εισαγωγή-Σημειώσεις: Ά. Φουριώτης), Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 19973, σ. 518
5 ΚΑΝΕΛΟΠΟΥΛΟΥ ΓΡΗΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπου, σ. 80
ΚΟΥΡΝΟΥΤΟΥ Π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, όπου, σ. 10
6 MILLER WILLIAM, όπου, σ. 518
7 ΧΑΜΜΕΡ Ι., Ιστορία της οθωμανικής αυτοκρατορίας, (Μετάφραση: Κ.Σ. Κροκιδάς), Τ.Β΄, Εκ του Τυπογραφείου Χ.Ν. ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΩΣ, Αθήναι 1870, σ. 312
8 ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ Χ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ‘‘Είμαστε όλοι Αρκάδες’’, βλ. Τ.Ε., τ.104, Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων ‘‘Η Αρκαδιά’’, Αθήνα 1998, σ. 19
9 ΦΑΚΟΥΡΑ ΑΛΙΚΗ, Προυχοντικές αυθεντίες στο Μοριά 1715-1821. Στρατιωτικοί, διοικητικοί και δημοσιονομικοί μετασχηματισμοί, Δ.Δ., Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2013, σσ. 50-51
ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗ ΜΙΧΑΗΛ, Γεωγραφική διοικητική και πληθυσμιακή εξέλιξις της Ελλάδος, 1821-1971, Τ.Α΄, ΕΚΚΕ, Αθήναι 1973, σ. 48
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΑΚΗ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ, Δομές πόλεων: μεταβολές και σταθμοί στην εξέλιξη πέντε ελληνικών πόλεων, 15ος-20ος αιώνας, Δ.Δ., (ΕΜΠ), Αθήνα 2019, σ. 42
10 ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗ ΓΙΩΡΓΟΥ, ‘‘Οι Ελληνικές Κοινότητες κατά την Τουρκοκρατία’’, βλ. Θέματα νεότερης και σύγχρονης ιστορίας από τις πηγές, τ.Β΄, Γ΄ Λυκείου, Ο.Ε.Δ.Β., Αθήνα 1983, σ. 70
ΚΑΤΣΙΑΡΔΗ-HERING ΟΛΓΑ, ‘‘Κτηματογραφικοί χάρτες του ή «Regno di Morea» ή αυτοκρατορικοί χάρτες;, βλ. Βενετικοί χάρτες της Πελοποννήσου, τέλη 17ου-αρχές 18ου αιώνα, (ΚΑΤΣΙΑΡΔΗ-HERING ΟΛΓΑ Επιστημονική επιμέλεια), Εκδόσεις ΜΙΕΤ, Αθήνα 2018, σ. 33
11 ΓΡΙΤΣΟΠΟΥΛΟΥ ΑΘ. ΤΑΣΟΥ, Τα Ορλωφικά, «Μνημοσύνη», Ετήσιον περιοδικόν της Εταιρείας Ιστορικών σπουδών επί του Νεώτερου Ελληνισμού, Εν Αθήναις 1967, σ. 7
12 ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ Φ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Μεσσηνία, από την οθωμανική κατάκτησή της το 1460 έως τον 21ο αιώνα, Τ.3ος, Αθήνα 2017, σ. 57 παραπομπή 164
13 ΛΑΜΠΡΟΥ Π. ΣΠΥΡ., ‘‘Απογραφή του Νομού Μεθώνης επί Βενετών’’, βλ. Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, Τ.Β΄, Εκ του Τυπογραφείου Αδελφών ΠΕΡΡΗ, Εν Αθήναις 1889, σ. 687
ΚΟΜΠΟΡΟΖΟΥ Α. Φ., ‘‘Μεσσηνιακά τοπωνύμια’’, βλ. (ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΗ Δ.Π., Επιμέλεια), Μεσσηνιακά Γράμματα, Έκδοση Λ.Β.Κ., Τ.Β΄, Καλαμάτα 1967, σ. 359
ΒΕΡΡΑΡΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ, Από τον κτηματία στον αγρότη. Οικονομικοί και κοινωνικοί μετασχηματισμοί στην Επαρχία Τριφυλίας το 19ο Αιώνα, Δ.Δ., Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ρέθυμνο 2014, σ. 51
ΚΟΥΜΟΥΣΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ - ΒΑΣΙΛΑΚΗ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Κοίμηση Θεοτόκου Ζούρτσας (Νέα Φιγαλεία) Ηλείας. Η αποκατάσταση του Βυζαντινού Ναού, Πάτρα 2018, σ. 10
14 ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ ΗΛ. ΣΤΑΘΗ, Μιλούν τα μάρμαρα, βλ. Τ.Ε., τ.14/142, Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων ‘‘Η Αρκαδιά’’, Αθήνα 2009, σ. 50
ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ ΗΛ. ΣΤΑΘΗ, Κυπαρισσία (Αρκαδιά), ένας τόπος ομορφιάς…και ιστορίας, Κυπαρισσία 2005, σ. 151
ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ ΗΛ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ (ΑΜΠΑΤΖΗ), Προσωπική μαρτυρία, Κυπαρισσία 2008
15 ΚΑΤΩΠΟΔΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ, Ναοί της Άνω Πόλης Κυπαρισσίας, Αθήνα 2018, σ. 34
16 ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ-ΓΕΡΟΥΣΗ E., ‘‘Το κάστρο και η παλιά πόλη της Κυπαρισσίας’’, βλ. Τ.Ε., τ 4/132 - 5/133, Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων ‘‘Η Αρκαδιά’’, Αθήνα 2005-2006, σ. 16
17 ΒΕΡΡΑΡΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ, όπου, σ. 22
18 Τριφυλιακή Εστία, ‘‘Άγνωστες ιστορικές πτυχές’’, τ.4, Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων ‘‘Η Αρκαδιά’’, Αθήνα 1975, σ. 187
19ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ‘‘Ενέργειες της Δημοτικής αρχής Κυπαρισσίας για την ανάπτυξη της πόλεως και της περιοχής’’, βλ. Τ.Β., Κυπαρισσία 15/12/1987
ΚΑΛΑΜΑΡΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, "Η τοπογραφία της Κυπαρισσίας κατά τους Βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς χρόνους", βλ. Α΄ Αρχαιολογική Σύνοδος Νότιας και Δυτικής Ελλάδος, Πάτρα 09-12/06/1996, Πρακτικά, Αθήνα 2006, σ. 468
20 ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Δ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Η διοικητική οργάνωσις κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν 1821-1827, Δ.Δ., (ΠΑΣΠΕ), Εν Αθήναις 1966, σ. 29
21 ΦΡΑΝΤΖΗ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ, Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, (ΓΙΑΝΝΑΡΟΠΟΥΛΟΥ Ι., Επιμέλεια), Εισαγωγή: Γ.Π. Κουρνούτου, Τ.Β΄, Ε.Π.Σ., Αθήνα 1975, σ. 372 παραπομπή 1 22 ΚΩΤΣΙΡΗ Γ. ΝΙΚΟΥ, Συμβολή στην ιστορία της Μεθώνης, Αθήνα 19832, σ. 132
ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ Ε. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Τουρκοκρατία (1821-1829), Τ.Ε΄, Εκδόσεις Ηρόδοτος, Θεσσαλονίκη, σ. 326
23 ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΘΕΟΔΩΡΟΥ, Διήγησις Συμβάντων της Ελληνικής φυλής, Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος, Αθήνα 1997, σσ. 222-223
ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ, Πως είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του ΄21, 1821-1822, Τ.1ος, Εκδόσεις Στάχυ, Αθήνα 19995, σ. 186 παραπομπή 16
24 ΚΟΚΚΙΝΟΥ Α. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ, Η Ελληνική Επανάστασις, (Καλλιτεχνική Επιμέλεια: Τ. Χατζής), Τ.1ος, Εκδοτικός Οίκος «Μέλισσα», Αθήνα 19675, σ. 168
Ε-Ιστορικά, ‘‘Αμβρόσιος Φραντζής’’, βλ. ΄21, οι πρωτεργάτες αφηγούνται την επανάσταση, Εκδόσεις Ελευθεροτυπία, Αθήνα 2010, σ. 51
25 ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ Α. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ο Θεόδωρος…, Τ.2ος, όπου,, σ. 18
ΚΟΥΤΡΟΥΒΙΔΗ ΣΤΑΘΗ, ‘‘Κανέλλος Δεληγιάννης’’, βλ. Οι ιδρυτές της νεώτερης Ελλάδας, (ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ Β., Επιστημονική επιμέλεια), Εκδόσεις Τα «Νέα», Ιστορική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2010, σσ. 28-29
26 ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ, όπου, σ. 186
ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ Ε. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ, όπου, σσ. 325-326
27 ΜΠΟΥΓΑ Π. ΙΩΑΝΝΟΥ, Ιωσήφ Ανδρούσης 1770-1844, ο πρώτος Μίνιστρος της θρησκείας και του δικαίου και πρώτος Επίσκοπος Μεσσηνίας, Δ.Δ., Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Καλαμάτα 2009, σ. 17/281
28 ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ Θ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Οι Κοτζαμπάσηδες της Πελοποννήσου κατά τη δεύτερη Τουρκοκρατία (1715-1821), Εκδόσεις Ηρόδοτος, Αθήνα 2005, σσ. 301-302
29 ΦΩΤΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΗ, Η Επανάσταση του 21, Τ.2ος, Εκδοτικός Οίκος Ν. Βότση, Αθήνα 19772, σ. 23
30 ΒΕΗ ΝΙΚΟΥ, ‘‘Γερμανού μητροπολίτου Χριστιανουπόλεως γράμμα προς τους ιερείς της επαρχίας αυτού’’, βλ. Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, 1936-1938, τ.4, Περίοδος Γ΄, Αθήνα 1939, σ. 118
31 ΦΩΤΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΗ, όπου, σ. 23
32 ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΤΡΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΥ, Απομνημονεύματα επιγραφόμενα, (Προλεγόμενα:Γ.Ι. Παπούλας), Εκ του Τυπογραφείου Σπύρου Τσαγγάρη, Εν Αθήναις 19003, σ. 26
ΚΑΛΑΝΤΖΗ ΚΩΣΤΑ, Ιστορία της μεγάλης Ελληνικής Επαναστάσεως, Τ.1ος, (ΕΕΕ), Αθήνα 1963, σ. 144
33 ΜΕΛΛΙΟΥ Π. ΧΡΙΣΤΙΝΑ, Εκκλησιαστική γεωγραφία της Ν/Α Μεσογείου και των Βαλκανίων: Γεωπολιτική προσέγγιση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, Τ.Α΄, Δ.Δ., Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Κέρκυρα 2004, σ. 102
ΠΑΝΟΠΟΥΛΟΥ Γ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Ο Κλήρος στην Εθνεγερσία του 1821, Εκδόσεις Περί Τεχνών, Πάτρα 2001, σ. 560
34 ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ Δ. ΙΑΚΩΒΟΥ, Εσωτερικές έριδες και διενέξεις στα χρόνια του αγώνα, Εκδόσεις Μεταίχμιο 2021, σ. 58
35 ΚΑΛΑΝΤΖΗ ΚΩΣΤΑ, Γερμανός Ζαφειρόπουλος ο Χριστιανουπόλεως, 1760-1821, Εκδοτικός Οίκος Μ. Βασιλείου και Σία, Αθήνα 1938, σ. 69
36 ΣΤΡΑΤΙΚΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Το Χρονικό Απελευθέρωσης της Αρκαδιάς (Κυπαρισσίας), 1821, Κυπαρισσία 2006, σ. 7
37 ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, Η ελληνική επανάσταση και η ίδρυση του ελληνικού κράτους (1821-1828), Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Τ.ΙΒ΄, Αθήνα 1975, σ. 93
38 ΚΟΛΕΤΣΟΥ ΙΩΑΝ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Η Αυλώνα και τα τοπωνύμια της, Αθήνα 1997, σ. 1339
39 ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ Α. ΓΙΑΝΝΗ, ΚΑΠΕΡΩΝΗ Γ. ΚΩΣΤΑ, Προσωπικές μαρτυρίες, Αυλώνα 1990
40 ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΑ Δ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Δίπτυχον ιστορικόν και φιλολογικόν της εθνεγερσίας, Αθήναι 1971, σ. 524 (Με τον όρο Κυράλιδες εννοούσαν τους Βασιλείς, και, οι Τούρκοι της Κυπαρισσίας εξέφραζαν τη δική τους απορία πως οι ραγιάδες θα πολεμούσαν χωρίς δικούς τους βασιλιάδες), βλ. ΚΟΛΙΟΠΟΥΛΟΥ Σ. ΙΩΑΝΝΗ, Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδος, 1797-1980, Εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2014, σ. 179
41 ΑΝΑΠΛΙΩΤΗ ΓΙΑΝΝΗ, Αγία-Λαύρα, Καλάβρυτα, Έκδοσις Συλλόγου προς Διάδοσιν των Γραμμάτων, Καλαμάτα 1969, σ. 38
ΦΙΛΗΜΩΝΑ ΙΩΑΝΝΗ, Δοκίμιον ιστορικόν περί της ελληνικής επαναστάσεως, (ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Θ., Επιμέλεια), τ.16 κγ, Εκδόσεις Το Παρών, Αθήνα 2011, σ. 341
42 ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ Θ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, όπου, σ. 341
43 ΚΟΥΡΝΟΥΤΟΥ Π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, όπου, σ. 23
44 ΖΑΔΕ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ, Μια πολιτεία ονειρεύεται, Εκδόσεις Μαυρίδης, Αθήνα 1964, σ. 101
45 ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, όπου, σ. 93
46 ΦΡΑΝΤΖΗ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ, Τ.Α΄, όπου, σσ. 368-369
ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ Α. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ο Θεόδωρος…, Τ.2ος, όπου, σ. 51 παραπομπή 1
47 ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, όπου, σ. 91
48 ΖΕΠΟΥ Ι. ΠΑΝ., ‘‘Από της Μεσσηνιακής εις την Πελοποννησιακήν Γερουσίαν του 1821’’, βλ. Πελοποννησιακά, Πρακτικά Α΄ (ΣΜΣ), Καλαμάτα 02-04/12/1977, Εν Αθήναις 1978, σ. 44
49 ΑΝΑΠΛΙΩΤΗ ΓΙΑΝΝΗ, Το Ημερολόγιον του αγώνος της Ελευθερίας εν Μεσσηνία (1816-1828), Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας, Καλαμάτα 1971, σ. 44
ΦΡΑΝΤΖΗ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ, Τ.Α΄, όπου, σ. 369
ΤΣΕΡΠΕ ΘΕΟΔΩΡΟΥ, Ιστορία της Μεσσηνίας από της εποχής των Σταυροφοριών μέχρι του 1830, Αθήναι 1952, σ. 85
50 ΖΑΔΕ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ, όπου, σ. 102
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ Θ. ΙΩΑΝΝΟΥ, Ελληνικά υπομνήματα ήτοι επιστολαί και διάφορα αφορώντα την ελληνικήν επανάστασιν από 1821 μέχρι 1827, Τύποις Χ. Νικολαΐδου Φιλαδελφέως, Αθήνησι 1856, σσ. 9-10
ΔΑΣΚΑΛΑΚΗ Β. ΑΠ., Κείμενα-πηγαί της Ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως, Τ.Α΄, Αθήναι 1966, σ. 149
ΦΩΤΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΗ, όπου, σ. 37
(Ορισμένοι αναφέρουν ως τόπο που συντάχθηκε το γράμμα την πόλη της Καλαμάτας, αντί του χωριού Σκάλα ή ερμηνεύουν ότι πιθανά να συντάχθηκε την προηγούμενη ημέρα στην Καλαμάτα και να αναπαράχθηκε την επόμενη ημέρα στη Σκάλα), βλ. ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ Α. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ο Θεόδωρος…, Τ.2ος, όπου, σ. 51 παραπομπή 1
51 ΑΡΒΑΝΙΤΗ Ι. ΒΑΣ. - ΚΟΡΜΠΑΚΗ ΔΗΜ., Η Τριφυλία και τα παιδιά της, Αθήνα 1953, σ. 8
ΜΠΟΥΓΑΤΣΟΥ Δ. ΙΩΑΝΝΗ, ‘‘Θεόδωρου Γ. Κανελόπουλου: Η επαναστατημένη Τριφυλία κατά την Τουρκοκρατίαν και το 1821’’, βλ. Πελοποννησιακά, Πρακτικά Δ΄ (ΣΜΣ), Καλαμάτα 08-11/10/2010, Αθήνα 2014, σ. 639
52 ΣΟΥΛΙΜΙΩΤΗ ΑΛΕΚΟΥ, Βρύσες Τριφυλίας, Αθήνα 2004, σσ. 80-81
53 ΓΚΡΙΤΖΑΛΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ, ‘‘Το παράπονο των Ντρέδων’’, βλ.Τ.Ε., τ.102, Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων ‘‘Η Αρκαδιά’’, Αθήνα 1998, σ. 27
54 ΘΕΟΧΑΡΗ Γ. ΛΕΩΝΙΔΑ, Το Σουλιμά και η συμβολή των Ντρέδων το 1821, χ.έ., 2013, σ. 45
55 ΖΑΔΕ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ, όπου, σ. 102
56 Λεύκωμα Επαρχίας Τριφυλίας, όπου, σ. 96
57 ΓΥΦΤΑΚΗ Ε. ΣΩΤΗΡΗ, Αδαπάνητο Φορτίο Θρύλων, Αθήνα 2006, σ. 155
58 ΖΑΔΕ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ, όπου, σ. 102
59 ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΠΑΝ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Αμβροσίου Φραντζή Μεγασπηλαιώτου, βιογραφικαί σελίδες, Αθήναι χ.χ., σσ. 22-25 υποσημείωση
60 ΤΡΙΚΟΥΠΗ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ, Ιστορία της Ελληνικής επαναστάσεως, Τ.Α΄, (ΤΣΙΑΟΥΣΗ Ι.Κ., Επιμέλεια), Απόδοση στη Νεοελληνική: Γ. Κουσουνέλος, Εκδόσεις «Νέα Σύνορα»-Α.Α. Λιβάνη, Αθήνα 1993, σ. 88
ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ ΝΙΚΟΥ, ‘‘Η επανάσταση του 1821, πότε και από πού ξεκίνησε;’’, βλ. Ιστορία εικονογραφημένη, τ. 562, Αθήνα 2015, σ. 37
61 ΚΩΤΣΙΡΗ Γ.ΝΙΚΟΥ, όπου, σσ. 132-133
62 Λεύκωμα Επαρχίας Τριφυλίας, όπου, σ. 96
ΜΠΟΥΓΑΤΣΟΥ Δ. ΙΩΑΝΝΗ, όπου, σ. 638
63 ΚΟΥΤΣΟΝΙΚΑ ΛΑΜΠΡΟΥ, Γενική ιστορία της ελληνικής επαναστάσεως, Απομνημονεύματα αγωνιστών του 21, (ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗ Γ.Ε., Επιμέλεια), Εκδοτικός Οίκος Χ. ΚΟΣΜΑΔΑΚΗ & ΣΙΑ, σ. 38
64 ΚΑΤΣΑΜΠΑΝΗ-ΤΣΑΓΚΑΡΗ ΓΑΡΥΦΑΛΛΙΑ, ‘‘Οι Ντρέδες και τα Σουλιμοχώρια’’, Έκφραση, 2002, τ.41, σ. 44
ΣΤΡΑΤΙΚΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Κυπαρισσία, Εκδόσεις Ήλιος, χ.χ., σσ. 24-25
65 ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ‘‘Το νεοκλασσικό κτίριο και η ίδρυση σε αυτό του Πνευματικού Κέντρου’’, βλ. Τ.Β., Κυπαρισσία 15/01/1988, Αρ. Φύλ. 205
ΜΠΙΡΗ Α. ΓΙΑΝΝΗ, Κάστρα και Οχυρά στη Μεσσηνία: οχυρωματικές θέσεις ανά τους αιώνες, Εκδόσεις «Ελευθερία», Καλαμάτα 2020, σ. 78
66 ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ ΧΡ. ΠΑΝΑΓ., ‘‘Το χρονικόν του αγώνος 1821-1828 εις Φιλιατρά’’, τ.57, Έκδοσις της Αδελφότητος των εν Αθήναις Φιλιατρινών η ‘‘Εράνη’’, Αθήνα 1971, σ. 15
ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ Α. ΧΡΗΣΤΟΥ, Λεξικό της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, Τ.Α΄, Εκδόσεις Δεδεμάδη, Αθήνα 1977; , σ. 168
ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Ιστορικαί Αλήθειαι, Εκδόσεις Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα 1994, σ. 9067 ΚΟΥΡΝΟΥΤΟΥ Π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, όπου σ. 24
ΦΡΑΝΤΖΗ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ, Τ.Δ΄, όπου, σ. 178
ΜΠΙΡΗ Α. ΓΙΑΝΝΗ, ‘‘Το κάστρο της Αρκαδιάς’’, Μέρος Β΄, βλ. Ελευθερία, Καλαμάτα 06-07/10/2018
68 ΦΡΑΝΤΖΗ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ, Τ.Δ΄, όπου, σσ. 377-378
69 ΣΟΥΛΙΜΙΩΤΗ ΑΛΕΚΟΥ, όπου, σ. 83
70 ΚΑΚΟΥΤΗ ΣΤΑΘΗ, Η Απελευθέρωση της Αρκαδιάς, Έκδοσις Συλλόγου Κυπαρισσίων, Αθήνα 1972, σ. 59
71 ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ, Η Επανάσταση του Εικοσιένα, 21-23/03/1981, ΚΜΕ, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 19884, σ. 235
ΓΛΥΚΑΤΖΗ-ΑΡΒΕΛΕΡ ΕΛΕΝΗ, Πολιτισμός και Ελληνισμός, προσεγγίσεις, Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2007, σσ. 201-202 («Φροντιστηριακή» αναφέρεται από την ιστορία του Ελληνικού Έθνους και από τους Γρηγοριάδη, Κορδάτο, Στασινόπουλο και Παπαγιώργη, μια μορφή διοικητικής τοπικής εξουσίας), βλ. ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗ ΚΩΣΤΗ, Κανέλλος Δεληγιάννης, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 20016, σ. 91 και ΚΟΚΚΙΝΟΥ Α. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ, Τ.2ος, όπου, σ. 277 και ΚΟΡΔΑΤΟΥ Κ. ΓΙΑΝΗ, Ιστορία της νεώτερης Ελλάδας, (Η επανάσταση του 1821), Τ.2ος, Εκδόσεις 20ος αιώνας, Αθήνα 1957, σ. 203 και ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗ ΣΟΛΩΝΑ, Παπαφλέσσας, Τ. Β΄, Εκδόσεις Τουλούπα, Αθήνα 1982, σ. 305 και ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ Α. ΧΡΗΣΤΟΥ, Λεξικό…, Τ.Α΄, όπου, σ. 335
72 ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΥ Γ. ΧΡΗΣΤΟΥ, Οι διοικητικές διαφορές κατά την περίοδο 1821-1832 και οι απαρχές της διοικητικής Δικαιοσύνης στην Ελλάδα, Δ.Δ., (ΠΑΣΠΕ), Αθήνα 1986, σ. 24
ΒΟΥΡΝΑ ΤΑΣΟΥ, Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας, από την επανάσταση του 1821 ως το κίνημα του Γουδί (1909), Εκδόσεις Τολίδη, Αθήνα χ.χ., σ. 76
73 ΑΡΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑΣ,Τ.1ος, Εκ του Τυπογραφείου Δ.Α. Μαυρομμάτη, Εν Αθήναις 1857, Επανέκδοσις υπό της Βιβλιοθήκης της Βουλής Αθήναι 1971, σσ. 441-442
74 ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, όπου, σσ. 77-78, 93
75 ΚΟΚΚΙΝΟΥ Α. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ, Τ.2ος, όπου, σ. 277
ΚΟΡΔΑΤΟΥ Κ. ΓΙΑΝΗ, όπου, σ. 203
ΖΑΔΕ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ, όπου, σ. 103
ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Δ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, όπου, σ. 41
76 ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ ΗΛ. ΣΤΑΘΗ, Οι Τριφύλιοι (Αρκαδινοί) στον αγώνα του ΄21, Κυπαρισσία 1971, σ. 74
ΦΩΤΑΚΟΥ (ΧΡΥΣΑΝΘΟΠΟΥΛΟΥ ΦΩΤΙΟΥ), Απομνημονεύματα περί της ελληνικής επαναστάσεως του 1821, (ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Ν., Επιμέλεια), Τ.Α΄, Εκδόσεις Βεργίνα, Αθήνα 1996, σσ. 265-266
(Στους Αρκαδινούς συμπεριλαμβάνονται και οι Ντρέδες των Σουλιμοχωρίων, ενώ στα απομνημονεύματα καταγράφεται εναλλακτικά οι όρος Αρκαδινοί και Αρκαδιανοί, εννοώντας προφανώς όχι μόνο τους κατοίκους της Κυπαρισσίας-Αρκαδιάς, αλλά και ολόκληρης της Επαρχίας Τριφυλίας-Αρκαδιάς), βλ. ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ Α. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ο Θεόδωρος…, Τ. 4ος, όπου, σ. 102 παραπομπή 2
77 ΒΟΥΡΝΑ ΤΑΣΟΥ, όπου, σ. 94 (Είναι ο Ζαν Πιερ Μπουαγιέ, στα ελληνικά Ιωάννης Πέτρου Βόγερ)
ΔΟΥΖΙΝΑ ΚΩΣΤΑ, ‘‘Αϊτινή επανάσταση, 1821 και φιλοσοφία’’, βλ. Η Εποχή, 03-04/04/2021
78 BREWER DAVID, Η φλόγα της ελευθερίας, ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία, 1821-1833, Εκδόσεις Ενάλιος, Αθήνα 2004, σ. 273
ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ Α. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ο Θεόδωρος…, Τ.5ος, όπου, σ. 150
ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ, Οι ιδρυτές της νεώτερης Ελλάδας, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, (ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ Β., Επιστημονική Επιμέλεια), Εκδόσεις «Τα Νέα», Αθήνα 2009, σ. 80
BREWER DAVID, Η φλόγα της ελευθερίας, 1821-1833, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2020, σ. 318
79 ΡΟΤΖΩΚΟΥ ΝΙΚΟΥ, ‘‘Οι εμφύλιοι πόλεμοι’’, βλ. Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, (Σχεδιασμός: Β. Παναγιωτόπουλου), Τ.3ος, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003, σ. 164
80 ΚΡΕΜΜΥΔΑ ΒΑΣΙΛΗ, Η Ελληνική Επανάσταση του 1821, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2016, σ. 138
81 ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ Α. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ο Θεόδωρος…, Τ.5ος, όπου, σ. 150
82 ΚΟΥΡΝΟΥΤΟΥ Π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, όπου, σ. 31 Παραπομπή 4
ΓΡΙΤΣΟΠΟΥΛΟΥ ΑΘ. ΤΑΣΟΥ, ‘‘Η Μεσσηνία κατά τον Β΄ εμφύλιον πόλεμον (1824) θέατρον πολεμικών συγκρούσεων του’’, βλ. Πελοποννησιακά, Πρακτικά Α΄ (ΣΜΣ), Καλαμάτα 02-04/12/1977, Εν Αθήναις 1978, σ.105
83 ΘΕΟΤΟΚΑ ΝΙΚΟΥ, Οι ιδρυτές της νεώτερης Ελλάδας, Μακρυγιάννης, (ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ Β., Επιστημονική Επιμέλεια), Εκδόσεις «Τα Νέα», Αθήνα 2010, σ. 49
84 ΡΟΤΖΩΚΟΥ ΝΙΚΟΥ, όπου, σ. 164
85 ΚΟΚΚΙΝΟΥ Α. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ, Τ.8ος, όπου, σ. 253
86 ΦΡΑΝΤΖΗ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ, Τ.Α΄, όπου, σ. 31
ΔΑΦΝΗ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ, Ιωάννης Α. Καποδίστριας, η γένεση του ελληνικού κράτους, Εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 1975, σ. 506
ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗ ΚΩΣΤΗ, όπου, σ. 265
ΓΙΑΝΝΑΡΟΠΟΥΛΟΥ Κ. ΙΩΑΝΝΑ, ‘‘Η μάχη στο Μανιάκι και ο Παπαφλέσσας κατά τους απομνημονευτάς του αγώνος’’, βλ. Πελοποννησιακά, Πρακτικά Δ΄ (ΣΜΣ), Καλαμάτα 08-11/10/2010, Αθήνα 2014, σ. 609
ΜΠΟΥΓΑΤΣΟΥ Δ. ΙΩΑΝΝΗ, όπου, σ. 645
ΠΡΑΣΣΑ ΑΝΙΤΤΑ, ‘‘Η πολεμική παράδοση της γενιάς των Κολοκοτρωναίων’’, βλ. Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο αρχιστράτηγος των ηρώων, Εκδόσεις Εφημερίδα Έθνος, Αθήνα χ.χ., σ. 57
87 ΚΟΥΡΝΟΥΤΟΥ Π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Τ.Α΄, όπου, σσ. 33, 35
88 ΚΑΛΑΝΤΖΗ ΚΩΣΤΑ, Η Τριφυλία στο πέρασμα των αιώνων-το κάστρο της Είρας, Εκδόσεις Παλμός, Αθήνα 1966, σ. 79
ΣΟΥΛΙΜΙΩΤΗ ΑΛΕΚΟΥ, όπου, σ. 93
89 ΜΟΥΓΓΟΥ ΓΡΗΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Τα Κοντοβούνια στην επανάσταση του 1821, Αθήνα 2016, σ. 422
90 ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΥ Ν. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ, Ο Διονύσιος Ρώμας και η επιτροπή Ζακύνθου στο δρόμο για την εθνική συγκρότηση: στοχεύσεις, υπερβάσεις, επιτεύξεις, Δ.Δ., (ΕΚΠΑ), Αθήνα 2015, σ. 223
91 (Ο Γάλλος Joseph Anthene Seve -γνωστός και ως Σουλεϊμάν Μπέης- έπαιξε βασικό ρόλο με τις δυνάμεις του Ιμπραήμ στην Ελλάδα), βλ. ΚΑΥΚΑΛΙΔΗ ΖΕΦΥΡΟΥ, ‘‘Θέλω οι Έλληνες να εκπολιτίσουν την Αίγυπτο’’, βλ. Η Εφημερίδα των Συντακτών, Αθήνα 04-05/06/2016
92 ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΑΘΗ, ‘‘Η μάχη της Κυπαρισσίας (Καριούτας)’’, βλ. Τ.Ε., τ.67, Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων ‘‘Η Αρκαδιά’’, Αθήνα 1986, σ. 60
93 ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ ΚΑΝΕΛΛΟΥ Απομνημονεύματα, (ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗ Γ.Ε., Επιμέλεια), Σημειώσεις: Γ.Τσουκαλάς, Εκδοτικός Οίκος Χ. ΚΟΣΜΑΔΑΚΗ & ΣΙΑ, Τ.3ος, σ. 10
94 ΚΑΡΑΜΠΑΤΣΟΥ ΕΥΣΤ. ΗΛΙΑ, Χίλια χωριά στη δίνη του χρόνου, Καλαμάτα 20132, σ. 77
95 ΚΑΚΟΥΡΗ ΑΘΗΝΑ, 1821, η αρχή που δεν ολοκληρώθηκε, Εκδόσεις Πατάκη 20133, σ. 212
96 ΓΛΙΑΤΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, ‘‘Η πάλαι ποτέ Ιερά Μονή της Αγιάς στη Μεσσηνία’’, βλ. Θεολογία, Τ. 86, τ. 03, Αθήνα 2015, σ. 185
97 ΚΑΡΓΑΚΟΥ Ι. ΣΑΡΑΝΤΟΥ, Νεότερη Ελληνική Ιστορία, Μεγάλες μορφές και μεγάλες στιγμές του ΄21, Τ.Β΄, Εκδόσεις Ψυχογιός, Αθήνα 20212, σ. 92
98 ΜΠΟΥΓΑ Π. ΙΩΑΝΝΟΥ, όπου, σ. 37/281
ΜΑΤΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΣΙΛΗ, ‘‘Η δραματική άλωση της Κυπαρισσίας από τον Ιμπραήμ στις 21/05/1825’’, βλ. (ΝΒΚ), 5ος-6ος-7ος/2010
99 ΑΝΔΡΟΥΤΣΑΚΗ ΜΑΡΙΑ-ΚΑΡΟΛΙΝΑ, Μια ιστορική αναδρομή της Χώρας (Λιγούδιστα) και της ευρύτερης περιοχής, Αθήνα 2002, σσ. 13-14 (η αρίθμηση δική μας)
ΚΟΡΥΛΛΟΥ Π.Χ. - ΘΕΟΧΑΡΗ ΣΤ., Πεζοπορία από Πατρών εις Καλάμας, Εκδόσεις Πελοπόννησος, Αχαΐκή Βιβλιοθήκη, Πάτρα 2014, σ. x
100 ΦΡΑΝΤΖΗ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ, Τ.Α΄, όπου, σ. 36 παραπομπή 2
ΦΡΑΝΤΖΗ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ, Τ.Β΄, όπου, σ. 355
101 ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜ. ‘’Η μάχη των Κυπαρισσίων με τις ορδές του Ιμπραήμ στην Καργιούτα’’, βλ. Τ.Β., Κυπαρισσία 04/06/1982
ΜΟΥΓΓΟΥ ΓΡΗΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, όπου, σ. 221
102 ΚΑΛΑΝΤΖΗ ΚΩΣΤΑ, Ιστορία…, Τ.Β΄, όπου, σσ. 53-54
ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΑΘΗ, όπου, σ. 62
103 ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΥΛ. ΒΑΣΙΛΗ, ‘‘Η αλήθεια για η μάχη της «Καργιούτας» (Κυπαρισσίας)’’, βλ. Τ.Ε., τ.30, Έκδοση των εν Αθήναις Κυπαρισσίων ‘‘Η Αρκαδιά’’, Αθήνα 1979, σ. 495
ΦΡΑΝΤΖΗ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ, Επιτομή της ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος, (ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Θ., Επιμέλεια), τ.13θ, Έκδοση Το Παρών της Κυριακής, Αθήνα 2010, σ. 200
104 ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Ι. Κ., ‘‘Ο Ιμπραήμ στα Φιλιατρά’’, βλ. Φιλιατρά, τ.36-37, Έκδοσις της Αδελφότητος των εν Αθήναις Φιλιατρινών η ‘‘Εράνη’’, Αθήνα 1966, σ. 7
ΑΝΑΠΛΙΩΤΗ ΓΙΑΝΝΗ, όπου, σ. 80
ΚΑΡΑΜΠΑΤΣΟΥ Χ. ΚΩΣΤΑ, Ιστορικός, Αρχαιολογικός, Λαογραφικός τουριστικός οδηγός Φιλιατρών και της περιοχής, Αθήνα 1979, σ. 68
105 ΑΝΑΠΛΙΩΤΗ ΓΙΑΝΝΗ, όπου, σ. 80
ΚΑΡΑΜΠΑΤΣΟΥ Χ. ΚΩΣΤΑ, όπου, σ. 68
ΜΟΥΓΓΟΥ ΓΡΗΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, όπου, σσ. 363, 833
106 ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, όπου, σ. 173
107 ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ ΗΛ. ΣΤΑΘΗ, ‘‘Οι Τριφύλιοι…’’, όπου, σ. 121
108 Τριφυλιακό Βήμα, ‘‘Το εορταστικό τριήμερο στην Κυπαρισσία και διάλεξις για τη μάχη της Καργιούτας’’, Κυπαρισσία 28/06/1983
109 ΠΕΤΡΟΒΑ ΙΩΑΝΝΟΥ, Η Γαράντζα και η ιστορία της, Αθήνα 1986, σ. 233
110 ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΑΘΗ, τ.68, όπου, σσ. 141-142
111 ΚΟΥΡΝΟΥΤΟΥ Π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Τ.Α, όπου, σσ. 36-37 (Η μανία του εισβολέα, ταυτίστηκε στη συλλογική μνήμη με τον «καιρό του Μπραΐμη», αποδίδοντας έτσι τη σκληρότητα των ενεργειών που άφηνε παντού με το καταστροφικό του πέρασμα. Έτσι κατά τη διάρκεια της εισβολής του στην Αρκαδιά, η λαϊκή παράδοση αναφέρει πως κοντά στο Ροντάκι, ο στρατός του πήρε νερό από μια πηγή-βρύση, ώστε σήμερα να κομίζουν ακόμα στα λόγια τους οι άνθρωποι, ότι, αυτή είναι η «βρύση του Μπραΐμη»).
112 ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΥΛ. ΒΑΣΙΛΗ, τ.30, όπου, σ. 496
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΜΙΧΑΗΛ, Ιστορικά της ελληνικής παλιγγενεσίας ή Ο ιερός των Ελλήνων αγών, (ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Θ., Επιμέλεια), τ.12 στ, Έκδοση Το Παρών της Κυριακής, Αθήνα 2009, σ. 157
113 ΣΟΥΛΙΜΙΩΤΗ ΑΛΕΚΟΥ, όπου, σσ. 189, 228
114 Ιερομονάχου ΠΕΡΡΑ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ, Παναγία η Κατσιμικάδα, Ιερά Μονή Γενεσίου Θεοτόκου Κατσιμικάδας, 2002, σ. 18
115 ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗ ΜΙΧΑΗΛ, όπου, σσ. 83-84
ΜΟΛΦΕΤΑ-ΦΩΤΙΑΔΗ ΖΩΗ, Η ιστορική εξέλιξη της τοπικής αυτοδιοίκησης κατά τους χρόνους της ελληνικής επανάστασης του 1821 και μέχρι τους χρόνους του Όθωνα, Δ.Δ., Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2003, σσ. 133-134
116 ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗ ΜΙΧΑΗΛ, όπου, σ. 96
ΣΚΙΑΔΑ Γ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ, Ιστορικό διάγραμμα Δήμων και Κοινοτήτων της Ελλάδος 1833-1912, Εκδοτικός Οίκος Μικρός Ρωμηός ΕΠΕ, Αθήνα 1994, σ. 335
Πρωτοπρεσβύτερου ΝΙΑΡΗ ΚΩΝ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Η δράση και το κήρυγμα του μοναχού Χριστόφορου Παναγιωτόπουλου (Παπουλάκου), Εκδόσεις Αρχύτας, Αθήνα 2019, σ. 23
117 ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗ ΜΙΧΑΗΛ, όπου, σ. 97
ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ Ν. ΤΑΣΟΥ, Η ιστορική πορεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης Μεσσηνίας (1833-1997), Εκδόσεις Α.Γ. Κάππος, Καλαμάτα 1997, σ. 14



Printfriendly