Ο Αρχηγός των Ανυπότακτων της Πελοποννήσου
Ο Μάρκος γεννήθηκε στο Ψάρι το Δεκέμβριο του 1700, γιος του καπετάνιου των αρματολών της Τριφυλίας Δημήτρη Ντάρα και εγγονός του κλεφταρχηγού Αλέξη Ντάρα, του γενάρχη των Νταραίων. «Ήταν καλοφτιαγμένος και γεροδεμένος σαν τον πατέρα του και τον παππού του. Με τετράγωνους ώμους και πλατύ στήθος, ψηλός. Ήταν μελαχροινός, με μακρυά μαύρα γένια και μεγάλη μουστάκια» όπως μας πληροφορεί ο Αναστάσιος Δάρας στο βιβλίο του Νταραίοι κλεφταρχηγοί και αγωνιστές.
Ο Μάρκος Ντάρας έγινε καπετάνιος κοντά στο 1720 λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα στη μάχη της Γαράτζας. Η πρώτη του ομάδα ήταν μια ομάδα 100 ανδρών. Με αυτούς ξεκίνησε τις πρώτες του πετυχημένες μάχες κατά των Τούρκων και κατάφερε μέσα σε λίγο διάστημα να ηγείται μιας ομάδας που ξεπερνούσε του 300- 400 άνδρες. Οι πρώτοι που κατατάχθηκαν ήταν Ψαραίοι και Σουλιμοχωρίτες Ντρέδες όμως στη συνέχεια ήρθαν και από άλλες περιοχές στην πλειονότητά τους κυνηγημένοι από τους Τούρκους.
Η σημαία του εκστρατευτικού σώματος του Μάρκου Ντάρα ήταν η εικόνα του Αϊ-Γιώργη και γύρω γύρω έγραφε «Προστάτης των Χριστιανών της Πελοποννήσου, άσπονδος εχθρός και διώκτης των των Τούρκων και των Αλβανών». Η φήμη του ξεπέρασε πολύ γρήγορα τα βουνά της βόρειας Μεσσηνίας όπου ήταν το βασικό λημέρι του και έφτασε σε όλο τον Μοριά. Γι' αυτό και ο Μάρκος Ντάρας όπως γράφει ο Αθ. Γρηγοριάδης στο βιβλίο του Ιστορικαί Αλήθειαι εθεωρείτο ο μάλλον επιφανέστερος πάντων. «Του Μάρκου Ντάρα η ηρωική ανδρεία, το ετοιμοπόλεμον, το ορμητικόν είς τα μάχας κατά των Τούρκων και Αλβανών, ως δε και η τόλμη και το ριψοκίνδυνον εν καιρώ των αρματωλών αυτού επιδρομών εκτελουμένων είτε ημέραν είτε νύκτα καταντώσι δυσπεργίγραπτοι. Συνάμα η ταχυποδία του, η ευκινησία του και η επιδεξιότης του περί την τουφεκοβολήν καθώς και τα πολλά του περιτπετειώδη και ρομαντικά του επεισόδια και τα ανδραγαθήματα κρίνονται άξια ειδικής ιστορίας. Διό και κατ' εκείνους τους χρόνους ο αρματωλός Ντάρας εθεωρείτο ο μάλλον επιφανέστερος πάντων εν γένει των τότε διεπραψάντων κλεφτών και αρματωλών της Πελοπονήσσου.»
Ο Μωρά Βαλής Σουλεϊμάν πασάς προσπάθησε πολλές φορές να πλησιάσει και να προσεταιριστεί τον Μάρκο Ντάρα καθώς έβλεπε ότι δεν μπορούσε να τον νικήσει. «Του παρήγγειλε λοιπόν πολλές φορές με διαφόρους κοτζαμπάσηδες να έρθει να προσκυνήσει και αυτός πρόθυμος να του δώσει άφθονα γρόσια και να τον διορίσει αρχηγό των Αρβανιτών που υπηρετούσαν στην σωματοφυλακή του» όπως γράφει ο Αν. Δάρας (Νταραίοι, σ. 63). Η φήμη του ήταν τόσο μεγάλη που σύμφωνα με τον Αθ. Γρηγοριάδη ο Σουλτάνος του είχε προτείνει να τον προσλάβει στην τιμητική φρουρά του παλατιού. «Είναι ιστορικώς αληθέστατο ότι η φήμη της ηρωικής ανδρείας και τα πολλά και μεγάλα ανδραγαθήματα του Μάρκου Ντάρα, είχον φθάσει εις της ακοάς του σουλτάνου. Φλεγομένου δε εκείνου υπό μεγάλας επιθυμίας διά να ζωγραφηθή ο περιώνυμος εκείνος αρματωλός πρότεινεν εις τον ίδιον, χαρίζων την ζωή του να τον προσλάβη εις την στρατιωτικήν του υπηρεσία της τιμητικής φρουράς του Σουλτανικού Παλατίου». (Ιστορικαί αλήθειαι, σ. 21) Όλες οι προσπάθειες να καταφέρουν, με όποιον τρόπο, να νικήσουν τον Μάρκο Ντάρα απέτυχαν.
Ο Μάρκος Ντάρας και όλοι οι άλλοι οπλαρχηγοί συνέχιζαν τη δράση τους κατά των Τούρκων. «Ο (Μάρκος) Ντάρας με τους κλέφτες γύριζε όλο το Μωριά και πολλές φορές κατέβαινε σε κωμοπόλεις και στα χωριά του κάμπου, για να τιμωρήσει παραδειγματικά κάποιο δυνατό Τούρκο που καταπίεζε τους χριστιανούς. Για αυτό Έλληνες χωρικοί και οι κοτζαμπάσηδες τον βοηθούσαν με κάθε τρόπο. Τον πληροφορούσαν έγκαιρα για τις κινήσεις των τούρκικων αποσπασμάτων κι έτσι μπορούσε εύκολα να ξεφύγει από το κυνηγητό τους» γράφει στο βιβλίο του ο Αν. Δάρας. Με τον Μάρκο Ντάρα συνεργάζονταν στενά όλοι οι γνωστοί Κλέφτες της Πελοποννήσου. Ο προπάππους του Θ. Κολοκοτρώνη, Δήμος αποκαλούμενος και Μπότσικας, ο Γιάννης Μαντάς από την Καρύταινα, ο Μήτρος Πιθυμούντας από την Τριφυλία, και ο Μήτρος Περίβολος από τα Καλάβρυτα.
«[...] Περιερχόμενοι νυχθημερόν τας διαφόρους επαρχίας της Πελοποννήσου, επήνεγκον απεριγράπτους λεηλασίας, αιχμαλωσίας και σφαγάς και θηριωδίας εις τους Τούρκους, δι' ο και τα ονόματα των κλεφταρχηγών εκείνων προξενούσαν φόβο και τρόμο απερίγραπτο εις εκείνους. Επί τέλους δε οι Τούρκοι βλέποντες ότι δεν δύνανται να τους βλάψωσι, ηναγκάσθησαν να τους αφήσωσι ακαταδίωκτους» γράφει ο Αθ. Γρηγοριάδης. (Ιστορικαί αλήθειαι, σ.16)
Και ο Αν. Ντάρας στο βιβλίο του περιγράφει ότι μετά τις αλλεπάλληλες νίκες του Μάρκου Ντάρα ακόμη και το άκουσμα του ονόματός του προκαλούσε τρόμο στους Τούρκους.
«Οι Τούρκοι βλέποντες πως με όλες τις καταδιώξεις τους δεν μπορούσαν να χαλάσουν τους φοβερούς εκείνους κλεφταρχηγούς και προ πάντων τον περιβόητο αρχηγό τους Μάρκο Ντάρα, που τους είχε κάμει τόσες σοβαρές ζημιές και που στο άκουσμα του ονόματός του τρέμανε, τους άφησαν στο τέλος ακυνήγητους και ασύδοτους και έτσι οι κλέφτες γύριζαν νύχτα μέρα λεύτερα σε όλα τα χωριά του Μωριά. Οι Τούρκοι περιορίστηκαν στις πόλεις και στα κάστρα τους και ο Μάρκος Ντάρας με τους συντρόφους του ήταν ο πραγματικός εξουσιαστής της υπαίθρου... που δεν δίσταζε να κατεβαίνει και στους κάμπους για να τιμωρεί σκληρά τους βασανιστές των χριστιανών».
Την αρχηγική φυσιογνωμία και τον ηγετικό ρόλο του Μάρκου Ντάρα στην εποχή του επιβεβαιώνει και ο Ηλ. Οικονομόπουλος στο βιβλίο του Αρματωλοί και Κλέφται: «[...] Ο Μήτρος Πιθυμούντας επίσης εκ Τριφυλίας ο εκ Καρυταίνης Δήμος Κολοκοτρώνης, περιώνυμος επί τόλμη και ου πλείστα διηγούνται ηρωικά κατορθώματα. Ο εκ Καλαβρύτων Μήτρος Περίβολος, οίτινες πάντες ηγούντο μεν ιδιαιτέρων σωμάτων εξ 100 ή 200 ανδρών αλλά διετέλουν σχεδόν πάντοτε υπό την γενικήν αρχηγίαν του Ντάρα [...] Προς τον ατυχή Ντάραν, κατά κοινήν τότε ομολογίαν, μόνον ο περιβόητος Ζαχαριάς ηδύνατο να παραβληθή επί τόλμη και ανδραγαθίαν [...]»
Αντίστοιχη είναι και η αναφορά του Σπύρου Μελά στο βιβλίο του Ο Γέρος του Μωριά. Συγκεκριμένα γράφει: «Ωστόσο στα βουνά φυσούσε άλλο αέρι. Στο απάτητα λημέρια τους άρχισε να ξαναζωντανεύει σιγά σιγά η κλεφτουριά. Ο αντρισμός μουδιασμένος από το βαρύ χτύπημα των Τούρκων, ξανάπαιρνε απάνω του. Ο (Μάρκος) Ντάρας δεν καρτερούσε τους Τσάρους να του κάνουν δώρο τη λευτεριά του. Είχε από τη μέση του κρεμασμένο τον αυτοκράτορα -το γιαταγάνι του- [...] Ο Μπότσικας Κολοκοτρώνης ήταν από τα παλληκάρια του. Και ακόμα είχε από την Πάτρα τον Μαντά και τον Περίβολο από τα Καλάβρυτα [...]»
Η προδοσία του Τσέλιου Κρίστεβα
Η πρώτη φορά που οι Τούρκοι είχαν τη μεγάλη ευ καιρία μπροστά τους να καταφέρουν να νικήσουν τον Μάρκο Ντάρα και τους άλλους οπλαρχηγούς ήταν το 1740 με την προδοσία του Τσέλιου Κριστώφ, ή Κρίστεβα. Όλα ξεκίνησαν το 1738 όταν ο βουλγαγικής καταγωγής Κρίστεβα που υπηρετούσε ως μισθοφόρος της τιμητικής φρουράς του Μωρά Βαλή Σουλεϊμάν πασά στην Τρίπολη σκότωσε έναν Τούρκο αξιωματικό λόγω ερωτικής αντιζηλίας κι αναγκάστηκε να βγει στα βουνά ώσπου κατάφερε να βρει τον Μάρκο Ντάρα στα δάση της Κόκλας.
Εκεί αφού του περιέγραψε τα γεγονότα, ο Μάρκος Ντάρας πείστηκε και τον δέχτηκε στην ομάδα του όπως είχε συμβεί και με άλλους που τους κυνηγούσαν οι Τούρκοι. Όπως περιγράφουν τόσο ο Αθ. Γρηγοριάδης όσο και ο Αν. Δάρας, ο Κρίστεβας ως μέλος της ομάδας του Μ. Ντάρα επί δύο χρόνια, κατάφερε να μάθει όλα τα λημέρια και τις διαδρομές που ακολουθούσαν και έτσι πρότεινε στους Τούρκους να τους οδηγήσει στον Μάρκο Ντάρα και τους άλλους οπλαρχηγούς. «Όταν λοιπόν ο Κρίστεβας πρότεινε το σχέδιο τον Μωρά Βαλή Πασά εκείνος δέχθηκε χαρούμενος και ετοίμασε δυνατό στράτευμα από 3000 διαλεχτούς Τούρκους και 2000 επίσης διαλεχτούς Αρβανίτες για αυτό το σκοπό, με αρχηγό τον Αλιόμπεη και τον τούρκο Δερβίς Αγά» γράφει ο Αν. Δάρας.
Το τελικό χτύπημα δόθηκε στο δάσος του Δραγουμάνου στην Ολυμπία όπου κρύβονταν ο Ντάρας, ο Μπότσικας, ο Πιθυμούντας, ο Περίβολος και ο Μαντάς με 400 παλικάρια. Όταν πήγαν να βγουν το πρωί της 10ης Μαρτίου 1740 έπεσαν ανύποπτοι στην ενέδρα. Η μάχη που ακολούθη σε ήταν λυσσαλέα και μόνο ο Μάκρος Ντάρας με 50 άνδρες κατάφερε να διαφύγει προς το Κλέσουρα και στη συνέχεια στα Σουλιμοχώρια. Όλοι οι άλλοι καπεταναίοι έπεσαν νεκροί.
Ήταν το ισχυρότερο πλήγμα που είχαν δεχτεί μέχρι τότε οι ανυπότακτοι αρματολοί της Πελοποννήσου. Ο Μάρκος Ντάρας αφού έμεινε για λίγο διάστημα στα Σουλιμοχώρια, όπου οι Τούρκοι δεν πατούσαν, ανασύνταξε την ομάδα του με κύριο στόχο να πάρει εκδίκηση. Να βρει τον Τσέλιο Κριστώφ και να τον σκοτώσει για την προδοσία. Σύμφωνα με τον Αθ. Γρηγοριάδη ο Κρίστεβας αφού πήρε ως ανταμοιβή για την προδοσία 300 χρυσούς μαχμουδιέδες (τουρκικά φλουριά) έφυγε από την Τρίπολη τα ξημερώματα της 20ής Ιουλίου 1740 με φύλαξη από 30 Αλβανούς με σκοπό να πάει στο Ναύπλιο κι από εκεί με πλοίο προς την Κωνσταντινούπολη. Ο Μάρκος Ντάρας χρησιμοποιώντας τις σχετικές πληροφορίες που είχε πραγματοποίησε αιφνιδιαστική επιδρομή στον Αχλαδόκαμπο της Αργολίδας τον συνέλαβε και τον σκότωσε. Όπως και όλη τη φρουρά του. Τα κεφάλια τους τα φόρτωσαν σε ένα γαϊδούρι και τα έστειλε με δύο Έλληνες χωρικούς στην Τρίπολη μαζί με μια επιστολή στον Σουλεϊμάν πασά τον Βαλή του Μωρέως η οποία διεσώθη στο βιβλίο του Αθ. Γρηγοριάδη Ιστορικαί αλήθειαι.
«Σουλεϊμάν Πασά- Βαλή του Μωρέως,
»Σού γράφω πως εγώ έπιασα και έσφαξα τον άτιμον ποδότη Βούλγαρον Τσέλιον Κριστέβαν και τους στρατιώτας σου Αρβανίτας. Να μάθης το λοιπόν πως και συ και λοιποί ομοθρησκοί σου Μπέηδες και Αγάδες του Μωρέως να σταματήσετε πλιά να μας κυνηγάτε, και να μας σκοτώνετε, γιατί αλλοιώς να καρτερήτε όλοι θάνατο τέτοιον πως τον άτιμον προδότην Κριστέβαν και τους Αρβανίτες σου.
«Άκουσε όλα αυτά που σήμερον σου γράφω, γιατί ύστερα και εσύ και οι Μπέηδες και Αγάδες σου Τούρκοι και Αρβανίτες θα μετανοιώσετε. Είναι η ώρα έως 3 μετά το μεσημέρι και εγώ με τα παλληκάρια μου φεύγω από εδώ και πηγαίνω να κάμω λημέρι σε κανένα άλλο μέρος του Μωριά.
Από το χωριό Αχλαδόκαμπο στις 20 του μηνός Ιουλίου του 1740.
»Ο άσπονδος εχθρός σου και των λοιπών Αγάδων» Μάρκος Ντάρας Αρκαδινός αρματωλός
Η προδοσία του Γιόγκα
Η ηρωική διαδρομή του Μάρκου Ντάρα έκλεισε στις 20 Ιουνίου 1745 δολοφονημένος από ένα παλικάρι που υπηρετούσε στην ομάδα του και που θεωρείτο από τα πιο αφοσιωμένα μάλιστα εκείνη την περίοδο. «Εδολοφονήθη και ο Ντάρας δια προδοσίας ενός Αλβανού Γιόγκα καλούμενου διατελούντος εν τη κλέφτικη συμμορία του Ντάρα. Εδολοφονήθη δε ο φοβερός εκείνος κλεφταρχηγός εν τη κώμη Ίσαρη εν ω κετέκειτο κλινήρης, ολομόναχος και κοιμώμενος ένεκα καίριας πληγής του αριστερού ποδός, εν τινί χριστιανική οικία παρά τινός εμπειρικού ιατρού της τότε εποχής καλούμενου Παναγιώτη Τρουβέλη, φονευθέντος κατόπιν κι αυτού παρά των Τούρκων» γράφει ο Αθ. Γρηγοριάδης.
Ο Μάρκος Ντάρας είχε τραυματιστεί στην μάχη της Καράτουλας έξω από τη Μεγαλόπολη σε μια σκληρή μάχη όταν με την ομάδα του που αποτελείτο από 300 παλικάρια αντιμετώπισε απόσπασμα με 600 Τούρκους και 250 Αλβανούς.
Ο Γιόγκας σύμφωνα με την ίδια ιστορία έλαβε από τον Μωρά Βαλή 50 χιλιάδες τουρκικά γρόσια και πήρε τη θέση του υποχιλίαρχου στην φρουρά του. Όμως μετά από 9 μήνες, τον Μάρτιο του 1746 συνελήφθη κοντά στο χωριό Καμάρι της Τρίπολης. Τον τιμώρησε διά τεμαχισμού ο Θανάσης Ριπεσιώτης ο οποίος από τα τέλη της δεκαετίας του '80 έως το 1800 συνέχισε και κράτησε τη σημαία του αγώνα του Μάρκου Ντάρα ως αρχηγός των κλεφταρματολών της ορεινής Τριφυλίας.
»Σού γράφω πως εγώ έπιασα και έσφαξα τον άτιμον ποδότη Βούλγαρον Τσέλιον Κριστέβαν και τους στρατιώτας σου Αρβανίτας. Να μάθης το λοιπόν πως και συ και λοιποί ομοθρησκοί σου Μπέηδες και Αγάδες του Μωρέως να σταματήσετε πλιά να μας κυνηγάτε, και να μας σκοτώνετε, γιατί αλλοιώς να καρτερήτε όλοι θάνατο τέτοιον πως τον άτιμον προδότην Κριστέβαν και τους Αρβανίτες σου.
«Άκουσε όλα αυτά που σήμερον σου γράφω, γιατί ύστερα και εσύ και οι Μπέηδες και Αγάδες σου Τούρκοι και Αρβανίτες θα μετανοιώσετε. Είναι η ώρα έως 3 μετά το μεσημέρι και εγώ με τα παλληκάρια μου φεύγω από εδώ και πηγαίνω να κάμω λημέρι σε κανένα άλλο μέρος του Μωριά.
Από το χωριό Αχλαδόκαμπο στις 20 του μηνός Ιουλίου του 1740.
»Ο άσπονδος εχθρός σου και των λοιπών Αγάδων» Μάρκος Ντάρας Αρκαδινός αρματωλός
Η προδοσία του Γιόγκα
Η ηρωική διαδρομή του Μάρκου Ντάρα έκλεισε στις 20 Ιουνίου 1745 δολοφονημένος από ένα παλικάρι που υπηρετούσε στην ομάδα του και που θεωρείτο από τα πιο αφοσιωμένα μάλιστα εκείνη την περίοδο. «Εδολοφονήθη και ο Ντάρας δια προδοσίας ενός Αλβανού Γιόγκα καλούμενου διατελούντος εν τη κλέφτικη συμμορία του Ντάρα. Εδολοφονήθη δε ο φοβερός εκείνος κλεφταρχηγός εν τη κώμη Ίσαρη εν ω κετέκειτο κλινήρης, ολομόναχος και κοιμώμενος ένεκα καίριας πληγής του αριστερού ποδός, εν τινί χριστιανική οικία παρά τινός εμπειρικού ιατρού της τότε εποχής καλούμενου Παναγιώτη Τρουβέλη, φονευθέντος κατόπιν κι αυτού παρά των Τούρκων» γράφει ο Αθ. Γρηγοριάδης.
Ο Μάρκος Ντάρας είχε τραυματιστεί στην μάχη της Καράτουλας έξω από τη Μεγαλόπολη σε μια σκληρή μάχη όταν με την ομάδα του που αποτελείτο από 300 παλικάρια αντιμετώπισε απόσπασμα με 600 Τούρκους και 250 Αλβανούς.
Ο Γιόγκας σύμφωνα με την ίδια ιστορία έλαβε από τον Μωρά Βαλή 50 χιλιάδες τουρκικά γρόσια και πήρε τη θέση του υποχιλίαρχου στην φρουρά του. Όμως μετά από 9 μήνες, τον Μάρτιο του 1746 συνελήφθη κοντά στο χωριό Καμάρι της Τρίπολης. Τον τιμώρησε διά τεμαχισμού ο Θανάσης Ριπεσιώτης ο οποίος από τα τέλη της δεκαετίας του '80 έως το 1800 συνέχισε και κράτησε τη σημαία του αγώνα του Μάρκου Ντάρα ως αρχηγός των κλεφταρματολών της ορεινής Τριφυλίας.
Στην Υψηλή Πύλη
Ο Αθ. Γρηγοριάδης αναφέρει ότι ο Σουλτάνος έκανε πολλές προσπάθειες μέσω του Μωρά Βαλή να θέσει υπό έλεγχο, να κάμψει την αντίσταση, να προσεταιριστεί με όποιον τρόπο τον Μάρκο Ντάρα. Στην τελική του προσπάθεια έστειλε τον Αλβανό Καραμάν πασά με σουλτανικό φιρμάνι να βρει τον Μάρκο Ντάρα είτε χαρίζοντάς του αμνηστία είτε δίνοντάς του μεγάλο ποσό να τον ζωγραφίσουν ζωντανό ή να τον στείλουν στην Κωνσταντινούπολη. Μόνο που ο Καραμάν πασάς έφτασε στην Πελοπόννησο 4 ημέρες μετά τη δολοφονία του Μάρκου Ντάρα και μετά από 15 ημέρες φιλοξενίας του στην Τρίπολη ξεκίνησε πάλι για την Πόλη. Ο Καραμάν πασάς έφτασε στο Ναύπλιο συνοδευόμενος από τον Μωρά Βαλή και στρατιωτική φρουρά που αποτελείτο από 2.000 σπαχήδες ιππείς και 4.000 Αλβανούς πεζούς. Εκεί επιβιβάστηκε στην τουρκική φρεγάτα συνοδευόμενη από 12 πολεμικά πλοία υπό την διοίκηση του αντιναυάρχου Χασάν πασά.
Ο Καραμάν πασάς έδωσε το ταριχευμένο κεφάλι του Μάρκου Ντάρα σε επίχρυσο δίσκο και του εξιστόρισε στον Σουλτάνο τον τρόπο με τον οποίο δολοφονήθηκε. Ο Σουλτάνος διέταξε να την τοποθετήσουν σε μια Πύλη του ανακτόρου προς ένδειξη θριάμβου της κυριαρχίας του.
Η θρυλική οικογένεια των Νταραίων
Ο ιδρυτής της μεγάλης κι ηρωικής οικογένειας των Νταραίων είναι ο Αναγνώστης (Αλέξης) Ντάρας γεννήθηκε το 1640 στο Ντάρα της Μαντίνειας. Το επώνυμο του ήταν Τζαβάρας, αλλά το άλλαξε σε Ντάρας για να μη βρουν τα ίχνη του όταν σε μικρή ηλικία αναγκάστηκε να διαφύγει στο Ζαΐμογλι (Δροσιά) της Πυλίας για να κρυφτεί και να σωθεί από τους Τούρκους που τον καταδίωκαν. Εκεί αφού παντρεύτηκε πήρε τα κοπάδια του και ήρθε να εγκατασταθεί στο Ψάρι το 1660.
Εκεί από το 1630 είχαν εγκατασταθεί οι πρώτες οικογένειες των Κονταίων και των Σγουραίων. Λίγα χρόνια αργότερα άλλες δύο οικογένειες ήρθαν από τη Μεγαλόπολη, οι Καρραίοι και οι Ντουλιμαναίοι. Έτσι το χωριό ήταν μοιρασμένο στις πέντε αυτές οικογένειες. Το Ψάρι αν και κτίστηκε αργότερα από τ' άλλα Σουλιμοχώρια, αναπτύχθηκε πιο γρήγορα και έτσι την περίοδο της Επανάστασης ήταν τόσο μεγάλο όσο και το Σουλιμά. Όπως καταγράφηκε άλλωστε και στο δημοτικό τραγούδι: «Το Ψάρι και το Σουλιμά, τα δυο κεφαλοχώρια, χαράτσι δεν πληρώνουνε, Τούρκους δεν προσκυνάνε [...]».
Εδώ λοιπόν Ο Αναγνώστης Ντάρας έγινε γρήγορα ο αρχηγός και καπετάνιος όλων των γύρω χωριών, αποκτώντας δικό του στρατιωτικό σώμα και προστατεύοντας τα Σουλιμοχώρια από τις αυθαιρεσίες των Τούρκων του κάμπου όπως γράφει ο Αναστάσης Δάρας στο βιβλίο του Αγώνες στο Μωριά (1446- 1828). Νταραίοι Κλεφταρχηγοί και Αγωνιστές.
Η φήμη του εξαπλώθηκε πέρα από την Τριφυλία και στην Ολυμπία. Το 1684 πολέμησε στο πλευρό των Ενετών στην Πύλο και στη Μεθώνη. Μετά τον θάνατο του Αναγνώστη Ντάρα το 1685 στην πολιορκία της Κορώνης οι Ενετοί διόρισαν τον μεγαλύτερο γιο του, Δημήτρη Ντάρα, αρματολό της Τριφυλίας.
Ο 25χρονος Δημήτρης είχε προηγουμένως ανακηρύχθηκε αρχηγός από τα παλικάρια που υπηρετούσαν τον πατέρα του αφού τον γνώριζαν γιατί πολεμούσε μαζί τους από 18 χρονών.
Ο Δημήτρης Ντάρας με την ομάδα του διακρίθηκε σε διάφορες μάχες και η φήμη του μεγάλωσε ώστε ο ίδιος ο Προβλεπτής των Ενετών να βαφτίσει τον μεγάλο του γιο, Μάρκο από το όνομα του πολιούχου της Βενετίας. Τον Μάρκο Ντάρα που έμελλε να γίνει ο αρχηγός των οπλαρχηγών της Πελοποννήσου.
Ο Δημήτρης Ντάρας έπεσε μαχόμενος στη Γαράτζα στη μεγάλη μάχη με τους Τούρκους το 1715. Με τον θάνατο και του Μάρκου Ντάρα το 1745 δεν σταμάτησε η ηρωική αντίσταση των Νταραίων. Οι Τούρκοι προσπάθησαν να σταματήσουν την ιστορία της οικογένειας θανατώνοντας τους τρεις μεγάλους γιους του Μάρκου στην Σκάλα του Μελιγαλά. Δεν κατάφεραν να σκοτώσουν και τον 5χρονο τότε Αλέξη Ντάρα που τον διέσωσε ο θείος του Στάθης φυγαδεύοντάς τον στη Δημάντρα.
Ο Αλέξης Ντάρας με αφορμή μια σειρά από γεγονότα και δολοφονίες Τούρκων βγήκε από το 1760 στον αγώνα κατά των Τούρκων και μέχρι το 1789 που σκοτώθηκε. Έλαβε μέρος στα Ορλωφικά ενώ μεγάλη ήταν η συμβολή του στη Μάχη των Τρικόρφων, το 1779, όπως προκύπτει από επιστολή, την οποία έστειλαν οι κλεφτοκαπεταναίοι, από τα Τρίκορφα στους Αλβανούς της Τριπολιτσάς, και την υπογράφει σαν συναρχηγός των καπεταναίων μαζί με τον Κωνσταντή Κολοκοτρώνη.
«Αρβανίτες,
»Το γράμμα σας το ελάβαμεν, και σας γράφομεν και ημείς ότι ποτέ δεν είχαμε σκοπόν για να ανταμωθούμεν με τους Τούρκους, διότι κι' αυτούς θεωρούμεν κακούς εχθρούς μας, και νάρθουμε να σας χτυπήσουμε, τα θέλετε εσείς γιατί από το καιρό που γένηκε το σεφέρι (επανάστασις) το Μάρτη το έτος 1769 και εμβήκατε στο Μωρία για να βοηθήστε τους Τούρκους και να κτυπήσετε εμάς τους Μωραΐτες, δέκα χρόνια γένονται από τον καιρό εκείνον έως σήμερα, που μας ετυραννίσατε, μας εγδύσατε, εσκοτώσατε τους πατέρες μας, τις μητέρες μας, τα αδέρφια μας, τις γυναίκες μας, τα παιδιά μας, τους συγγενείς μας, και τους πατριώτες μας και μας κάμετε τέτοια πολλά κακά που εμείς δεν μπορούμε πλιά να σας χωνεύσωμε, και ούτε να σας συγχωρήσωμεν για δαύτο μαζωχθήκαμε ούλοι δω πέρα να σας χτυπήσωμε και με τη δύναμι του Θεού αν μπορέσωμε και να σας διώξουμε πλιά από το Μωριά.
»Αν εσείς θέλετε για να σας πολεμήσουμε και να σκοτωθούμε, εμείς σας συγχωρούμε για όλα τα χάλια που μας εκάματε, κι ελάτε μερικοί από όλους σας να μας φέρετε τα άρματά σας, και να μας δώσετε και όσα χρήματα έχετε στα κεμέρια σας που τα μαζώξατε από τους πατριώτες μας, κι υστέρα να σας στείλουμε με μεγάλο σιγουρητό στην πατρίδα σας, ελάτε και σας καρτερούμε, γιατί παν εκείνα που ξέρετε, ελάτε το ταχύ, αλοιώς θα το μετανοήσετε.
»Από Τρίκορφα 10 Ιουλίου έτος 1779 »
Με τη συμφωνίαν από όλους τους κλέφτας και τους αρματωλούς του Μωριά, υπογράφουμε εμείς οι πρώτοι αρχηγοί: Κωνσταντίνος Κολοκοτρώνης και Αλέξης Ντάρας.» Οι υπαρχηγοί: Ι. Αναγνώστης, Κολοκοτρώνης και οι αδελφοί του Αποστόλης και Γιώργος, Ιωάννης Θιακός, Ιωάννης Κόρδας, Ιωάννης Ρούσης, Χρ. Ντουσιακίτης, Ιωάννης Νταβός, Δήμος Μπαρακούρας, Πάνος Κρεμαστιώτης, Αναστάσιος Μιουτζάρας, Παναγιώτης Βενετσαναίος ή Παναγιώταρος, Γεώργιος Μαργέλης»
Δέκα χρόνια μετά ο Αλέξης Ντάρας πέφτει νεκρός στη μάχη με τους Τούρκους μετά από ενέδρα που είχαν στήσει στην Αρκαδιά (Κυπαρισσία).
Άξιος συνεχιστής του Αλέξη Ντάρα που έλαβε τον αγώνα στην Επανάσταση του 1821 ο γιος του Αντώνης Ντάρας, ο Γιώργος Ντάρας και άλλα μέλη της οικογένειας των Νταραίων. Ο Αντώνης Ντάρας είχε μυηθεί στην Φιλική Εταιρεία και θεωρείτο ο Νέστορας των Ντρέδων.
Ανδρέας Μπούσιος. Δημοσιογράφος, συγγραφέας
Στο "Ντρέδες. Στην πρώτη γραμμή της Ελληνικής Παλιγγενεσίας"