Ανάμεσα στα χωριά του Αετού και της Μάλθης, στις πλαγιές των βουνών στα Ν. τις κοιλάδας του Σουλιμά βρίσκεται το εγκαταλειμμένο πιά χωριό της Δροσοπηγής, γνωστό ως τα 1930 ως Βυδίσοβα. Η Βυδίσοβα υπήρξε σημαντικό χωριό στον μεσαίωνα ενώ στους νεότερους χρόνους οι κάτοικοί του το εγκατέλειψαν και εγκαταστάθηκαν στα πεδινά δημιουργώντας το χωριό του Κόκλα Στη Δροσοπηγή διασώζεται σήμερα η μεσαιωνική εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, όπως και η πέτρινη κρήνη από την οποία αναβλύζει ακόμη και σήμερα νερό.
Την Βυδίσοβα επισκέφτηκε ο Σουηδός αρχαιολόγος M. N. Valmin την δεκαετία του 1920 και αναφέρει την εύρεση κεραμικών αποτμημάτων που χρονολογούνται από την Υστεροελλαδική περίοδο.[1]
Στην δεκαετία του 1960 οι Αμερικανοί αρχαιολόγοι William A. McDonald και Richard Hope Simpson επισκέφτηκαν την περιοχή και αναφέρουν ότι δεν βρήκαν αρχαία κεραμική στην Βυδίσοβα και οι όποιες αρχαιότητες στην θέση θα πρέπει να χρονολογηθούν από την Βυζαντινή εποχή και ύστερα.[2]
Στα 350μ. Α. από τον λόφο που βρίσκεται η Δροσοπηγή και στην συμβολή με τον διπλανό λόφο υπάρχει ένα φαράγγι βάθους περίπου 30- 40μ. το οποίο έχει κατεύθυνση Ν- Β. Στο φαράγγι αυτό εντοπίζετε σημαντική πηγή που μέχρι και σήμερα έχει σημαντική ποσότητα υδάτων. Το ρέμα αυτό ρέει προς τα Β. και κατεβαίνει προς την πεδιάδα της Μάλθης. Στην πεδιάδα και περίπου 2χλμ. Ν από την προϊστορική ακρόπολη της Μάλθης το ποτάμι ενώνεται με ένα άλλο σημαντικό ρέμα που κατεβαίνει από την περιοχή του Κεφαληνού. Το ποτάμι είναι γνωστό ως Ασπροπόταμος ή ποτάμι της Βυδίσοβας -το Βυδισοβαίικο και ακόμη και σήμερα έχει αρκετά νερά ειδικά τους χειμερινούς μήνες.
Το φυσικό περιβάλλον στο μικρό φαράγγι της Δροσοπηγής είναι εκπληκτικής ομορφιάς και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις πλαγιές των τριγύρω λόφων όπου παντού είναι φυτεμένα ελαιόδεντρα. Η πλούσια βλάστηση και τα τρεχούμενα νερά δημιουργούν έναν ειδυλλιακό, πανέμορφο και γαλήνιο μικρόκοσμο, αποκομμένο και κρυμμένο από την υπόλοιπη περιοχή.
Στο φαράγγι της Δροσοπηγής και στην Α. όχθη του ρέματος εντοπίζεται ένας μικρός σπηλαιώδης ναΐσκος[3]. Τον ναΐσκο επισκέφθηκε ο M. N. Valmin, ο οποίος αναφέρει σχετικά[4]:
"Περίπου τέσσερα χιλιόμετρα νότια πάνω από τη δεξιά όχθη του ίδιου ποταμού (του Βυδισοβαίικου), όπου αυτό έχει κόψει την πορεία του βαθιά στον μαλακό ασβεστόλιθο, βρήκα ένα μικρό παρεκκλήσι σε σπήλαιο τώρα αφιερωμένο στην Παναγία. Είναι κομμένο στο βράχο περίπου 20μ. πάνω από την κοίτη του ποταμού. Κάποιος ανεβαίνει σε αυτό από ένα επικίνδυνο μονοπάτι.
Η είσοδος βλέπει δυτικά και αποτελείται από μια διπλή πόρτα με έναν κίονα στη μέση κομμένη στο βράχο. Μπροστά από την πόρτα στον απέναντι τοίχο είναι κομμένος ένας βωμός και ένας πέτρινος πάγκος τρέχει κατά μήκος των τοίχων. Οι διαστάσεις του παρεκκλησίου είναι μικρές: 5,20μ. μήκος, 3,40μ. πλάτος και 3,80μ. ύψος. Στον δεξιό τοίχο υπάρχουν πέντε μικρές ημικυκλικές κόγχες ενός τύπου που απαντά τόσο σε αρχαία ιερά όσο και σε χριστιανικά.
Πίσω από το παρεκκλήσι παρατήρησα στην πλαγιά δύο τετράπλευρα θεμέλια σπιτιών και μερικά όψιμα ελληνιστικά ή ρωμαϊκά όστρακα."
Από την αναφορά του Valmin για ανεύρεση αρχαίας κεραμικής, την ίδια την κατασκευή του ναΐσκου με σκαλισμένο στο βράχο βωμό ή τράπεζα προσφορών, αλλά κυρίως την τοποθεσία του ιερού στην πανέμορφη χαράδρα πλησίον σημαντικής πηγής, συμπεραίνουμε ότι στο σημείο αυτό θα πρέπει πιθανότατα να υπήρχε αρχαίο Νυμφαίο.
Η χαρακτηριστική πρόσοψη του μνημείου με τις δύο θύρες εισόδου και τον κίονα στην μέση αναφέρετε στις αρχαίες πηγές να σχετίζεται με τις Νύμφες, αφού στην Οδύσσεια το σπήλαιο των νυμφών περιγράφετε να έχει δύο θύρες:[5]
Στὴ μέσα ἄκρη πάλι τοῦ λιμανιού βρίσκεται ἐλιὰ μὲ τὰ στενόμακρα φύλα, καὶ κοντά της εἶναι μιὰ ὄμορφη, σκοτεινή σπηλιά, ἀφιερωμένη στις Νύμφες, ποὺ εἶναι γνωστὲς μὲ τ᾿ ὄνομα Ναϊάδες. Μέσα σ' αὐτὴν ὑπάρχουνε κρατῆρες καὶ πέτρινες στάμνες, ὅπου κάνουν τις κερήθρες τὰ μελίσσια.
Ὑπάρχουν ἐκεῖ καὶ μεγάλοι ἀργαλειοὶ ἀπὸ πέτρα, ὅπου οἱ Νύμφες φαίνουν ὑφάσματα μὲ χρῶμα κόκκινο βαθύ, ποὺ εἶναι θαῦμα νὰ τὰ κοιτάζῃς· ὑπάρχουν καὶ νερὰ ποὺ τρέχουν ἀδιάκοπα. Βρίσκονται καὶ δυὸ πόρτες, ποὺ ἡ μιά τους βλέπει στὸ Βοριὰ καὶ τὴν περνοῦν οἱ ἀνθρώποι, ἐνῷ ἡ ἄλλη ἡ θεϊκιὰ κοιτάει κατὰ τὸ Νότος ἀπ' αὐτὴν ὅμως δὲν μπαίνουν οἱ θνητοί, παρὰ εἶναι τῶν ἀθάνατων τὸ διάβα.
Τα νυμφαία[6] για τους αρχαίους Έλληνες ήταν χώροι ιεροί αφιερωμένοι στις νύμφες προστάτιδες των πηγών, όπως ήταν οι Ναϊάδες. Σχετική αναφορά έχουμε από την εποχή του Ομήρου αλλά και αναφορές από τον Στράβωνα και τον Πλούταρχο. Οι χώροι, κυρίως φυσικά σπήλαια, με πηγές νερού αποτελούσαν χώρους λουτρών των νυμφών. Χαρακτηριστικά ο Όμηρος αναφέρει το νυμφαίο της Ιθάκης όπου ο Οδυσσέας κατέφυγε όταν έφτασε στο νησί του. Επίσης η κατοικία της Καλυψούς ήταν ένα φυσικό σπήλαιο, άρα νυμφαίο.
Οι νύμφες ήταν νεαρές γυναίκες θεϊκής καταγωγής όπου η ζωή τους ήταν αποκλειστικά στην φύση, στις πηγές, στα ποτάμια και στα βουνά. Είχαν ομορφιά που μάγευε, καθώς και μελωδικές φωνές. Ανάλογα με το μέρος όπου βρίσκονταν τις κατατάσσουμε σε τρείς κατηγορίες. Τις Δρυάδες δηλαδή τις νύμφες των δέντρων, τις Ναϊάδες δηλαδή τις νύμφες των πηγών και των ποταμών και τις Ορεστιάδες, τις νύμφες, των βουνών. Συνήθως τα νυμφαία βρίσκονταν κοντά σε ναούς αφιερωμένους στον θεό Απόλλωνα, εξαιτίας του έρωτα του θεού με την νύμφη Δάφνη.
Οι νύμφες ήταν νεαρές γυναίκες θεϊκής καταγωγής όπου η ζωή τους ήταν αποκλειστικά στην φύση, στις πηγές, στα ποτάμια και στα βουνά. Είχαν ομορφιά που μάγευε, καθώς και μελωδικές φωνές. Ανάλογα με το μέρος όπου βρίσκονταν τις κατατάσσουμε σε τρείς κατηγορίες. Τις Δρυάδες δηλαδή τις νύμφες των δέντρων, τις Ναϊάδες δηλαδή τις νύμφες των πηγών και των ποταμών και τις Ορεστιάδες, τις νύμφες, των βουνών. Συνήθως τα νυμφαία βρίσκονταν κοντά σε ναούς αφιερωμένους στον θεό Απόλλωνα, εξαιτίας του έρωτα του θεού με την νύμφη Δάφνη.
Πιθανόν στους Βυζαντινούς χρόνους το αρχαίο Νυμφαίο να μετατράπηκε σε χριστιανικό ναΐσκο αφιερωμένο στην Παναγία, γνωστό κυρίως στους ντόπιους, ως Βραχοπαναγίτσα.[7]
Η Βραχοπαναγίτσα λειτουργείτε κάθε Δευτέρα του Πάσχα ενώ η μετάβαση στο σημείο είναι πολύ εύκολη αφού υπάρχει χωματόδρομος σε καλή κατάσταση που οδηγεί ως την χαράδρα ενώ στο σημείο του ναΐσκου υπάρχει κατασκευή και σκαλιά από τσιμέντο που καθιστούν την πρόσβαση πολύ εύκολη.
"Αριστομένης ο Μεσσήνιος"
[1] M. N. Valmin: Årsberattelse. Bulletin de la Societe Royale des Letters de Lund 1926-1927. Σελ: 57
[2] William A. McDonald και Richard Hope Simpson: Prehistoric habitation in Southwestern Peloponnese (1961). Σελ: 233
[3] Η θέση του ναΐσκου via google maps 37.239097, 21.852334
[4] M.N. Valmin. Årsberattelse. Bulletin de la Societe Royale des Letters de Lund 1926-1927.Σελ:58-59
[5] Οδύσσεια Ν, 102-112. Μετάφραση, Γ. Δ. Ζευγώλη.
[6] -Κυριάκος Β. Αργυρού: "Ιερά και λατρευτικές πρακτικές στη Ρόδο: Σύνθεση του θρησκευτικού τοπίου μέσα από τα αρχαιολογικά κατάλοιπα από το -408 έως και την Ελληνιστική περίοδο."Σελ:31-32
-Ιστοχώρος «Ελληνικός Πολιτισμός»: Νύμφες (online)
[7] Η Βραχοπαναγίτσα της Δροσοπηγής δεν θα πρέπει να συγχέετε με την Βραχοπαναγίτσα κοντά στο μεσαιωνικό κάστρο του Μίλα, περίπου 5χλμ. ΒΑ.