.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2024

Καστάνια, ένας μικρός Μυστράς στη Μεσσηνιακή Μάνη

Μιχάλης Κάππας
"Καστάνια, ένας μικρός Μυστράς στη Μεσσηνιακή Μάνη: Εργασίες αποκατάστασης και ανάδειξης των μνημείων του οικισμού"


Η Καστάνια συνιστά έναν από τους σημαντικότερους οικισμούς της Μεσσηνιακής Μάνης, που διατηρεί ακόμη αναλλοίωτο τον βυζαντινό του χαρακτήρα1. Βρίσκεται σε υψόμετρο 550 μέτρων, καλά προφυλαγμένη σε μια ρεματιά των νοτιοδυτικών προβούνων του Ταϋγέτου. Οι δεκάδες βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες της, από κοινού με τα αλώνια και τους νερόμυλους στις παρυφές του οικισμού, προσφέρουν τη δική τους μαρτυρία για το ένδοξο παρελθόν της. 
Ο ναός του Αγίου Πέτρου, γύρω από τον οποίο ήταν πιθανώς οργανωμένος ο αρχικός πυρήνας κατοίκησης, χρονολογείται λίγο μετά τα μέσα του 12ου αιώνα2. Πολύ πρόσφατα, ένα ακόμη αξιόλογο μνημείο, ο Άι Στράτηγος στη θέση Νιόκαστρο, αναχρονολογήθηκε βάσει της κτητορικής του επιγραφής, στα τέλη του 12ου αιώνα, αυξάνοντας κατά πολύ τις γνώσεις μας για την πρώιμη ιστορία της Καστάνιας3. 
Κατά τη δέκατη τρίτη εκατονταετία κτίζονται σταδιακά οι εκκλησίες του Αγίου Ιωάννη4, του Αγίου Προκοπίου5, του Αγίου Γεωργίου6 και του Αγίου Νικολάου, στη γειτονιά «της Μαρούλαινας»7, ενώ κατά τη διάρκεια των επόμενων δύο αιώνων θα προστεθούν ακόμη ο εντυπωσιακός ενοριακός ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου8, ο διώροφος ναός του Αγίου Νικολάου (Άι Νικολάκης)9, ο Άγιος Νικόλαος «ο Τρικάμπανος»10, η Παναγίτσα11 και ο ναός του Αγίου Γεωργίου στη θέση Καμπινάρι12. Πολύ πρόσφατα εντοπίστηκε ένας ακόμη ερειπωμένος ναός στο κεντρικότερο τμήμα του οικισμού, αφιερωμένος σύμφωνα με την εντόπια προφορική παράδοση στον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, η ίδρυση του οποίου ανάγεται πιθανόν στην ύστερη βυζαντινή περίοδο13.
Η κομβική θέση της Καστάνιας στην αφετηρία των ορεινών μονοπατιών που διέσχιζαν κάποτε τον Ταΰγετο διασφάλιζε τη σύνδεση του χωριού με τα σημαντικότερα διοικητικά και καλλιτεχνικά κέντρα του Μοριά: τη Μονεμβασία και τον Μυστρά14. Στο εσωτερικό των εκκλησιών της σώζονται αξιόλογες τοιχογραφίες, από τα αντιπροσωπευτικότερα δείγματα κομνήνειας και παλαιολόγειας τέχνης στην Πελοπόννησο. Η ακμή του οικισμού θα συνεχιστεί και κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, όπως αποτυπώνεται στα σημαντικά μνημεία που οικοδομούνται στα χρόνια αυτά. Λίγο πριν από την Επανάσταση του 1821 κυρίαρχο ρόλο στον έλεγχο της Καστάνιας και της ευρύτερης περιοχής διαδραματίζει η οικογένεια του καπετάν Κωνσταντή Δουράκη, ο πύργος του οποίου δεσπόζει μέχρι σήμερα στην κεντρική πλατεία του οικισμού.
Το σύνολο των προαναφερθέντων μνημείων, σε συνδυασμό με τα σπίτια του χωριού, πολλά εκ των οποίων ανάγονται στην προεπαναστατική περίοδο, τα στενά δρομάκια του, τους νερόμυλους, τα αλώνια και τους εύφορους κήπους, καθιστούν την Καστάνια ένα μοναδικό σύνολο, όπου μπορεί κανείς να μελετήσει την εξέλιξη της οργάνωσης του οικισμού αλλά και τον τρόπο ζωής των κατοίκων του από τα βυζαντινά χρόνια έως σήμερα.
Προκειμένου να διασφαλιστεί ένα αυστηρότερο θεσμικό πλαίσιο προστασίας για αυτό το μοναδικής σπουδαιότητας μνημειακό σύνολο η Αρχαιολογική Υπηρεσία προχώρησε το 2009 στη συνολική κήρυξη της Καστάνιας ως αρχαιολογικού χώρου15. Ήδη από τότε σχεδιάστηκε ένα πρόγραμμα για τη σωτηρία του πολιτιστικού αποθέματος του χωριού, η υλοποίηση του οποίου ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 2010. 
Στην παρούσα δημοσίευση θα παρουσιαστούν συνοπτικά οι επεμβάσεις που εκτελέστηκαν τα τελευταία χρόνια στο σύνολο σχεδόν των μνημείων του οικισμού, ολοκληρωμένες ή σωστικού χαρακτήρα, με την αξιοποίηση τόσο κρατικών και ευρωπαϊκών πόρων όσο και ιδιωτικών χορηγιών. Θα προταχθούν τα τρία σημαντικότερα έργα αναστήλωσης σε μνημεία της Καστάνιας, η υλοποίηση των οποίων κατέστη εφικτή χάρη σε χορηγίες του Θανάση και της Μαρίνας Μαρτίνοu, η συνεχής και ουσιαστική υποστήριξη των οποίων στο δύσκολο έργο της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς όχι μόνο της Μάνης αλλά και ολόκληρης της Ελλάδας τους έχει δικαίως κατατάξει στη χορεία των μεγάλων ευεργετών αυτού του τόπου.


Το πρώτο έργο που υλοποιήθηκε με την αρωγή του ζεύγους Μαρτίνου σε συνεργασία με την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού υπήρξε αυτό της αποκατάστασης του ναού του Αγίου Νικολάου «στης Μαρούλαινας» (Εικ.1α, β)16. Πρόκειται για έναν από τους μικρότερους σταυρεπίστεγους ναούς του ελλαδικού χώρου, της Α1 παραλλαγής, σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση του Αναστασίου Ορλάνδου. Στην ανατολική του πλευρά προβάλλει μια μικρή αψίδα ιερού βήματος. Είναι κτισμένος χωρίς ιδιαίτερη εκζήτηση, με μικρούς λίθους, συνδετικό ασβεστοκονίαμα και μικρά τεμάχια πλίνθων στους αρμούς. Η δυτική όψη του ναού είναι πιο επιμελημένη, με δύο εντοιχισμένα αγγεία να κοσμούν το κεντρικό τμήμα του αετώματος, πάνω από το πλίνθινο τόξο της εισόδου, από τα οποία σήμερα σώζονται ελάχιστα ίχνη. Η ανέγερση του μνημείου τοποθετείται λίγο μετά τα μέσα του 13ου αιώνα. Ο ναός είναι εσωτερικά κατάγραφος με τοιχογραφίες που ανήκουν, στο μεγαλύτερο μέρος
τους, σε μία ενιαία φάση και χρονολογούνται βάσει τεχνοτροπικών και εικονογραφικών κριτηρίων προς τα τέλη της δέκατης τρίτης εκατονταετίας17. Περιλαμβάνουν παραστάσεις από τις κυριότερες γιορτές του Δωδεκαόρτου και έναν εκτενή κύκλο με σκηνές από τον βίο του τιμώμενου αγίου, που αναπτύσσεται στην εγκάρσια καμάρα. Στη κατώτερη ζώνη έχουν ιστορηθεί η Δέηση, μορφές ολόσωμων αγίων και η προσκυνηματική παράσταση του επώνυμου αγίου, στην οποία αναγνωρίζονται δύο διαδοχικές φάσεις ιστόρησης. Το κτιστό τέμπλο κατασκευάστηκε και αγιογραφήθηκε σε μεταγενέστερη εποχή. Η κύρια φάση τοιχογράφησης του ναού έχει αποδοθεί σε δύο ζωγράφους, που υιοθετούν τα εικαστικά μέσα μιας επαρχιακής τάσης, ευρύτατα διαδεδομένης στη νότια Ελλάδα κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 13ου αιώνα. Ο απόηχος των σύγχρονων καλλιτεχνικών εξελίξεων στα μεγάλα αστικά κέντρα της εποχής αλλά και η επίδραση της δυτικής τέχνης ανιχνεύονται μόνο σε συμπληρωματικά εικονογραφικά θέματα.
Οι εργασίες καθαρισμού των τοιχογραφιών συνέβαλαν στην ανάγνωση ενός δυσδιάκριτου επιγράμματος γραμμένου πάνω στον σταυρό του Χριστού, στη σκηνή της Σταύρωσης18:
Ζωήν ὁ ν[ε]ίμας πάσι | σαρκὶ ὡς ἄπνους |
νῦν κρεμᾶται ἐπὶ στ(αυρ) | {κ}οῦ ξύλου μέσον.
Η συγκεκριμένη έμμετρη επιγραφική μαρτυρία, γραμμένη πάνω στο ξύλο του σταυρού στην κορυφαία σκηνή του θείου δράματος, συνιστά, με τα σημερινά δεδομένα, unicum στη μνημειακή ζωγραφική του Βυζαντίου, υποδηλώνοντας αφενός την εικαστική τόλμη του ίδιου του καλλιτέχνη και αφετέρου το υψηλό μορφωτικό επίπεδο των άγνωστων κτητόρων του ναού.
Το μνημείο αντιμετώπιζε σοβαρά δομοστατικά προβλήματα, ενώ είχε υποστεί σειρά αυθαίρετων επεμβάσεων που είχαν αλλοιώσει σε μεγάλο βαθμό την αρχική του μορφή. Οι εργασίες αποκατάστασης εκτελέστηκαν κατά τα έτη 2010 και 2011 υπό την εποπτεία της τότε αρμόδιας 26ης ΕΒΑ βάσει εγκεκριμένης μελέτης που συντάχθηκε από το επιστημονικό της προσωπικό19. Αφαιρέθηκε με αδιατάρακτη κοπή η πλάκα από οπλισμένο σκυρόδεμα που επικάλυπτε τη στέγη του ναού.
Ακολούθως πραγματοποιήθηκαν εργασίες εξυγίανσης των θόλων και αποκαταστάθηκαν οι αρχικές ρύσεις των στεγών. Τοποθετήθηκαν παλαιά χειροποίητα κεραμίδια εκ περισυλλογής, μεγάλων διαστάσεων, κατά το λεγόμενο κολυμβητό σύστημα. Στο εσωτερικό του ναού αφαιρέθηκε το δάπεδο από τσιμεντοκονία και κατασκευάστηκε νέο από υδραυλικό κονίαμα. Επιπλέον, καθαρίστηκαν οι αρμοί, αρμολογήθηκαν και στη συνέχεια εφαρμόστηκαν ενέματα υδραυλικής ασβέστου στις τοιχοποιίες. Τα σωζόμενα λείψανα αυθεντικών αρμολογημάτων διατηρήθηκαν, ενώ ο περιορισμένος κεραμοπλαστικός διάκοσμος στη δυτική όψη του ναού συμπληρώθηκε και αποκαταστάθηκε με διακριτό τρόπο. Οι τοιχογραφίες στερεώθηκαν και καθαρίστηκαν. Μεγάλης κλίμακας εργασίες πραγματοποιήθηκαν και στον περιβάλλοντα χώρο του μνημείου. Αφαιρέθηκαν οι κατασκευές από σκυρόδεμα που περιέκλειαν το μνημείο και διαμορφώθηκε αποστραγγιστική τάφρος για την παραλαβή των ομβρίων. Στη συνέχεια αποκαταστάθηκαν τα λιθόστρωτα κανλτερίμια περιμετρικά του ναού. Μπροστά από τη δυτική θύρα διαμορφώθηκε μικρό πλάτωμα, ενώ κατασκευάστηκε και τοποθετήθηκε νέα ξύλινη θύρα. Οι εργασίες ανάδειξης στον περιβάλλοντα χώρο αποκάλυψαν το εντυπωσιακό βραχώδες έξαρμα επί του οποίου εδράζεται το κτήριο (Εικ.1β). Τα θυρανοίξια του ναού εορτάστηκαν πανηγυρικά στις 19 Μαΐου του 2012 με πάνδημη συμμετοχή.


Η γόνιμη σύμπραξη Εφορείας και Ελληνικής Εταιρείας, με την υποστήριξη του Θανάση και της Μαρίνας Μαρτίνου, συνεχίστηκε στο σπουδαιότερο μνημείο του οικισμού, τον Άγιο Πέτρο (Εικ. 2α, β)20. Πρόκειται για σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό των μέσων του 12ου αιώνα, με τρεις κύριες οικοδομικές φάσεις, ο νάρθηκας του οποίου βρισκόταν σε κατάσταση ετοιμορροπίας. Ολοκληρώθηκε ταχύτατα η εκπόνηση της αρχιτεκτονικής μελέτης και της μελέτης συντήρησης των τοιχογραφιών και των μαρμάρινων αρχιτεκτονικών γλυπτών του ναού από το επιστημονικό προσωπικό της τότε αρμόδιας 26ης ΕΒΑ, με την αναγκαία λεπτομερή σχεδιαστική τεκμηρίωση, και εξασφαλίστηκαν οι σχετικές εγκρίσεις. Οι εργασίες ξεκίνησαν το 2013. Αυτή τη φορά το σύνολο της χορηγίας του ζεύγους Μαρτίνου προσέγγισε το μισό εκατομμύριο ευρώ. Το έργο ολοκληρώθηκε με εξαιρετική επιτυχία από τη Μνημειοτεχνική ΕΠΕ των αδελφών Κουφόπουλων στα τέλη του 201421. Εκτελέστηκαν σειρά σύνθετων εργασιών: τοποθετήθηκαν ελκυστήρες, εξυγιάνθηκαν οι θολοδομίες, αρμολογήθηκαν οι όψεις, εφαρμόστηκαν ενέματα και συντηρήθηκε ο ανάγλυφος διάκοσμος του ναού. Αποκαταστάθηκαν, επίσης, η πλαστική διάρθρωση της νότιας όψης του νάρθηκα, καθώς και η αρχική μορφή του δίλοβου παραθύρου της κεντρικής αψίδας (Εικ. 3α, β). Κατά την εκτέλεση των εργασιών αποκαλύφθηκε το ψευδοπαράθυρο του δυτικού σταυρικού σκέλους του κυρίως ναού, το οποίο είχε εξολοκλήρου καλυφθεί από τη νεότερη υπερύψωση της στέγης του νάρθηκα. Τα μαρμάρινα φράγματά του από ταινάριο λίθο συντηρήθηκαν, όπως επίσης και τα εντοιχισμένα πινάκια, ενώ η στέγη του νάρθηκα αναδιαμορφώθηκε σύμφωνα με τις αρχικές της ρύσεις, έτσι ώστε να αφεθεί ακάλυπτο το σημαντικό αυτό στοιχείο από την αρχική φάση του ναού.
Στον ζωγραφικό διάκοσμο του Αγίου Πέτρου εκτελέστηκαν ευρείας κλίμακας εργασίες συντήρησης (Εικ. 4α,β), γεγονός που επέτρεψε τη συστηματική μελέτη του και τον συσχετισμό του με ένα καλλιτεχνικό εργαστήριο από την περιοχή του Μυστρά, του τελευταίου τέταρτου του 14ου αιώνα22. Εντυπωσιακά αποτελέσματα είχαν και οι εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης του αρχικού μαρμάρινου τέμπλου (Εικ. 5α, β), που παρά τους οκτώ αιώνες που έχουν μεσολαβήσει από την κατασκευή του, στέκει σχεδόν ανέπαφο μεταξύ ιερού βήματος και κυρίως ναού. Η αναστήλωση και η συντήρηση του μνημείου έλαβαν χώρα υπό το άγρυπνο βλέμμα της κυρίας Ελευθερίας του Αγίου Πέτρου.
Τα θυρανοίξια του ναού τελέστηκαν πανηγυρικά την Κυριακή 12 Οκτωβρίου του 201423. Προς ικανοποίηση όλων μας, το 2016 το έργο βραβεύτηκε με την ανώτερη διάκριση για την προστασία και τη διατήρηση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Europa Nostra, γεγονός που συνέβαλε καταλυτικά στη διεθνή προβολή της Καστάνιας και των μνημείων της.


Το τρίτο έργο που υλοποιήθηκε από την ΕΦΑ Μεσσηνίας24 με την αρωγή του ζεύγους Μαρτίνου υπήρξε αυτό της αναστήλωσης του εξαιρετικής σπουδαιότητας ναού του Άι Στράτηγου (Εικ.6) στη θέση Νιόκαστρο. Το μνημείο, αν και γνωστό στην επιστημονική κοινότητα ήδη από το 1976, εντοπίστηκε σε τραγική κατάσταση το 2006. Τότε πραγματοποιήθηκε ο σχολαστικός καθαρισμός του από την οργιώδη βλάστηση και υλοποιήθηκαν περιορισμένης κλίμακας σωστικές εργασίες στον ζωγραφικό του διάκοσμο. Σε ένα επόμενο στάδιο δρομολογήθηκαν οι διαδικασίες για την εκπόνηση των μελετών για την αποκατάσταση του κτηρίου και τη συντήρηση των τοιχογραφιών του25 και εξασφαλίστηκαν οι σχετικές εγκρίσεις, ενώ το 2016 ξεκίνησαν οι εργασίες αποκατάστασης από τη Μνημειοτεχνική ΕΠΕ26.
Πρόκειται για ένα οικοδόμημα με σύνθετη οικοδομική ιστορία. Ο αναστηλωμένος ναός καταλαμβάνει το βόρειο τμήμα του συγκροτήματος και παλιότερα είχε θεωρηθεί ότι ανήκε στην ομάδα των σταυρεπίστεγων της Α1 παραλλαγής, ενώ γινόταν αποδεκτή η χρονολόγησή του εντός του 13ου αιώνα27. Στα νότια του ναΐσκου υψώνεται εντυπωσιακό πρόσκτισμα, μεγαλύτερων διαστάσεων, το οποίο αρχικά είχε τη μορφή στοάς και χρησίμευε ως πλάγιος νάρθηκας. Το πρόσκτισμα είναι κτισμένο κατά το πλινθοπερίκλειστο σύστημα δομής. Οι όψεις του διαρθρώνονται με εντυπωσιακά δίβηλα ανοίγματα, ενώ μία ακόμη ζώνη με δίλοβα ψευδοπαράθυρα σχηματίζεται στο ανώτερο τμήμα της νότιας πλευράς του.
Από την ανωδομή του ναΐσκου είχαν απομείνει λιγοστά τμήματα της ανατολικής και της δυτικής καμάρας, ενώ από την εγκάρσια διατηρούνταν ίχνη του νότιου τυμπάνου και η αετωματική της απόληξη. Μεγάλα τμήματα του βόρειου και του δυτικού τοίχου είχαν καταρρεύσει και είχαν ξανακτιστεί στα νεότερα χρόνια μέχρι ένα ορισμένο ύψος, χωρίς συνδετικό κονίαμα, ενσωματώνοντας οικοδομικό υλικό από την κατάρρευση του ναΐσκου.
Κατά τη διαλογή του υλικού αυτού ήρθαν στο φως νέα στοιχεία, τα οποία επέβαλαν την επανεξέταση της αρχικής εκτίμησης σε σχέση με τον αρχιτεκτονικό τύπο του μνημείου28. Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν τεμάχια πώρινων γωνιακών κιονίσκων, καθώς και πώρινα μονολιθικά τόξα από παράθυρα. Το ένα πώρινο τόξο διέθετε καμπυλωμένη πλευρά με σπαράγματα τοιχογραφίας, στοιχείο που υποδεικνύει ότι προερχόταν από την εσωτερική παρειά ενός κυλινδρικού τυμπάνου τρουλαίας κατασκευής. Μάλιστα η καμπυλότητα του συγκεκριμένου αρχιτεκτονικού μέλους ταίριαζε απόλυτα στον κύκλο, διαμέτρου 1,45 μ., που εγγράφεται στη συμβολή της εγκάρσιας με τη διαμήκη σταυρική κεραία.
Ένα επιπλέον στοιχείο που ενίσχυσε την πιθανότητα ύπαρξης τρούλου στο εξεταζόμενο μνημείο ήταν η μικρή υψομετρική διαφορά μεταξύ εγκάρσιας και διαμήκους καμάρας. Η συγκεκριμένη λύση, ανοίκεια εν γένει σε σταυρεπίστεγους ναούς, απαντά αποκλειστικά σχεδόν σε μια ομάδα τρουλαίων ναών που στη βιβλιογραφία αναφέρονται με διάφορες ονομασίες, κυρίως ως «σταυρεπίστεγοι με τρούλο» ή ως «σταυροειδείς εγγεγραμμένοι με άνισα πλάτη κεραιών»29. Ο Χαράλαμπος Μπούρας είχε αφιερώσει μια ειδική μελέτη του σε μνημεία με «συνεπτυγμένους» τρούλους, όπως ο ίδιος τους είχε χαρακτηρίσει, αναλύοντας εννέα υποπεριπτώσεις30. Οι περισσότερες, μάλιστα, ανάλογες εφαρμογές στη βυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική επιχωριάζουν σε μνημεία της χερσονήσου της Μάνης, με επίκεντρο την ίδια την Καστάνια, στοιχείο που καθιστούσε ακόμα πιο πιθανή την ύπαρξη ενός παρόμοιου τρούλου στο υπό εξέταση μνημείο. Τη συγκεκριμένη λύση υιοθετούν στην περιοχή οι ναοί του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου στην είσοδο του οικισμού31, του Αγίου Νικολάου Τρικάμπανου32 και η μικρή διώροφη εκκλησία, γνωστή μεταξύ των γηγενών με την υποκοριστική ονομασία Άι Νικολάκης33. Η ίδια παραλλαγή εφαρμόστηκε επίσης στον ναό του Προφήτη Ηλία στις Αμπύσολες Θαλαμών34, στον Άγιο Νικόλαο στο Μπρίκι35 και στην Αγία Βαρβάρα στο Φλωμοχώρι36.


Τα νεότερα στοιχεία οδήγησαν στην τροποποίηση της εγκεκριμένης μελέτης, που προέβλεπε την αποκατάσταση της σταυρεπίστεγης ανωδομής του μνημείου, προκειμένου να συμπεριληφθεί η ανακατασκευή ενός τρούλου στη συμβολή των σταυρικών κεραιών. Η εύρεση των κιονίσκων, προφανώς από τις γωνίες του τυμπάνου, προέκρινε την κατασκευή ενός τρούλου οκταγωνικής μορφής. Σε αυτόν ενσωματώθηκαν όσα τμήματα κιονίσκων διατηρούνταν σε καλύτερη κατάσταση, καθώς επίσης και δύο από τα μονολιθικά τόξα παραθύρων για τα οποία έγινε λόγος παραπάνω37. Δεν εντοπίστηκαν στοιχεία για την απόληξη του τρούλου, η οποία αποκαταστάθηκε συμβατικά με τη μορφή οριζόντιου λοξότμητου πώρινου γείσου. Λόγω της μη εύρεσης λαξευτών πώρινων λιθοπλίνθων από τις πλευρές του τυμπάνου, ο τρούλος κτίστηκε με αργολιθοδομή, όπως δηλαδή ήταν δομημένο το μεγαλύτερο μέρος του ναού συμπεριλαμβανομένης της αψίδας του. Οι όψεις του τυμπάνου αρμολογήθηκαν με πλατύ αρμολόγημα, κατά τα πρότυπα του σωζόμενου αυθεντικού. Ο ανακατασκευασμένος τρούλος διαθέτει τέσσερα μικρά τοξωτά παράθυρα, διατεταγμένα κατά τους κύριους άξονες του τυμπάνου, για την εξασφάλιση καλύτερων συνθηκών φωτισμού και αερισμού. Για τους ίδιους λόγους κατασκευάστηκε από ένα μικρό παράθυρο στο μέσο των τυμπάνων του βόρειου και του δυτικού σταυρικού σκέλους αντίστοιχα.
Στο μνημείο πραγματοποιήθηκαν επίσης σειρά εργασιών για την ενίσχυση της στατικής του επάρκειας, όπως η στερέωση των τοίχων και της θολοδομίας της πλάγιας στοάς και του ναού με εφαρμογή ενεμάτων και τοποθέτηση συστήματος ελκυστήρων από ανοξείδωτο χάλυβα και η ανακατασκευή των στεγών με χειροποίητα κεραμίδια (Εικ.7). Η ενίσχυση, τέλος, της στατικής επάρκειας της νότιας στοάς επέτρεψε την εκ νέου διάνοιξη των τοιχισμένων δίβηλων ανοιγμάτων της και την αποκατάσταση του μνημείου στην αρχική του μορφή (Εικ.8α, β). Εκτελέστηκαν επιπλέον εκτεταμένες εργασίες στον περιβάλλοντα χώρο του μνημείου προκειμένου να εξασφαλιστεί η καλύτερη δυνατή ανάδειξή του.
Η αναστηλωτική επέμβαση στον ναό του Άι Στράτηγου αποδείχτηκε στην πράξη πιο περίπλοκο και δύσκολο έργο σε σχέση με τις εργασίες αποκατάστασης του Αγίου Πέτρου, αφενός εξαιτίας του δυσπρόσιτου της θέσης στην οποία βρίσκεται ο ναός και αφετέρου λόγω των νεότερων στοιχείων που αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια της επέμβασης, τα οποία επέβαλαν την τροποποίηση της αρχικής μελέτης.
Εντυπωσιακά υπήρξαν και τα αποτελέσματα των εργασιών συντήρησης, χάρη στις οποίες αναδείχθηκε η εμβληματική παράσταση του τιμώμενου Αρχαγγέλου Μιχαήλ αλλά και η αρχαιότερη σωζόμενη απεικόνιση ανθρωπόμορφης αγίας Τριάδος στη βυζαντινή μνημειακή ζωγραφική38. Ο Παλαιός των Ημερών κάθεται σε θρόνο και κρατά ανοικτό κώδικα με δυσανάγνωστη επιγραφή, ενώ αριστερά του σε ανάλογη στάση και ελαφρώς μικρότερος σε κλίμακα εικονίζεται ο Χριστός κρατώντας στο αριστερό του χέρι το άγιο Πνεύμα υπό μορφή περιστεράς.
Η σημαντικότερη πληροφορία για το μνημείο προέκυψε από τον καθαρισμό της κτητορικής επιγραφής που εντοπίστηκε στο στενό τμήμα της τοιχοποιίας δυτικά της θύρας εισόδου στη στοά. Από τη μεταγραφή της διαπιστώθηκε ότι η στοά τοιχογραφήθηκε κατά το έτος 1194, ενώ μνημονεύονται και τα ονόματα του αυτοκράτορα Ισαακίου Β΄ Αγγέλου και της δεύτερης συζύγου του Μαρίας (Μαργαρίτας)39. Τα νέα δεδομένα υποδεικνύουν την αναχρονολόγηση του ναού εντός του β΄ μισού του 12ου αιώνα, δηλαδή λίγο πριν από την ανέγερση της στοάς και τη διακόσμησή της με τοιχογραφίες. Ως εκ τούτου, συνιστά ένα από τα αρχαιότερα παραδείγματα ανάλογων αρχιτεκτονικών πειραματισμών στη βυζαντινή ναοδομία, που θα γνωρίσουν ευρύτερη διάδοση κατά την επόμενη εκατονταετία.
Οι εργασίες αναστήλωσης στον ναό του Άι Στράτηγου ολοκληρώθηκαν τον Δεκέμβριο του 2017 προσφέροντας μια μοναδική ευκαιρία να μελετηθεί σε βάθος ένα από τα πλέον ιδιαίτερα μνημεία της μανιάτικης χερσονήσου40. Ο ναός, μετά τις εργασίες αποκατάστασης (Εικ. 9), συνιστά ένα από τα εντυπωσιακότερα παραδείγματα βυζαντινής αρχιτεκτονικής και ζωγραφικής που μπορούν να επισκεφθούν και να θαυμάσουν οι κάτοικοι της Μάνης αλλά και οι επισκέπτες της, αρμονικά ενταγμένος σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία, ακόμα αλώβητη από την άναρχη δόμηση που καταστρέφει με γοργούς ρυθμούς την ευρύτερη περιοχή. Η ασφαλής αναχρονολόγηση εντός της δωδέκατης εκατονταετίας ενός ακόμη μνημείου της Καστάνιας, εκτός από τον ήδη γνωστό ναό του Αγίου Πέτρου, καταδεικνύει τη σπουδαιότητα και την ευρωστία του οικισμού ήδη από την πρώιμη αυτή περίοδο. Και στην περίπτωση του Άι Στράτηγου τα θυρανοίξια, στις 6 Ιουνίου του 2018, υπήρξαν η αφορμή για μια πανηγυρική σύναξη, με την οποίο γιορτάστηκε η ολοκλήρωση του εμβληματικού αυτού έργου.


Σημαντικό ρόλο στη αναβάθμιση της Καστάνιας έπαιξε και η αξιοποίηση πόρων από το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς. Με προϋπολογισμό 500.000 ευρώ εντάχθηκε το 2014 η αποκατάσταση του πύργου Δουράκη41, κομβικού έργου, λόγω της θέσης του στην κεντρική πλατεία του οικισμού (Εικ.10α), το οποίο υλοποιήθηκε με αυτεπιστασία από την ΕΦΑ Μεσσηνίας42. Αποτελεί τυπικό δείγμα μανιάτικης οχυρής κατοικίας με πύργο και εφαπτόμενο σε αυτόν πυργόσπιτο.
Εκτελέστηκαν σύνθετες εργασίες για την ενίσχυση της στατικότητας του μνημείου. Στη διαμόρφωση της τελικής μορφής του κτηρίου συνέβαλε σημαντικά η ανασκαφική διερεύνηση του εν μέρει κατεδαφισμένου πυργόσπιτου και η αποκατάστασή του στις αρχικές του διαστάσεις (Εικ.10β). Το έργο ολοκληρώθηκε στα τέλη Δεκεμβρίου του 2015 43, ενώ με μεγάλη χαρά γιορτάστηκε από τους Καστανιώτες η απόδοση του μνημείου στο κοινό μερικούς μήνες αργότερα. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ίδιοι οι κάτοικοι έχουν πλέον ενεργό ρόλο στη λειτουργία και διατήρηση του μνημείου, συνδράμοντας το προσωπικό της ΕΦΑ Μεσσηνίας, τόσο στην ασφαλή φύλαξη του χώρου όσο και στην καθαριότητά του, ενώ μπροστά στον πύργο πραγματοποιείται κάθε Οκτώβριο και η μεγαλύτερη σύναξη που διοργανώνει ο Πολιτιστικός Σύλλογος του χωριού, η Γιορτή του Κάστανου.


Καθοριστικής σημασίας για την αναβάθμιση της συνολικής εικόνας που παρουσίαζε η κεντρική πλατεία της Καστάνιας υπήρξαν και οι εργασίες που εκτελέστηκαν στον κεντρικό ενοριακό ναό, αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Η εκκλησία, επιχρισμένη μέχρι και το 2004, είχε χρονολογηθεί από τους παλαιότερους ερευνητές στην εποχή της Τουρκοκρατίας44. Η καθαίρεση των σοβάδων υπήρξε, ωστόσο, αποκαλυπτική.
Πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους δικιόνιους σταυροειδείς εγγεγραμμένους ναούς της Μάνης, στα δυτικά του οποίου διαμορφωνόταν ανοικτή κιονοστήρικτη στοά, σήμερα αλλοιωμένη σε μεγάλο βαθμό από μεταγενέστερες επεμβάσεις45. Οι ομοιότητες του ναού με τις εκκλησίες του Μυστρά είναι περισσότερο από πρόδηλες. Ο τρόπος διαμόρφωσης του κεραμοπλαστικού διακόσμου των αετωμάτων, αποκαλύπτει μια ειδικότερη σχέση με τον ναό του Χριστού Ζωοδότη, προκρίνοντας για την εκκλησία της Καστάνιας μια χρονολόγηση περί τα μέσα του 14ου αιώνα46. Η ανακάλυψη ενός επιθήματος διακοσμημένου με εραλδικά λιοντάρια, το βασικό δηλαδή σύμβολο του οικοσήμου της Ισαβέλλας Λουζινιάν, συζύγου του πρώτου Δεσπότη του Μυστρά Μανουήλ Καντακουζηνού, υπήρξε άκρως διαφωτιστική για την ιστορία του σημαντικού αυτού μνημείου της Καστάνιας. Σε ένα επόμενο στάδιο αποφασίστηκε να καθαριστούν και να συντηρηθούν οι κίονες και τα κιονόκρανα του ναού, στη διακόσμηση των οποίων περιλαμβάνονται επίσης εραλδικά σύμβολα της πρώτης Δέσποινας του Μυστρά. Τα πολύτιμα αυτά στοιχεία καθιστούν σχεδόν βέβαιη τη συμμετοχή της Ισαβέλλας στην ανέγερση του σημαντικού αυτού μνημείου της Καστάνιας, πιθανότατα μέσω μιας γενναιόδωρης χορηγίας προς τους κατοίκους της, που θα διευκόλυνε το εγχείρημά τους για την κατασκευή ενός νέου ενοριακού ναού47.
Το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετώπιζε ο ναός είχε να κάνει με δύο ογκώδη κωδωνοστάσια από οπλισμένο σκυρόδεμα, που είχαν κατασκευαστεί αντικριστά στο δυτικό πέρας του κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960 (Εικ.11α). Τα εν λόγω κωδωνοστάσια, πέραν της σοβαρής υποβάθμισης που προκαλούσαν στην εικόνα του μνημείου, αντιμετώπιζαν σοβαρά δομοστατικά προβλήματα. Προκειμένου αφενός να αποφευχθεί το ενδεχόμενο ατυχήματος και αφετέρου να αρθεί η αισθητική βλάβη που προκαλούσαν τόσο στον βυζαντινό ναό όσο και στον παρακείμενο πύργο του Δουράκη αποφασίστηκε η καθαίρεσή τους. Χρειάστηκε αρκετή διπλωματία για να πεισθεί το τοπικό εκκλησιαστικό συμβούλιο και οι κάτοικοι για την αναγκαιότητα του εγχειρήματος (Εικ.11β). Για τον λόγο αυτό συντάχθηκε τεχνική έκθεση από το προσωπικό της Εφορείας που περιέγραφε αναλυτικά τα στάδια της επέμβασης. Προκειμένου δε να καλυφθούν οι λειτουργικές ανάγκες του ναού εγκρίθηκε η κατασκευή ενός μικρού λιθόκτιστου δίλοβου κωδωνοστασίου στο δυτικό πέρας του ναού, βάσει εγκεκριμένων σχεδίων, που απομιμήθηκαν τη μορφή του κωδωνοστασίου του παρακείμενου ναού του Αγίου Νικολάου στον ίδιο οικισμό (Εικ.12).
Μετά την προσεκτική καθαίρεση των νεότερων κωδωνοστασίων, πραγματοποιήθηκαν οι αναγκαίες λιθοσυμπληρώσεις προκειμένου να εξομαλυνθούν οι επιφάνειες των τοίχων. Στη συνέχεια ξεκίνησε η κατασκευή του δίλοβου κωδωνοστασίου, στο κτίσιμο του οποίου χρησιμοποιήθηκαν υλικά συμβατά με την τοιχοποιία του ναού, ενώ μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής το κωδωνοστάσιο αρμολογήθηκε με κονίαμα ανάλογο με αυτό των όψεων του μνημείου. Οι εργασίες πραγματοποιήθηκαν με δαπάνες του οικείου εκκλησιαστικού συμβουλίου υπό την επίβλεψη του γράφοντος και του πολιτικού μηχανικού της ΕΦΑ Μεσσηνίας Κωνσταντίνου Ηλιόπουλου48.
Το τελικό αποτέλεσμα έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από τους μόνιμους κατοίκους του οικισμού, ενώ σε ένα επόμενο στάδιο αντικαταστάθηκαν τα αλουμινένια κουφώματα του ναού με νέες θύρες κατασκευασμένες από ξύλο καστανιάς49.


Μικρότερης κλίμακας εργασίες εκτελέστηκαν και σε άλλα μνημεία του οικισμού κυρίως με χρηματοδότηση από τον Τακτικό και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.
Στην Παναγίτσα, μικρό μονόχωρο ναό των παλαιολόγειων χρόνων, αντικαταστάθηκε η πόρτα και στερεώθηκαν οι τοιχογραφίες50. 
Στον μεγάλο μεταβυζαντινό ναό του Αγίου Νικολάου τοποθετήθηκε νέα ξύλινη πόρτα, συντηρήθηκε το ξυλόγλυπτο τέμπλο και οι εικόνες51, ενώ εκτελέστηκαν σωστικές εργασίες στις τοιχογραφίες52. 
Στον διώροφο ναό του Άι Νικολάκη, από τα πλέον ενδιαφέροντα μνημεία του οικισμού που αντιμετώπιζε σοβαρά στατικά προβλήματα, πραγματοποιήθηκαν στερεωτικές εργασίες και τα πρώτα σωστικά στις τοιχογραφίες του53. 
Εργασίες καθαρισμού και στερέωσης του ζωγραφικού διακόσμου πραγματοποιήθηκαν επίσης στον ναό του Αγίου Προκοπίου στην κεντρική πλατεία του οικισμού54, ενώ και στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου, στην είσοδο του χωριού, τοποθετήθηκε νέα θύρα, αποκαλύφθηκε το πλακόστρωτο δάπεδο του ναού και καθαρίστηκαν οι τοιχογραφίες του55.
Τέλος, ιδιαίτερης μνείας χρήζει η επέμβαση στον Άγιο Νικόλαο τον Τρικάμπανο, όπου πραγματοποιήθηκαν εκτεταμένες εργασίες αποχωμάτωσης κατά μήκος της βόρειας πλευράς και αποψίλωσης μιας μεγάλης συκιάς που με το ριζικό της σύστημα προκαλούσε βλάβη στην τοιχοποιία του ναού56. Οι σημαντικές παλαιολόγειες τοιχογραφίες του στερεώθηκαν χάρη σε χορηγία των Ελλήνων της διασποράς από την ενορία της Αγίας Σοφίας του Los Angeles57.
Επιπλέον, σχεδιάστηκαν και τοποθετήθηκαν ενημερωτικές πινακίδες σε διάφορα σημεία του οικισμού, που βοηθούν τους επισκέπτες να κατανοήσουν τη σπουδαιότητα του μνημειακού συνόλου της Καστάνιας και τις πολιτιστικές σχέσεις που οι κάτοικοί της διατηρούσαν με τα σημαντικά καλλιτεχνικά κέντρα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, κυρίως τη Μονεμβασία και τον Μυστρά. Πλούσιο εποπτικό υλικό έχει τοποθετηθεί και στους εσωτερικούς χώρους του πύργου Δουράκη, ενώ το αναστηλωτικό έργο που υλοποιήθηκε όλα αυτά τα χρόνια γενικά στη Μάνη και ειδικότερα στην Καστάνια έχει προβληθεί αφενός σε ημερίδες και διεθνή συνέδρια και αφετέρου με την έκδοση μικρών δίγλωσσων οδηγών και φυλλαδίων. Στη διεθνή προβολή του πολιτιστικού αποθέματος της περιοχής καθοριστικό ρόλο παίζει πλέον και η ηλεκτρονική σελίδα της Εφορείας μας, στην οποία μπορεί να βρει κανείς πληροφορίες για τα σημαντικότερα μνημεία της περιοχής58, ενώ, σε συνεργασία με τον πολιτιστικό σύλλογο Καστάνιας, έχει σχεδιαστεί από την ΕΦΑ Μεσσηνίας φυλλάδιο για την ιστορία του οικισμού και τα σημαντικότερα μνημεία του, διαθέσιμο σε έντυπη και ψηφιακή μορφή. Σε εξέλιξη βρίσκεται, επίσης, η ψηφιακή σάρωση των μνημείων με 3D scanner, καθώς και η δημιουργία σύντομων ψηφιακών περιηγήσεων, εκ των οποίων αυτή του Αγίου Πέτρου έχει ήδη ολοκληρωθεί. Αξίζει, τέλος, να αναφερθεί ότι η Καστάνια και τα μνημεία της κατέχουν προβεβλημένη θέση στη χωροθεματική ενότητα της Μεσσηνιακής Μάνης εντός του Αρχαιολογικού Μουσείου Μεσσηνίας στην Καλαμάτα. Εκεί εκτίθεται πλέον το πολύτιμο μαρμάρινο επίθημα με τα αντωπά λιοντάρια από τον ναό της Κοίμησης που υπήρξε το εφαλτήριο για την ένταξη του σημαντικού αυτού μνημείου στα σωστά ιστορικά συμφραζόμενα, από κοινού με ορισμένα αρχιτεκτονικά γλυπτά από τον Άγιο Πέτρο. Δίνεται ως εκ τούτου η δυνατότητα στους επισκέπτες του μουσείου να αντιληφθούν τον κομβικό ρόλο που έπαιξε η Καστάνια στα βυζαντινά χρόνια προκειμένου να την συμπεριλάβουν στις περιηγήσεις τους κατά τη παραμονή τους στη Μεσσηνία.
Το σύνολο των μνημείων που προαναφέρθηκαν συνιστά την υλική πολιτιστική κληρονομιά της Καστάνιας, η οποία εφόσον αξιοποιηθεί κατάλληλα στο πλαίσιο ενός στρατηγικού σχεδίου (Place Branding), μπορεί να συμβάλλει στην ανάδειξη του οικισμού ως βασικού πόλου έλξης επισκεπτών για την ευρύτερη περιοχή. Αυτό υπήρξε και το αντικείμενο μεταδιδακτορικής έρευνας που ολοκληρώθηκε από τον γράφοντα το 2024 υπό την εποπτεία της κυρίας Ιωάννας Σπηλιοπούλου, Καθηγήτριας στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, στο γνωστικό αντικείμενο «Ιστορία και Διαχείριση του Πολιτισμού». Βασικός στόχος της εργασίας υπήρξε η προβολή της σπουδαίας αυτής πολιτιστικής κληρονομιάς με ποικίλα μέσα, ψηφιακά και έντυπα, ώστε η Καστάνια να αναδειχθεί σε ιδανική αφετηρία για ένα σαγηνευτικό ταξίδι στον χρόνο και την ιστορία της Μάνης, με πυξίδα τα ίδια τα μνημεία της, στο πλαίσιο μιας ήπιας μορφής τουριστικής ανάπτυξης που θα προσφέρει στους επισκέπτες μια μοναδική εμπειρία, διασφαλίζοντας ένα πιο ελπιδοφόρο μέλλον για τους μόνιμους κατοίκους του οικισμού.

Μιχάλης Κάππας
"Καστάνια, ένας μικρός Μυστράς στη Μεσσηνιακή Μάνη: Εργασίες αποκατάστασης και ανάδειξης των μνημείων του οικισμού"
Στο: "Το Αρχαιολογικό έργο στην Πελοπόννησο 3. Πρακτικά της Γ΄ Διεθνούς Επιστημονικής Συνάντησης Καλαμάτα, 2-5 Ιουνίου 2021 Επιστημονική επιμέλεια: Μαρία Ξανθοπούλου- Ευγενία Γιαννούλη- Ελένη Ζυμή Αιμιλία Μπάνου- Χρυσάνθη Παπαδοπούλου. Καλαμάτα 2024." Σελ:721


1 Για τον οικισμό της Καστάνιας και τα μνημεία του, καθώς και τις σχέσεις των κατοίκων της με τη Μονεμβασία και τον Μυστρά, βλ. Kappas 2016, 147–181, όπου και προγενέστερη βιβλιογραφία. Βλ. επίσης, Κόμης 2005, 273‒174, και Bouza 2004, 37–42.
2 Για την αρχιτεκτονική του ναού, βλ. Μπούρας – Μπούρα 2002, 178‒80, 389, 439. Κάππας 2009, I: 141, II: αρ. 93, 319–323. Μπούζα 2010, 247–266, με προγενέστερη βιβλιογραφία για το μνημείο. Για τις μεταβυζαντινές επεμβάσεις στο μνημείο, βλ. Kappas 2021α, 83–115, κυρίως 95–98.
3 Κάππας 2018, 207–224. Κάππας 2021β, 231–254. Βλ. επίσης Μηλίτση – Κάππας 2018, 326–334.
4 Δροσογιάννη 1982.
5 Δρανδάκης κ.ά. 1980, 200‒204.
6 Δρανδάκης κ.ά. 1980, 197‒200.
7 Δρανδάκης κ.ά. 1980, 189–197.
8 Kappas 2016, 162–165.
9 Δρανδάκης κ.ά. 1980, 204–210.
10 Δρανδάκης 1976, 226–229.
11 Δρανδάκης 1976, 236–237.
12 Δρανδάκης κ.ά.1980, 210–211.
13 Ο ναός εντοπίστηκε μετά από εργασίες αποψίλωσης εντός της ιδιοκτησίας της Παναγιώτας Ψαρρέα το γένος Μαζαρέα. Πρόκειται για μονόχωρο καμαροσκέπαστο κτίσμα, με μία προεξέχουσα αψίδα στα ανατολικά, η θολοδομία του οποίου έχει καταρρεύσει. Διακρίνονται ελάχιστα σπαράγματα τοιχογραφιών, καθώς και εντοιχισμένα ηχητικά αγγεία. Σύμφωνα με τους ντόπιους στο χωριό υπήρχαν και άλλες εκκλησίες που κατεδαφίστηκαν γύρω στα μέσα του 20ου αιώνα, εκ των οποίων σημαντικότερη ήταν μια ερειπωμένη εκκλησία στα νοτιοανατολικά του Αγίου Πέτρου, η οποία, σύμφωνα με τις διηγήσεις των παλιότερων, έμοιαζε πολύ με τον ναό του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου στην είσοδο του χωριού.
14 Kappas 2016, 147–148.
15 Με την ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Β1/Φ45/525/3/30-12-2008 απόφαση (ΦΕΚ 12/ΑΑΠ/30-01-2009).
16 Δρανδάκης κ.ά. 1980, 189–197.
17 Δρανδάκης κ.ά. 1980, 189–197.
18 Για τα βυζαντινά επιγράμματα, βλ. Κομίνης 1966. Lauxtermann 2003. Για επιγράμματα στη μνημειακή ζωγραφική, βλ. Rhoby 2009. Drpić 2016.
19 Τις εργασίες αποκατάστασης επέβλεψαν ο αρχιτέκτων Ιωσήφ Εφραιμίδης και ο γράφων, ενώ οι εργασίες συντήρησης πραγματοποιήθηκαν από τη συντηρήτρια αρχαιοτήτων Θεοδώρα Αντωνοπούλου.20 Κάππας 2014α, 824–826. Κάππας 2014β, 858–865.
21 Οι εργασίες στερέωσης και αναστήλωσης του ναού, καθώς και συντήρησης των τοιχογραφιών του πραγματοποιήθηκαν υπό την εποπτεία της 26ης ΕΒΑ, με μέριμνα του Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, υπό την επίβλεψη του γράφοντος και του αναπληρωτή καθηγητή του τμήματος Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Πατρών και μέλους του Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς της ΕΛΛΕΤ, Σταύρου Μαμαλούκου. Τη συντήρηση του ζωγραφικού διακόσμου ανέλαβε ο συντηρητής έργων τέχνης Γιώργος Μουστάκης και η συνεργάτιδά του Παναγιώτα Σόμαλη.
22 Kappas 2016, 165–179.
23 Κάππας 2014γ, 840–841.
24 Η ενιαία Εφορεία Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας συστάθηκε με τον νέο οργανισμό του ΥΠΠΟΑ στα τέλη του 2014 και προέκυψε από τη συγχώνευση της ΛΗ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων και της 26ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
25 Η μελέτη αναστήλωσης εκπονήθηκε το 2010 από τον αρχιτέκτονα-αναστηλωτή Γιώργο Νίνο σε συνεργασία με το επιστημονικό προσωπικό της τότε αρμόδιας 26ης ΕΒΑ.
26 Οι εργασίες έγιναν υπό την επίβλεψη του γράφοντος και του πολιτικού μηχανικού της Εφορείας Κωνσταντίνου Ηλιόπουλου. Η μελέτη συντήρησης των τοιχογραφιών του μνημείου εκπονήθηκε από το επιστημονικό προσωπικό της ΕΦΑ Μεσσηνίας με επικεφαλής την συντηρήτρια Μαρία Βασιλειάδη. Η συντήρηση του ζωγραφικού διακόσμου πραγματοποιήθηκε από την συντηρήτρια Παναγιώτα Σόμαλη. Σε διάφορά στάδια του έργου βοήθησαν επίσης οι συντηρήτριες Βάσω Μπάκα, Ουρανία Θεοδωροπούλου, Ελένη Μπακοθανάση, Ελένη Κατσιγιάννη και Μαρία Κουτσοδημητροπούλου.
27 Δρανδάκης 1976, 226–229
28 Κάππας 2018, 207–224. Μηλίτση – Κάππας 2018, 326–334.
29 Κάππας – Φουστέρης 2006, 61–72.
30 Μπούρας 1992, 407–416.
31 Δροσογιάννη 1982, 3–4, σχέδ. 1. Μπούρας – Μπούρα 2002, 177–178.
32 Δρανδάκης 1976, 226–229. Kappas 2016, 179.
33 Στην περίπτωση του Άι Νικολάκη έχει καταρρεύσει ο τρούλος, σώζονται όμως τα εγκάρσια τόξα επί των οποίων έβαινε. Για μια σύντομη περιγραφή και τη σχεδιαστική τεκμηρίωση του συγκεκριμένου μνημείου, βλ. Δρανδάκης κ.ά. 1980, 204–211, εικ. 2.
34 Kontogiannis – Germanidou 2008, 55–87, με παλαιότερη βιβλιογραφία για το μνημείο. Σε μικρή απόσταση από τον ναό του Προφήτη Ηλία, στις δυτικές παρυφές του οικισμού Κουτήφαρι, σώζεται αναστηλωμένος ο ναός του Αγίου Βασιλείου, κτίσμα πιθανώς του τέλους του 12ου ή των αρχών του 13ου αιώνα, βλ. Δροσογιάννη 1969, 162, πίν. 164α, β. Η διάταξη των θόλων και ο τρόπος στήριξης του τρούλου στην περίπτωση αυτή θυμίζουν την ομάδα των σταυροειδών εγγεγραμμένων ναών με άνισα πλάτη κεραιών. Ωστόσο, στον Άγιο Βασίλειο δεν διαμορφώνονται δίρριχτες στέγες στο βόρειο και στο νότιο σταυρικό σκέλος, με αποτέλεσμα ο ναός να μοιάζει εξωτερικά με μονόχωρο τρουλαίο κτίσμα. Σήμερα είναι πλέον αδύνατο να διαπιστωθεί εάν η μορφή που έλαβε το μνημείο κατά την αναστήλωση του 1969 βασίστηκε σε συγκεκριμένα στοιχεία ή προέκυψε αυθαίρετα.
35 Δρανδάκης κ.ά. 1981, 265–268. Δρανδάκης 1995, 112–121. Ο ναός έχει χρονολογηθεί στον 15ο αιώνα, αν και μια χρονολόγηση λίγο μετά τα μέσα του 12ου αιώνα φαίνεται πιο πιθανή.
36 Δρανδάκης κ.ά. 1978, 173–174.
37 Στο δυτικό παράθυρο του τρούλου τοποθετήθηκε το τμήμα μονολιθικής πώρινης επίστεψης, ενώ στο βόρειο παράθυρο, εσωτερικά, ενσωματώθηκε το πώρινο τμήμα με την καμπυλωμένη πλευρά.
38 Κάππας 2021β, 231–254.
39 Κάππας 2018, 207–224.
40 Για μια αναλυτική παρουσίαση των οικοδομικών φάσεων του μνημείου, βλ. Κάππας 2018, 207–224. Για την αξιοποίηση ενός παλαιοχριστιανικού ιωνικού κιονοκράνου σε δεύτερη χρήση στο δυτικό δίβηλο άνοιγμα της νότιας στοάς, βλ. Μηλίτση 2015, 343, 351. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τις εργασίες αναστήλωσης του ναού εντοπίστηκε ένα ακόμη αρχιτεκτονικό μέλος παλαιοχριστιανικών χρόνων (επίθημα) στο δυτικό δίβηλο της νότιας στοάς (Κάππας 2018, 217), ενώ και στον ίδιο τον οικισμό της Καστάνιας έχουν πρόσφατα εντοπιστεί αρχιτεκτονικά μέλη του 5ου–6ου αιώνα, κυρίως ιωνικά κιονόκρανα (ναός Παναγίτσας, ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου).
41 Μηλίτση-Κεχαγιά κ.ά. 2014, 847–848.
42 Την ομάδα επίβλεψης του έργου αποτέλεσαν οι Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος, πολιτικός μηχανικός της 26ης ΕΒΑ και ο γράφων. Για τις ανάγκες του έργου προσλήφθηκαν η Ν. Μεγαλομμάτη (αρχαιολόγος), η Β. Μαυροειδή (αρχιτέκτων-μηχανικός) και οι εργατοτεχνίτες Ν. Γκότζος, Ι. Εμμανουήλ. Σ. Ξεροβάσιλας, Π. Παναγόπουλος, Δ. Σερπάνος και Μ. Τσιμπουρίκος. Στην εκτέλεση του έργου συνέδραμαν επίσης οι Δ. Αγγελόπουλος και Ν. Σόφτης μόνιμοι εργατοτεχνίτες της 26ης ΕΒΑ.
43 Μηλίτση-Κεχαγιά κ.ά. 2015, 181–185. Βλ. επίσης Μηλίτση-Κεχαγιά κ.ά. 2015. Μηλίτση-Κεχαγιά κ.ά. 2017, 20–21.
44 Δρανδάκης 2002, 306‒15.
45 Kappas 2016, 162–165.
46 Kappas 2016, 163.
47 Kappas 2016, 163–164.
48 Κάππας 2014δ, 865–868.
49 Η αντικατάσταση των κουφωμάτων έλαβε χώρα το 2020.
50 Ο ναός είχε χρονολογηθεί από τον Ν. Δρανδάκη στον 16ο αιώνα. Ωστόσο, τόσο η τοιχοποιία του όσο και το πρώτο στρώμα τοιχογραφιών προκρίνουν αρχαιότερη χρονολόγηση, στα τέλη του 14ου ή στις πρώτες δεκαετίες του 15ου αιώνα. Οι εργασίες πραγματοποιήθηκαν το 2011 από συντηρητές της τότε αρμόδιας 26ης ΕΒΑ.
51 Το ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού μεταφέρθηκε στα εργαστήρια του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών και συντηρήθηκε από τον συντηρητή αρχαιοτήτων και έργων τέχνης Α. Πατεράκη.
52 Οι τοιχογραφίες του ναού στερεώθηκαν το 2015 από συντηρητές της ΕΦΑ Μεσσηνίας.
53 Οι εργασίες πραγματοποιήθηκαν το 2015 από εργατοτεχνίτες και συντηρητές της ΕΦΑ Μεσσηνίας.
54 Οι εργασίες πραγματοποιήθηκαν το 2013 από εργατοτεχνίτες και συντηρητές της τότε αρμόδιας 26ης ΕΒΑ.
55 Οι εργασίες πραγματοποιήθηκαν από εργατοτεχνίτες της ΕΦΑ Μεσσηνίας το 2016. Η ξύλινη θύρα τοποθετήθηκε το 2020.
56 Κάππας 2015, 214–215.
57 Οι ενέργειες για τη συγκέντρωση των χρημάτων οφείλονται στην καθηγήτρια του UCLA Sharon Gerstel και στον γράφοντα.
58 www.efames.gr.

ABSTRACT. Kastania is one of the most important settlements in the Messenian Mani still preserving its distinct Byzantine character. It is situated at an altitude of 550 meters, well protected within a ravine formed by the southwestern foothills of mount Taygetos. The numerous Byzantine and Post-Byzantine churches, the remains of dozens of threshing floors and mills at the village’s entrance, and the density of houses and storerooms witness Kastania’s glorious past. The church of Saint Peter, around which the original core of the settlement was possibly organized, dates from shortly after the middle of the 12th century. Very recently, one more notable monument, Ai Strategos at Nioakastro was re-dated on the basis of a donor inscription to the end of the 12th century and has considerably enhanced our knowledge of the early history of Kastania. During the 13th century, the churches of Saint John, Saint Prokopios, Saint George, and Saint Nicholas in the “stis Maroulainas” neighborhood were gradually built, whereas in the following two centuries the impressive parish church of the Dormition of the Virgin, the twostory church of Saint Nicholas (Ai-Nikolakis), Saint Nicholas the “Trikambanos” (=Three-Belled), Panagitsa, and the church of Saint George at Kambinari were also added. Lately, one more ruined Byzantine church was detected in the central part of the settlement; it was probably dedicated to Saint John the Forerunner. The crucial position of Kastania at the beginning of the mountain pathways that used to cross the Taygetos ensured the connection between the village and the most important administrative and artistic centers of the Morea, Monemvasia and Mistras. The interiors of its churches preserve remarkable wall paintings, among the most representative samples of Komnenian and Palaiologan art in the Peloponnese. The flourishing of the settlement continued into the years of Ottoman rule, as can be seen in the presence of important monuments that were constructed during this period. In the years shortly before the 1821 Revolution the dominant role in controlling Kastania and its wider region was played by the family of kapetan Konstantis Dourakis, whose tower overlooks the central square of the settlement. All monuments mentioned above constitute the tangible cultural heritage of Kastania, which, if properly approached within the framework of a strategic plan (Place Branding) can help highlight the settlement as a main pole attracting visitors to the broader area. In the present article the restoration and promotion works implemented in the monuments of the village are presented, with the utilization of national and European funds, as well as private donations.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bouza 2004: N. Bouza, Byzantine Settlements in Mani: The Evidence of the Monuments, στο: P. Kalamara – N. Roumeliotis (επιμ.), Network of Mani Museums, Settlements of Mani, Αθήνα, 37-42.
Δρανδάκης 1976: Ν. Δρανδάκης, Έρευναι εις την Μεσσηνιακην Μάνην, ΠΑΕ, 213-252.
Δρανδάκης 1995: Ν. Δρανδάκης, Βυζαντινές τοιχογραφίες της Μέσα Μάνης, Αθήνα.
Δρανδάκης 2002: Ν. Β. Δρανδάκης, Βυζαντινά γλυπτά της Μάνης, Αθήνα.
Δρανδάκης κ.ά. 1978: Ν. Β. Δρανδάκης- Ε. Δωρή- Σ. Καλοπίση- Μ. Παναγιωτίδη, Έρευνα στη Μάνη, ΠΑΕ, 134-182.
Δρανδάκης κ.ά. 1980: Ν. Δρανδάκης- Σ. Καλοπίση- Μ. Παναγιωτίδη, Έρευνα στη Μεσσηνιακή Μάνη, ΠΑΕ, 188-244.
Δρανδάκης κ.ά. 1981: Ν. Β. Δρανδάκης- Ν. Γκιολές- Χ. Κωνσταντινίδη, Έρευναι στη Λακωνική Μάνη, ΠΑΕ, 254-268
Δροσογιάννη 1969: Φ. Δροσογιάννη, Βυζαντινά και μεσαιωνικά μνημεία Πελοποννήσου, ΑΔ, 24, Β΄1 Χρονικά, 162.
Δροσογιάννη 1982: Φ. Δροσογιάννη, Σχόλια στις τοιχογραφίες της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στη Μεγάλη Καστάνια Μάνης, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας 98, Αθήνα.
Drpić 2016: I. Drpić, Epigram, Art and Devotion in Later Byzantium, Cambridge.
Κάππας 2009: Μ. Κάππας, Η εφαρμογή του σταυροειδούς εγγεγραμμένου στη μέση και την ύστερη βυζαντινή περίοδο, Το παράδειγμα του απλού τετρακιόνιου/τετράστυλου, αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Κάππας 2014α: Μ. Κάππας, 26η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, 2013, Έργα Αναστήλωσης και Συντήρησης εκτός ΕΣΠΑ, Καστάνια, Ναός Αγίου Πέτρου, ΑΔ, 69, Β΄1β Χρονικά, 824–826.
Κάππας 2014β: Μ. Κάππας, 26η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, 2014, Έργα Αναστήλωσης και Συντήρησης εκτός ΕΣΠΑ, Καστάνια, Ναός Αγίου Πέτρου, ΑΔ, 69, Β΄1β Χρονικά, 858–865.
Κάππας 2014γ: Μ. Κάππας, 26η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, 2014, Θυρανοίξια ναού Αγίου Πέτρου Καστάνιας, ΑΔ, 69, Β΄1β Χρονικά,840–841.
Κάππας 2014δ: Μ. Κάππας, 26η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Έργα Αναστήλωσης και Συντήρησης εκτός ΕΣΠΑ, Καστάνια, Ναός Κοίμησης της Θεοτόκου, ΑΔ, 69, Β΄1β Χρονικά, 865-868.
Κάππας 2015: Μ. Κάππας, Εφορεία Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας, Έργα Αναστήλωσης και Συντήρησης εκτός ΕΣΠΑ, Καστάνια, Ναός Κοίμησης της Θεοτόκου, ΑΔ, 70, Β΄1α Χρονικά, 214–215
Kappas 2016: M. Kappas, Approaching Monemvasia and Mystras from the Outside: The View from Kastania, στο: S. E. J. Gerstel (επιμ.), Viewing Greece: Cultural and Political Agency in the Medieval and Early Modern Mediterranean, Turnhout, 147–181.
Κάππας 2018: Μ. Κάππας, Νεότερα για τον ναό του Άι Στράτηγου (Ταξιάρχη) παρά την Καστάνια της Μεσσηνιακής Μάνης, ΔΧΑΕ, 39, 207–224.
Kappas 2021α: M. Kappas, The afterlife of Byzantine monuments in the Post-Byzantine Peloponnese: Three cases in Messenia, στο: E. Boeck (επιμ.), Afterlives of the Byzantine monuments in the Post-Byzantine Times, Proceedings of the session held at the 12th International Congress of South-East European Studies, Bucharest 2–6 September 2019, Bucharest, 83–115.
Κάππας 2021β: Μ. Κάππας, Οι τοιχογραφίες του Άι Στράτηγου παρά την Καστάνια της Μεσσηνιακής Μάνης, στο: Αρχονταρίκι, Αφιέρωμα στον Ευθύμιο Ν. Τσιγαρίδα, Αθήνα, 231–254.
Κάππας – Φουστέρης 2006: Μ. Κάππας – Γ. Φουστέρης, Επανεξέταση δύο ναών του Σοφικού Κορινθίας, ΔΧΑΕ, ΚΖ΄, 61–72.
Κόμης 22005: Κ. Κόμης, Πληθυσμός και οικισμοί της Μάνης, 15ος‒19ος αιώνας, Ιωάννινα.
Κομίνης 1966: Α. Κομίνης, Τό βυζαντινόν ιερόν επίγραμμα και οι επιγραμματοποιοί, Αθήνα.
Kontogiannis – Germanidou 2008: N. Kontogiannis – S. Germanidou, The iconographic program of the Prophet Elijah church, in Thalames, Greece, BZ, 101/1, 55–87.
Lauxtermann 2003: M. Lauxtermann, Byzantine Poetry from Pisides to Geometres, Texts and Contexts, vol. I, Vienna.
Μηλίτση-Κεχαγιά 2015: Ε. Μηλίτση-Κεχαγιά, Στοιχεία για την παλαιοχριστιανική περίοδο στη μεσσηνιακή Μάνη. Η μαρτυρία των αρχιτεκτονικών γλυπτών, στο: Π. Πετρίδης – Β. Φωσκόλου (επιμ.), Δασκάλα. Απόδοση τιμής στην ομότιμη καθηγήτρια Μαίρη Παναγιωτίδη-Κεσίσογλου, Αθήνα, 337–361.
Μηλίτση-Κεχαγιά κ.ά. 2014: Ε. Μηλίτση-Κεχαγιά – Μ. Κάππας – Κ. Ηλιόπουλος, 26η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, 2014, Έργα Αναστήλωσης και Συντήρησης ενταγμένα στο ΕΣΠΑ, Καστάνια, Πύργος Δουράκη, ΑΔ, 69, Β΄1β, 847–848.
Μηλίτση-Κεχαγιά κ.ά. 2015: Ε. Μηλίτση-Κεχαγιά – Μ. Κάππας – Κ. Ηλιόπουλος, ΕΦΑ Μεσσηνίας, Έργα Αναστήλωσης και Συντήρησης ενταγμένα στο ΕΣΠΑ, Καστάνια Πύργος Δουράκη, ΑΔ, 70, Β΄1α, 181–185.
Μηλίτση-Κεχαγιά κ.ά. 2015: Ε. Μηλίτση-Κεχαγιά – Μ. Κάππας – Β. Μαυροειδή, Ο Πύργος Δουράκη στην Καστάνια της Μάνης / The Dourakis Tower in Kastania, Mani, Καλαμάτα.
Μηλίτση-Κεχαγιά κ.ά. 2017: Ε. Μηλίτση-Κεχαγιά – Μ. Κάππας – Β. Μαυροειδή, Έργα Αποκατάστασης και ανάδειξης μνημείων και αρχαιολογικών χώρων στο Νομό Μεσσηνίας κατά τα έτη 2011–2016, Καλαμάτα.
Μηλίτση – Κάππας 2018: Ε. Μηλίτση – Μ. Κάππας, Μεσσηνιακή Μάνη, Ναός Άι Στράτηγου παρά την Καστάνια, Θέματα Αρχαιολογίας, 2:2, 326–334.
Μπούζα 2010: Ν. Μπούζα, Παρατηρήσεις στο ναό του Αγίου Πέτρου στην Καστάνια της Μεσσηνιακής Μάνης, στο: Ανταπόδοση. Μελέτες βυζαντινής και μεταβυζαντινής αρχαιολογίας και τέχνης προς τιμήν της καθηγήτριας Ελένης Δεληγιάννη-Δωρή, Αθήνα, 247–266.
Μπούρας 1992: Χ. Μπούρας, Στηρίξεις συνεπτυγμένων τρούλλων σὲ μονοκλίτους ναούς, στο: Εὐφρόσυνον. Ἀφιέρωμα στὸν Μανόλη
Χατζηδάκη, τ. 2, Αθήνα, 407–416.
Μπούρας – Μπούρα 2002: Χ. Μπούρας – Λ. Μπούρα, Η ελλαδική ναοδομία κατά τον 12ο αιώνα, Αθήνα.
Rhoby 2009: Α. Rhoby, Byzantinische Epigramme auf Fresken und Mosaiken, Vienna.






Printfriendly