.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

Κλειδί Σαμικού, Τριφυλία: Σημαντικός προϊστορικός οικισμός και νεκροταφεία


Ο αρχαιολογικός χώρος του Κάτω Σαμικού, που βρίσκετε στις δυτικές παραφυάδες του όρους Λαπίθα, περιλαμβάνει την Προϊστορική ακρόπολη του Κλειδιού, όπου υπήρχε οικισμός καθώς και κυκλώπεια τείχη. Εκτός του οικισμού έχει ανασκαφεί προϊστορικό νεκροταφείο με βωμούς και σαφείς ενδείξεις προγονολατρείας, ενώ δυτικά της ακροπόλεως και κοντά στην θάλασσα έχει βρεθεί προϊστορικό κτήριο που πιθανόν να ταυτίζετε με το περίφημο ιερό του Ποσειδώνα που αναφέρετε στην Ιλιάδα.
Η στρατηγική θέση της προϊστορικής οχυρωμένης ακρόπολης στο στενό πέρασμα προς την Τριφυλία αλλά και τα ίδια τα ευρήματα δείχνουν ότι στην θέση του Κλειδιού πρέπει να υπήρχε μία από τις εννέα πόλεις του Μυκηναϊκού βασιλείου του Νέστορα. Στα ανατολικά και σε μικρή απόσταση, στον λόφο του Ελληνικού υπάρχει η ακρόπολη των Κλασσικών- Ελληνιστικών χρόνων, που σώζετε σε πολύ καλή κατάσταση και ανήκε κατά πάσα πιθανότητα σε πόλη με το όνομα Σαμία ή Σαμικόν ή Σάμος.


Ο Προϊστορικός αρχαιολογικός χώρος
Ο αρχαιολογικός χώρος του Σαμικού, ευρισκόμενος 22 χλμ. νoτίως -νοτιοδυτικώς του Πύργου και 9χλμ βορείως- βορειοδυτικώς της Ζαχάρως, υπάγεται διοικητικά στο ΔΔ Κάτω Σαμικού (πρόσφατα ιδρυθείσα -δηλ. τη δεκαετία του ΄60- κοινότητα) του Δήμου Σκιλλούντος και περιλαμβάνει:
Α) Την κλασσικών και ελληνιστικών χρόνων οχυρή ακρόπολη στη δυτική απόληξη του όρους Λαπίθα και
Β) Το προϊστορικό νεκροταφείο, που είχε οργανωθεί στους πρόποδες των λόφων στη θέση «Κλειδί», οι οποίοι βρίσκονται στα νότια όρια της αποξηρανθείσης, κατά τη δεκαετία του ’70, λίμνης της Αγουλινίτσας και ανάμεσα στο Ιόνιο Πέλαγος και τις δυτικές απολήξεις του όρους Λαπίθα.
Η θέση «Κλειδί», όπως προαναφέρθηκε, αποτελείται από τρεις λόφους, δύο προς νότο, μικρότερους σε έκταση και χαμηλότερους σε ύψος, ως και έναν προς Βορρά, σαφώς μεγαλυτέρων διαστάσεων.
Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι τόσο η ακρόπολη όσο και το προϊστορικό νεκροταφείο ελέγχουν τη συγκοινωνία και επικοινωνία μεταξύ Αχαΐας- Ηλείας και Μεσσηνίας (μεταξύ, δηλ., ΒΔ και ΝΔ Πελοποννήσου).
Κατ΄ αυτόν τον τρόπο εξηγείται η συνεχής κατοίκηση του χώρου από τα προϊστορικά έως και τα σύγχρονα χρόνια, το όνομα της θέσης, δηλ. «Κλειδί», οι εντυπωσιακές οχυρώσεις της Ακρόπολης, που εξασφαλίζουν τον οπτικό έλεγχο όλης της πεδιάδας του Πύργου αλλά και τα οχυρωματικά έργα επί ενετο και τουρκοκρατίας (Καζάρμα).


Ιστορία των ανασκαφών
Τόσο ο Παυσανίας όσο και ο Στράβων προβαίνουν σε εκτενείς αναφορές στον αρχαιολογικό χώρο του Σαμικού. Ο πρώτος θεωρεί ότι σχεδόν ολόκληρη η σημερινή πεδιάδα της Ζαχάρως ονομάζεται Σαμικό.
Την περιοχή διαρρέει ο Άνιγρος ποταμός, του οποίου η εκβολή συχνά αποφράζεται λόγω των μετατοπίσεων των θινών, ενώ πλησίον του ποταμού τοποθετείται και το σπήλαιο των Ανιγρίδων Νυμφών. Στο δρόμο για την Ολυμπία, συνεχίζει ο αρχαίος περιηγητής, θα συναντήσει κανείς «χωρίον τε υψηλόν και πόλις Σαμία επ’ αυτού» και μάλιστα με οχυρώσεις.
O Στράβων αναφέρει το Σαμικό και μάλιστα σημειώνει ότι υπήρχε ιερό προς τιμή του Ποσειδώνα, ουσιαστικά άλσος αγριελιών, το οποίο αποτελούσε και το κέντρο συνάθροισης όλων των Τριφυλίων. Στην εποχή του περιηγητή το Σαμικό είναι πλέον ένα οχυρό (και όχι πόλισμα), που ανήκει στους κατοίκους της Μακίστου, και σύμφωνα με την παράδοση πιθανώς ταυτίζεται με την ομηρική Αρήνη.
Γνωρίζοντας τα παραπάνω και αναζητώντας την ομηρική Αρήνη (πιστεύοντας ότι έχει ήδη ανακαλύψει, στον Κακόβατο, την ομηρική Πύλο), ο Dörpfeld μαζί με τους συνεργάτες του επισκέφθηκαν, το 1907, την περιοχή του Κλειδιού και εντόπισαν στους δύο μικρούς λόφους τα ίχνη προϊστορικής, οχυρωμένης πόλης.
Το τείχος, το οποίο ονόμασαν (λόγω της τοιχοδομίας) κυκλώπειο, περιέτρεχε και τους δύο λόφους της θέσεως «Κλειδί». Το καλοκαίρι του 1908 (αρχές Ιουνίου), αμέσως μετά το πέρας των ανασκαφικών εργασιών στον Κακόβατο, η γερμανική αρχαιολογική αποστολή πραγματοποίησε μικρές ανασκαφικές τομές.
Απεκαλύφθησαν επιπλέον τμήματα του «κυκλώπειου» τείχους και λεπτοί τοίχοι (στην κορυφή του μεγαλύτερου από τους δύο λόφου), που ανήκαν σε κάποιο οικοδόμημα, μεγαλυτέρων διαστάσεων, ενώ συνελέγη και άφθονη κεραμική, που μοιάζει με την αντίστοιχη από την «Πύλο», την Αρχαία Ολυμπία και την Πίσα, ανήκει δηλαδή στην προϊστορική εποχή, αλλά και όστρακα πρώιμης Μυκηναϊκής περιόδου. Ο Γερμανός αρχαιολόγος- αρχιτέκτονας σημείωσε με έμφαση ότι η επί του όρους Λαπίθα ακρόπολη είναι κλασσικών ή ελληνιστικών χρόνων, βασιζόμενος όχι μόνο στην κεραμική αλλά και στην πολυγωνική τοιχοδομία της οχύρωσης.
Ακολούθησε νέα έρευνα στα μέσα της δεκαετίας του 1950. Συγκεκριμένα στις αρχές Φεβρουαρίου του 1954, τυχαία ανεύρεση από αγρότη προϊστορικών αγγείων, προκάλεσε την επέμβαση της Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και τη διενέργεια ανασκαφών (υπό τη διεύθυνση του τότε Εφόρου της Ζ΄ ΕΠΚΑ, κ. Ν. Γιαλούρη). Οι ανασκαφές απεκάλυψαν ταφικό τύμβο, ευρισκόμενο ΒΑ (περίπου 50- 60μ. του βορείου λόφου στη θέση Κλειδί και πλησίον της λίμνης (η οποία δεν είχε ακόμη αποξηρανθεί).
Νέες σωστικές ανασκαφές διεξήχθησαν στις αρχές της δεκαετίας του 80 (συγκεκριμένα το 1981). Στη διάρκεια οικοδομικών εργασιών σε αγρόκτημα ευρισκόμενο στους ανατολικούς πρόποδες του βορειότερου λόφου του Κλειδιού, απεκαλύφθησαν τάφοι προϊστορικής εποχής.


Ο Προϊστορικός οικισμός
Οικιστικά λείψανα έχουν εντοπισθεί και ερευνηθεί πάνω στο λόφο Κλειδί στο Κάτω Σαμικό. Συγκεκριμένα, στα άκρα του παρατηρήθηκαν από τον W. Dörpfeld ίχνη τείχους, δομημένου με την κυκλώπεια τεχνική. Το 1908, μετά το πέρας της ανασκαφής στον Κακόβατο, η Γερμανική αποστολή επανέκαμψε στο Σαμικό και διενήργησε, μικρών διαστάσεων, ανασκαφικές τομές.
Απεκαλύφθησαν τμήματα του «κυκλώπειου» τείχους και μικρού πλάτους τοίχοι (στην κορυφή του μεγαλύτερου από τους τρεις λόφους), που ανήκαν σε κάποιο οικοδόμημα, μεγαλυτέρων διαστάσεων, ενώ συνελέγη και άφθονη κεραμική, που μοιάζει με την αντίστοιχη από τον Κακόβατο, την Αρχαία Ολυμπία και την Πίσα, ανήκει δηλαδή στην ΠΕ και ΜΕ αλλά επισημαίνονται και όστρακα της πρώιμης μυκηναϊκής περιόδου.
Το τείχος δεν είναι πλέον ορατό καθώς ο μέγιστος αριθμός των ογκόλιθων χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή ασβέστη από γειτονικό στον αρχαιολογικό χώρο ασβεστοκάμινο, αλλά τμήμα του, μήκους 60μ., βρέθηκε και καθαρίστηκε από την πυκνή βλάστηση στις αρχές της δεκαετίας του ΄80. το αρχαιολογικό ενδιαφέρον για το Σαμικό παρέμενε ζωντανό και το φθινόπωρο του 2007 πραγματοποιήθηκαν, στο βορειότερο λόφου της θέσεως κλειδί, τρεις δοκιμαστικές τομές. αυτές ήταν διαστάσεων 4μ.Χ 4μ. και διενεργήθηκαν στην κορυφή του λόφου όπου σχηματίζετε ένα μεγάλο πλάτωμα μήκους 60μ. και πλάτους 20μ.
Οι τομές απέδωσε πλήθος οστράκων που χρονολογούνται σε διάφορες εποχές της χαλκοκρατίας.
Το πλέον σημαντικό εύρημα υπήρξαν τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα. Συγκεκριμένα εντοπίστηκε τείχος, με κατεύθυνση Β- Ν, σωζόμενος σε ελάχιστο ύψος και με την ανωδομή του πλήρως κατεστραμένη.
Κατακόρυφα προς τον τοίχο Α και σε χαμηλότερο επίπεδο είχε κατασκευαστεί έτερος, τοίχος Β, με κατεύθυνση Α- Δ. Στο νοτιοδυτικό τμήμα της τομής εντοπίστηκε δάπεδο στο οποίο βρέθηκαν δύο κάνθαροι της ΜΕ, ενώ ελάχιστα μέτρα βορειότερα βρέθηκε πλούσια κεραμική της ΠΕ, ΜΕ και ΥΕ, λεπίδες οψιανού, τεμάχια ειδωλίων, δεν προσέφερε όμως σαφή αρχιτεκτονικά κατάλοιπα.
Η εκτεταμένη αναμόχλευση των χωμάτων, αποτέλεσμα της εντατικής καλλιέργειας αλλά και των παλαιότερων ανασκαφικών τομών (που είχαν διενεργηθεί από τον Dörpfeld), δεν οδήγησε στο επιθυμητό αποτέλεσμα, την επισήμανση ενός σαφώς στρωματογραφημένου οικιστικού συνόλου.
Βάσει των προαναφερθέντων το Σαμικό κατατάσσεται στις οχυρωμένες θέσεις- οικισμούς, οι οποίες εμφανίζονται στην ΠΕ και επιβιώνουν στην ΥΕ, -3000 έως -1400. Η οικιστική εγκατάσταση υπέρκειται του νεκροταφείου (των τύμβων και του θολωτού) και χωροταξικά είναι συγκρίσιμη με την Περιστεριά και τον Κακόβατο.


Το Σαμιακό Ποσείδιο
Οι πηγές
Εδώ ο Τηλέμαχος, προερχόμενος από την Ιθάκη αποβιβάστηκε και βρήκε τον Βασιλιά Νέστορα και τους Πυλίους να θυσιάζουν "Παμμέλανας ταύρους" στον "Μαυρομάλλη Σείστη" της γης, τον Ποσειδώνα: "... και αυτοί ήρθανε στην Πύλο, στου Νηλέα την καλοχτισμένη πόλη, και στο γιαλό, στην αμμουδιά κοντά κάναν θυσίες, ταύρους κατάμαυρους στον κοσμοσείστη με τα σκούρα τα μαλιά. Και ήταν εννιά σειρές καθίσματα, που στην καθεμιά καθόνταν πεντακόσιοι άνθρωποι και είχαν μπροστά τους εννιά ταύρους, στην κάθε συντροφιά." (Οδύσσεια Γ).
Γνωρίζουμε από την Ιλίαδα (Β,591 κ.έξ.) ότι το βασίλειο του Νέστορος το αποτελούσαν εννέα πόλεις. Έτσι η κάθε μία από τις εννέα σειρές καθισμάτων, που αναφέρονται στην Οδύσσεα, αντιστοιχεί σε πεντακόσιους εκπροσώπους κάθε πόλης, σύνολο 4500 άνθρωποι. Πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι το ιερό του Ποσειδώνα εκτός από θρησκευτικό κέντρο, ήταν και σημείο συνάθροισης των εκπροσώπων όλων των Πυλιακών πόλεων, όπου σίγουρα υπήρχε κάποιο είδος Βουλής.
Από τον Ηρόδοτο έχουμε αναφορά για το Σαμιακό Ποσείδιο, ιερό άλσος αφιερωμένο στον Ποσειδώνα.
Ο Στράβων (βιβλίο Η΄, κεφ. 3), τοποθετεί το ιερό του Ποσειδώνος των Νηλείδων της Μυκηναϊκής εποχής που αναφέρεται στην Οδύσσεια, εκατό στάδια (18 χιλιόμετρα περίπου) βόρεια του Λεπρέου και εκατό στάδια (18 χλμ) νότια του Αλφειού ποταμού. Δηλαδή τοποθετεί το ιερό στην περιοχή κοντά στην προϊστορική πόλη που έχει ανασκαφεί στην θέση Κλειδί. Η Προϊστορική αυτή πόλη της Πρωτοελλαδικής και Μυκηναϊκής εποχής (-3000 έως -1400) ήταν υψίστης στρατηγικής σημασίας γιατί έλεγχε το πολύ στενό πέρασμα προς την Τριφυλία.
Ο Στράβωνας συμπληρώνει για το ιερό αυτό, ότι ήταν πολύ φημισμένο και ότι αποτελούσε το κέντρο της λατρείας όλων των Μακιστίων (των πόλεων της Μινυακής Εξάπολης). Η εμφάνιση των Μινύων στην Τριφυλία και η ίδρυση της περίφημης "εξάπολης" πιθανόν να διαδέχεται το Μυκηναϊκό Βασίλειο του Νέστορος. Τα μεγάλα κέντρα της Μυκηναϊκής εποχής στην Τριφυλία ( Κλειδί, Κακόβατος και Περιστεριά) δείχνουν να εγκαταλείπονται γύρω στο -1400, γεγονός που ίσως συνδέετε με την εμφάνιση των Μινύων στην περιοχή.
Το χάλκινο λατρευτικό άγαλμα του ιερού του Ποσειδώνα, που παρίστανε άντρα χωρίς γένεια και τα δυο χέρια στηριγμένα σε δόρυ, ο Παυσανίας βρήκε και περιέγραψε στην αγορά της Ήλιδας, το οποίο όπως του ανέφεραν, είχε μεταφερθεί από το Σαμικό.
Ενδιαφέρουσα είναι η πληροφορία που μας δίνει ότι με πυρήνα την λατρεία σε αυτό το ιερό κηρυσσόταν και η "Σαμία" Εκεχειρία, όπως την ονομάζει. Το ιερό του "Σαμιακού Ποσειδίου" αναφέρει πως ήταν το σημαντικότερο της περιοχής και περιβαλλόταν από άλσος από αγριελιές. Η συνέχιση της λατρείας του Ποσειδώνα στο Ιερό του Σαμικού από την Προϊστορική Μυκηναϊκή εποχή των Νειλήδων στην ιστορική εποχή και την Μινυακή εξάπολη δείχνει την ιστορική συνέχεια των Ελλήνων μέσω των αιώνων και στην συγκεκριμένη περίπτωση το Ομόθρησκον.


Η Αρχαιολογική έρευνα
Με βάση λοιπόν τις αρχαίες πηγές το Ιερό τοποθετείτε κοντά στην Προϊστορική πόλη που υπάρχει στην θέση κλειδί στο Κάτω Σαμικό. Το ιερό είχε αναζητηθεί παλαιότερα από τους αρχαιολόγους, χωρίς επιτυχία, στην παραλία του Σαμικού.
Ωστόσο ένα πολύ ενδιαφέρον εύρημα του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου ίσως αλλάζει τα δεδομένα. Συγκεκριμένα δυτικά από την Προϊστορική ακρόπολη και σε κοντινή απόσταση από την θάλασσα βρέθηκαν μεγάλα τμήματα θεμελίων που πιθανόν να ανήκουν στο περίφημο ιερό του Ποσειδώνος.
Δυστυχώς οι έρευνες των Γερμανών ήταν περιορισμένες. Για να υπάρξει ταύτιση του σημαντικού αυτού Προϊστορικού ευρήματος είναι απαραίτητο να γίνει συστηματική έρευνα από την αρχαιολογική υπηρεσία.


Τύμβος ανασκαφείς υπό Ν. Γιαλούρη
Το ταφικό μνημείο βρίσκεται βορείως -βορειοανατολικώς του μεγαλυτέρου λόφου στη θέση Κλειδί. Στη θέση ήταν ορατή η χαμηλή μαστοειδής έξαρση του τύμβου, επί της οποίας ο ιδιοκτήτης του αγροκτήματος θέλησε να οικοδομήσει μικρή αποθήκη. Σε μικρό βάθος (20- 30 εκ.) «έπεσε» σε πλήθος αγγείων, λίθων, οστράκων και σκελετικού υλικού, τα οποία κατέστρεψε, και κατόπιν όλων αυτών ειδοποιήθηκε η Αρχαιολογική Υπηρεσία για να επέμβει σωστικώς.
Ο τύμβος περικλείετο από χαμηλή κυκλική κρηπίδα, κτισμένη από αργούς λίθους, μετρίου ή μεγάλου μεγέθους. Οι λίθοι είχαν μετακινηθεί από την αρχική τους θέση αλλά διακρινόταν το ίχνος τους επί του εδάφους.
Ο περίβολος είχε τις εξής διαστάσεις: σωζ. ύψος: 0,60μ., παχ.: 0,50μ. και εσωτ. διάμετρο: 5,50μ. Εντός του περιβόλου και παρά την καταστροφή και την αναστάτωση, που προκάλεσαν οι εργασίες του ιδιοκτήτη, ανεσκάφησαν δύο άθικτοι τάφοι, δώδεκα ημικατεστραμμένοι, ενώ υπήρχαν οστά και όστρακα σε ολόκληρη την επιφάνεια του τύμβου αλλά και εκτός αυτής.
Οι υποτύμβιοι τάφοι είχαν διαμορφωθεί: είτε μεταξύ των κοιλοτήτων- λωρίδων, που σχηματίζονταν από το μαλακό, εύθρυπτο αμμόλιθο της περιοχής, είτε επί της επιφάνειας του φυσικού πετρώματος.
Οι ταφές δεν ανευρέθησαν στο ίδιο επίπεδο. Η χαμηλότερη (βαθύτερη από την επιφάνεια του εδάφους) εντοπίστηκε στο 1,34μ., ένας τάφος (ο ΙΓ) στο 1,20μ., ο Β στο 1,10μ., οι ΙΒ, Γ και Ζ σε βάθος μέχρις 1μ. και οι υπόλοιποι σε βάθος 0,70μ. Κατά τον ανασκαφέα η αναστάτωση που προκλήθηκε στο εσωτερικό του τύμβου λόγω των επεμβάσεων του ιδιοκτήτη του αγροκτήματος δεν επιτρέπει την εξαγωγή στρωματωγραφικών συμπερασμάτων (δηλ. εάν οι χαμηλότερα κατασκευασθέντες ήσαν και οι παλαιότεροι χρονικώς).
Από την χρονολογική κατάταξη των κτερισμάτων ανά τάφο συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι βαθύτερα ευρισκόμενοι τάφοι (ΙΓ και ΙΔ) ήσαν και οι παλαιότεροι (δηλ της ΜΕΙΙΙ/ ΥΕΙ), ενώ δεν μπορεί να διατυπωθεί και ανάλογο συμπέρασμα και για τους υψηλότερα ευρεθέντες (στον Η υπάρχουν αγγεία της ΥΕΙΙΙΑ/Β αλλά το εσωτερικό του υπήρξε έντονα αναστατωμένο, στον Γ της ΥΕΙΙΙΑ/Β, ενώ στον Δ και Ι της ΥΕΙ).
Από τους άθικτους τάφους συμπεραίνεται η τεχνική κατασκευής τους. Πρόκειται για κοιλότητες- λάκκους, ακανονίστου σχήματος, που έχουν λαξευθεί στο μαλακό φυσικό πέτρωμα και έχουν στεγασθεί με αργούς λίθους.
Στην περίπτωση του τάφου ΙΒ τα τοιχώματα ήταν σαθρά και οι καλυπτήριες πλάκες κατέρρευσαν, καταστρέφοντας και τα σκελετικά κατάλοιπα. Το δάπεδο του τάφου ΙΔ είχε διαμορφωθεί έτσι, ώστε στο μέσον του να σχηματίζεται κοιλότητα η οποία «υποδεχόταν» τη λεκάνη του νεκρού.


Προϊστορικό νεκροταφείο, ανασκαφέν υπό Ελ. Παπακωνσταντίνου
Στη διάρκεια οικοδομικών εργασιών, στους ανατολικούς πρόποδες του μεγαλυτέρου εκ των δύο λόφων στη θέση Κλειδί και περίπου 180μ νοτίως του ανασκαφέντος το 1954 τύμβου, ερευνήθηκαν πέντε επιπλέον τύμβοι και ένας θολωτός τάφος.
Η εκτέλεση οικοδομικών εργασιών σε μεγάλο βάθος προκάλεσε την καταστροφή αρχαιοτήτων αλλά συγχρόνως διευκόλυνε την εξαγωγή στρωματογραφικών συμπερασμάτων. Συγκεκριμένα, φάνηκε ότι τα προϊστορικά ταφικά μνημεία βρίσκονταν εντός στρώματος από χώμα, ερυθροκαστανού χρώματος, και από πάνω τους είχε συσσωρευτεί καθαρή ανοικτόχρωμη άμμος, προκειμένου να σχηματισθεί χαμηλό τυμβοειδές έξαρμα.
Όπως και στον παρακείμενο τύμβο, που ανεσκάφη από τον Γιαλούρη, τα ταφικά μνημεία διέθεταν ένα χαμηλό περίβολο- κρηπίδα, η οποία συγκρατούσε το χώμα που είχε σωρευτεί πάνω τους. Το πλάτος του ήταν 0,6μ..
Από τα κτερίσματα των τάφων καταφαίνεται ότι το νεκροταφείο χρησιμοποιήθηκε από την ΜΕ μέχρι και την ΥΕ (ο θολωτός τάφος), -2200 έως -1400.


Τύμβος 1
Είχε εσωτερική διάμετρο 5,40μ. Περιείχε τρεις τάφους. Ο ένας επισημάνθηκε στο βόρειο σημείο της κρηπίδας του. Πρόκειται για ακτέριστη, μάλλον παιδική ταφή, η οποία περιβαλλόταν από μικρούς λίθους, εκτός από το σημείο απόθεσης του κρανίου, όπου είχε τοποθετηθεί μεγάλη λίθινη πλάκα. Σε μία περίπτωση ένας λίθος είχε αντικατασταθεί από όστρακο πίθου. Οι άλλοι δύο τάφοι (TVIII, TIX) ήταν κτιστοί, κυκλικοί και στεγασμένοι με πλάκες.


Τύμβος 2
Νοτίως του τύμβου 3. Περιέχει τέσσερεις υποτύμβιους κτιστούς κιβωτιόσχημους τάφους (τ. IV, ΧΙ, Χ και ΙΙΙ), στεγασμένους με ασβεστολιθικές πλάκες. Τα ταφικά μνημεία είχαν διευθετηθεί ακτινωτά γύρω από ένα νοητό κέντρο.
Ο ΙΙΙ του οποίου είχε καταστραφεί η μία μακρά πλευρά από το εκσκαφικό μηχάνημα, υπήρξε ο μικρότερων διαστάσεων τάφος, αμελέστερα κατασκευασμένος και στεγασμένος με μικρές ασβεστολιθικές πλάκες, στο δε οικοδομικό του υλικό περιλαμβάνονται και όστρακα πίθων.
Ο τάφος ΧΙ ήταν ο μεγαλύτερος όλων (με διαστάσεις 1- 1,2μ. πλάτος και ελαφρώς μεγαλύτερο μήκος), διέθετε ακανόνιστη κάτοψη (παρουσιάζοντας αναλογίες με την πεταλόσχημο- αψιδωτό «κενοτάφιο» στον Αγ. Ιωάννη Παπουλίων), ενώ και οι δύο μακρές πλευρές του είχαν επιμηκυνθεί, σχηματίζοντας στις απολήξεις τους κατασκευή , την οποία η ανασκαφέας ονομάζει «βωμό».
Ο τάφος στεγαζόταν με καλυπτήριες πλάκες μεγάλων διαστάσεων, ενώ ένας μονόλιθος αποτελούσε την οπίσθια πλευρά (τόξο) του θαλάμου.
Στη νοητή περιφέρεια του τύμβου και πλησίον του τ. ΧΙ, ερευνήθηκε ο τάφος IV, ο οποίος στεγαζόταν με δύο τεράστιες πλάκες. Το μήκος του δεν ξεπερνά το 1,5μ. και το πλάτος κυμαίνεται μεταξύ 1- 1,2μ.
Η ανασκαφέας υποστηρίζει ότι ο τάφος είναι συγκρίσιμος αρχιτεκτονικά με την προαναφερθείσα κατασκευή, που εντοπίστηκε στον Αγ. Ιωάννη Παπουλίων και η είσοδός του κατασκευάστηκε στην βραχεία πλευρά. Η φωτογραφική τεκμηρίωση της ανασκαφής δείχνει έναν μάλλον επιμήκη- ορθογώνιο τάφο, με άνοιγμα στην απόληξη της μίας μακράς πλευράς.
Στη νοτιοδυτική του γωνία παρατηρείται η αντίστοιχη με αυτή του ΧΙ κατασκευή, την οποία η Παπακωνσταντίνου χαρακτηρίζει «βωμό» (πρόκειται για κατασκευές κτιστές με αργούς, μικρών διαστάσεων λίθους, κυκλικού σχήματος).


Tύμβος 3
Σε επαφή με τον τύμβο 1 είχε κατασκευασθεί ο 3. Αντί κυκλικού περιβόλου, οικοδομήθηκε τόξο, αποτελούμενο από ασβεστόλιθους και λίγους αμμόλιθους μεγάλου μεγέθους. Στο κέντρο του απεκαλύφθη κιβωτιόσχημος κτιστός τάφος (VII), ο οποίος στεγαζόταν με τρείς, μεγάλων διαστάσεων, ασβεστολιθικές πλάκες. Το σχήμα του αψιδωτό- πεταλόσχημο, χωρίς να αποκλεισθεί η πιθανότητα ενός ορθογωνίου- επιμήκους τάφου. Ο περίβολός του είχε κατασκευασθεί από μεγάλες λίθινες πλάκες, ανάμεσα στις οποίες τοποθετήθηκαν μικρότερων διαστάσεων λίθοι, δίκην σφηνών. Στην περιφέρεια του τύμβου ανευρέθη ταφή σε πίθο. Η Παπακωνσταντίνου με αυτό το δεδομένο υποστηρίζει ότι ο τύμβος προϋπήρχε του τάφου VII και δεχόταν στην περιφέρειά του ταφές σε πίθους.

Τύμβος 4
Μεταξύ των τύμβων 1 και 2 εντοπίστηκαν ακανόνιστα ριγμένοι λίθοι μικρού μεγέθους, μία μεγάλη ασβεστολιθική πλάκα, διευθετημένη σε οριζόντια θέση, καθώς και όστρακα, οστά ζώων που πιθανώς δηλώνουν την ύπαρξη ενός ακόμη τύμβου.

Τύμβος 5 
Η κρηπίδα του ταυτίζεται με τον περίβολο ενός σύγχρονου σταφιδαλωνιού.
Επειδή είχε κτισθεί σε κατωφέρεια, δεν απαιτείτο η κατασκευή κυκλικού περιβόλου αλλά μόνο μίας ημικυκλικής κρηπίδας, δηλαδή ενός τόξου, διαμέτρου 14,60μ, το οποίο είχε αποκτήσει ρόλο αναλήμματος. Ως οικοδομικό της υλικό επελέγησαν οι μικρών διαστάσεων ασβεστόλιθοι.
Εντός του τύμβου 5 κατασκευάσθηκε θολωτός τάφος με προσανατολισμό Α προς Δ.


Ο Θολωτός τάφος
Η διάμετρος της θόλου είναι 5,65μ., τα τοιχώματά της σώζονται σε ύψος μόλις 2,40μ. και είναι πλάτους περί τα 0,60μ., ενώ στο 1μ. ύψος παρουσιάζεται ενδόκλιση 0,38μ. Δεν εντοπίστηκαν ίχνη του ανωφλίου. Το πλάτος της ξερολιθιάς μειούται προς τα άνω.
Το δάπεδο της θόλου ήταν χαλικόστρωτο και σε μεγαλύτερο βάθος είχαν κατασκευασθεί έξι ταφικοί λάκκοι, ο ένας εκ των οποίων ήταν κτιστός. Από αυτούς οι τρεις χρησιμοποιήθηκαν για να δεχθούν ανακομιδές. Το στόμιο και ο δρόμος του μνημείου δεν ερευνήθηκαν.
Υλικά δομής: Η θόλος έχει κτισθεί από μικρών διαστάσεων, πλακοειδείς, ανισοϋψείς ασβεστόλιθους, αμμόλιθους και ελάχιστους κογχυλιάτες.
Ανάμεσα σε αυτούς τους λίθους τοποθετούνται και μικρότεροι, δίκην σφηνών, ενώ για την εξασφάλιση της μόνωσης της θόλου τοποθετήθηκε εξωτερικά άψητος πηλός.
Ευρήματα: εβδομήντα αγγεία μικρών διαστάσεων (στην πλειοψηφία τους πόσεως και όχι αποθηκευτικά), τμήματα από εγχειρίδιο (πχ ήλοι), πήλινα και λίθινα σφονδύλια, σφραγιδόλιθοι, ψήφοι από ημιπολύτιμους λίθους, αιχμές βελών.
Η Παπακωνσταντίνου υποστηρίζει ότι στους τύμβους του Σαμικού προκύπτουν συγκεκριμένες ενδείξεις άσκησης ταφικής λατρείας- ηρωολατρείας.
Στον τύμβο 2 (τάφος ΧΙ) είχαν τοποθετηθεί πλησίον των δύο άκρων του («βωμών») μυκηναϊκά αγγεία, κύπελλο Βαφειού με πτυχώσεις και μία αρύταινα, της ΥΕΙΙ ,δηλαδή της επομένης των ταφών περιόδου, δείγμα σεβασμού και λατρείας στους νεκρούς προγόνους. Κατ΄αναλογία με τον τύμβο 2, άσκηση ταφικής λατρείας πιθανολογείται και στην περίπτωση του τύμβου 1, καθώς σε επαφή με τον περίβολο εντοπίσθηκαν δύο αγγεία της ΥΕΙΙΒ.


Ο αρχαιολογικός χώρος σήμερα
Στην περιοχή ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα λειτουργούσαν ασβεστοκάμινα, τα οποία παρήγαν ασβέστη είτε από το πέτρωμα του Λαπίθα («τρώγοντας» και καταστρέφοντας το βουνό) είτε από το έτοιμο και πρόσφορο αρχαίο οικοδομικό υλικό. Τα ασβεστοκάμινα είναι ακόμη ορατά στο λόφο του Κλειδιού, καθώς είχαν φτιαχτεί πολλά στους πρόποδές του.
Οι αρχαιότητες στο Κλειδί φαίνεται πως υπέστησαν καταστροφές και κατά τη διάρκεια κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής Πύργου- Κυπαρισσίας, οι οποίες έλαβαν χώρα το 1910.
Ο ανασκαφείς, υπό του Ν. Γιαλούρη, τύμβος έχει καταστραφεί και δεν εντοπίζεται ίχνος του. Το προϊστορικό νεκροταφείο που ανεσκάφη στις αρχές της δεκαετίας του ΄80 έχει στεγασθεί πρόχειρα με πλάκες από ελλενίτ, οι οποίες έχουν συμβάλει στην προστασία των αρχαίων. Επί της κορυφής του λόφου εντοπίζονται επιφανειακώς όστρακα της ΜΕΧ και της ΥΕΧ, συνεχίζεται όμως η καλλιέργεια του αγροκτήματος.
Το φθινόπωρο του 2007 και με την άδεια του ιδιοκτήτη, οι αρχαιολόγοι της Ζ΄ ΕΠΚΑ, πραγματοποίησαν δοκιμαστικές τομές στην κορυφή του λόφου, όπου σχηματίζεται μεγάλο πλάτωμα (μήκους 50- 60μ. και πλάτους 20μ.). Οι τομές απέφεραν άφθονη κεραμική της ύστερης ΜΕ και της πρώιμης ΥΕ.

Βιβλιογραφία και πηγές:
Νικολέντζος Κωνσταντίνος: "Μυκηναϊκή Ηλεία"
N. Γιαλούρη: Μυκηναϊκός τύμβος Σαμικού, Α.Δ.20 1965, Μελέτες
Ελένη Παπακωσταντίνου: Ανασκαφές στην θέση Κλειδί, Α.Δ.36 1981, Α.Δ.37 1982, Α.Δ.38 1983
Ιστότοπος: Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών
Επίσης:




Printfriendly