Βρεστός
Το Βρεστό βρίσκεται στους βόρειους πρόποδες του όρους Μίνθη σε υψόμετρο 579 μέτρων. Απέχει 41 χλμ. ΝΑ. από τα Κρέστενα και 21 χλμ. Δ.-ΒΔ. από την Ανδρίτσαινα.Αναφορές για τον οικισμό υπάρχουν πριν την περίοδο της Επανάστασης του 1821 ως Βρεστό ή Βραστό και καταγράφεται μεταξύ των χωριών και οικισμών που υπάγονταν στην τότε επαρχία Επαρχία Αρκαδιάς- Τμήμα Ζούρτσας.[1]
Το Βρεστό βρίσκεται μέσα σ΄ένα καταπράσινο τοπίο με πάρα πολλά νερά. Αναφέρονται πάρα πολλές πηγές, με κυριότερες την πηγή Μπούρα, που βρίσκεται μέσα στο χωριό και την πηγή της Παναγίτσας κοντά στον ομώνυμο Βυζαντινό ναό.[2]
Αρχαιολογικοί χώροι Βρεστού
Πέριξ του Βρεστού εντοπίζεται ένα σημαντικό αρχαιολογικό σύνολο. Στον γειτονικό λόφου Γαρδίκι υπάρχουν σημαντικά κατάλοιπα πόλεως που χρονολογείται από τα Προϊστορικά, Αρχαϊκά, Κλασσικά/ Ελληνιστικά μέχρι και τους Ρωμαϊκούς χρόνους.
Πολύ σημαντικά είναι και τα κατάλοιπα της Βυζαντινής εποχής. Υπάρχουν αρκετές Βυζαντινές εκκλησίες, με σημαντικότερες την Παναγία, του Αγίους Ταξιάρχες και τους Αγίους Αποστόλους, ενώ εντοπίζονται ίχνη αρκετά μεγάλης οικιστικής εγκατάστασης και νεκροταφείου των Βυζαντινών χρόνων.
Ναός Παναγίας
Σε απόσταση περίπου 900μ. ΒΔ από την ακρόπολη του Γαρδικίου, σε ευθεία γραμμή, υπάρχει η εκκλησία της Παναγίας.
Σχετικά με την θέση αυτή -αλλά και άλλες στην γύρω περιοχή- ο Αγησίλαος Α. Τσελάλης αναφέρει[3]: "Στη θέση «Παναγιά» καί σέ ἀπόσταση 15' ἀπό τήν τελευταία οἰκία τοῦ Βρεστοῦ, καί 20' ἀπό τίς ὄχθες τοῦ Διάγοντος (κτήμα Γ. Γεωργακοπούλου) είναι καταφανῆ ἐρείπια ἀρχαίου μεγάλου ναοῦ δωρικοῦ, περίπτερου.
Πολλά ἀπό τά λαξευτὰ ἀρχιτεκτονικά μέλη του είναι όρθια στις θέσεις τους καί ἄλλα στον περίγυρο. Στο σηκό τοῦ ἀρχαίου ναοῦ ἦταν κτισμένη βυζαντινή εκκλησία τῆς Παναγίας.
Στήν ἴδια θέση έκτισαν οἱ Βρεστοβίτες το 1880 νέα έκκλησία.
Στους τοίχους της είναι εντειχισμένοι ἀκέραιοι καί ἄθικτοι πολλοί λαξευμένοι λίθοι τοῦ ἀρχαίου ναοῦ καί στή θέση τῆς Αγίας Τραπέζης μικροί κιονίσκοι ἀπό πωρόλιθο.
Στα ὑπέρθυρα εἶναι ἐντοιχισμένα κομμάτια κιονοκράνων ἀπό κογχιλιάτη, πώρινο καί γρανίτη λίθο.
Από παληά παράδοση οἱ κάτοικοι ἐδῶ πιστεύουν ὅτι στο προαύλιο τῆς ἐκκλησίας εἶναι χωμένη ἀργυρή καμπάνα τοῦ παληοῦ βυζαντινοῦ ναοῦ τῆς Παναγίας.
Από πρόχειρη ἀνασκαφή ἀπεκαλύφθησαν στο προαύλιο τῆς νέας ἐκκλησίας τρεῖς συνεχόμενοι θολωτοί κτιστοί ὁμαδικοί τάφοι μέ ὀστᾶ καί κρανία τριάντα σκελετῶν.
Σε ἀπόσταση 500μ. ἀπό τή θέση αὐτή, στη θέση «Αγιο θανάσης» καί «Αγιοι Απόστολοι» εἶναι ἐρείπια ἀρχαίων οἰκοδομημάτων. Ἡ ἐπιμελημένη λάξευσις τῶν λίθων πού φαίνονται στο χώρο δείχνουν ὅτι ἐδῶ ἦσαν ἄλλοι ναοί.
Στο μικρό λόφο Αγιος Ηλίας, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν «Παναγία» εἶναι ἄλλα ἴχνη ἀρχαίου ναοῦ.
Ἐρείπια ἀρχαίων κτισμάτων εἶναι καί στις θέσεις Κλῆμα καί «Ζόρια», πρός τό χωριό Μυρώνεια (Μπάρτζελη).
Μέσα στο χωριό Βρεστό, μεταξύ τῶν σπιτιῶν τῶν Δ. Αδαμοπούλου καί Νικ. Αναστασοπούλου, εἶναι θαυμάσια πελεκημένοι λίθοι καί μέλη πολλά ἀρχαίου ναοῦ. Ἐδῶ ἦταν βυζαντινή ἐκκλησία «Άγιοι Ταξιάρχαι»
Στό λόφο Γαρδίκι ἤ Μειντάνι εἶναι ἐρείπια τῆς ἀκροπόλεως καί τῶν οἰκοδομημάτων τῆς ἀρχαίας πόλεως τῶν Τυπανέων.
Πολλά ἀρχαιολογικά ἀντικείμενα εὑρέθησαν στην περιοχή τοῦ Βρεστοῦ, εἰδώλια, ἀγγεῖα, ὄστρακα. Μερικά εἶναι στο μικρό τοπικό μουσεῖο τῆς Δημοσίας Βιβλιοθήκης Ανδριτσαίνης, (Συλλογή Αγησ. Τσέλαλη)."
Στην σημερινή του κατάσταση ο ναός της Παναγίας του 1880 έχει ανακαινισθεί και εσωτερικά έχει σοβατιστεί. Έτσι δεν μπορούν να διακριθούν τα εντοιχισμένα κιονόκρανα που περιγράφει ο Τσελάλης.
Ωστόσο στην εξωτερική πλευρά της εκκλησίας διακρίνονται πολλοί αρχαίοι δόμοι που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή της και που θα πρέπει να χρονολογηθούν στους Ελληνιστικούς/ Ρωμαϊκούς χρόνους.
Πολλοί τέτοιοι δόμοι βρίσκονται και πέριξ του ναού, όπου υπάρχουν και αρκετά αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη. Τα μέλη αυτά είναι μεγάλα και καλοδουλεμένα, ενώ σε αρκετά διακρίνονται εγκοπές για τη σύνδεσή τους με άλλα μέλη. Τα αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη στην εκκλησία της Παναγίας φαίνεται και αυτά να ανήκουν στους Ελληνιστικούς /Ρωμαϊκούς χρόνους. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι στην θέση του ναΐσκου της Παναγίας υπήρχε σημαντικό κτήριο στην αρχαιότητα, πιθανότατα Ναού.
Στην Β πλευρά της σύγχρονης εκκλησίας και σε απόσταση μερικών μέτρων, υπάρχουν τα υπολείμματα παλαιότερου Βυζαντινού ναού. Σώζεται τοίχος μήκους μερικών μέτρων, όπου ξεχωρίζει μια είσοδος όπου έχουν χρησιμοποιηθεί αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη ως παραστάδες. Επίσης στον τοίχο αυτό υπάρχει ένα μεγάλο αρχαίο αρχιτεκτονικό μέλος το οποίο θα πρέπει να ανήκε σε μια μεγάλη θύρα.
Σε ένα από τα αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη στον προαύλιο χώρο της εκκλησίας, υπάρχει χαραγμένος ένας σταυρός τύπου Μάλτας, ο οποίος φέρει σταγόνες στις απολήξεις των κεραιών του. Οι σταυροί του λεγόμενου τύπου Μάλτας οφείλουν το όνομά τους στο γεγονός ότι αποτέλεσαν κατά τον 15ο αιώνα το οικόσημο του τάγματος των Ιπποτών της Μάλτας. Ωστόσο χρησιμοποιούνταν στη βυζαντινή τέχνη ήδη από τον 8ο αιώνα και συχνά είχαν αποτροπαϊκό χαρακτήρα.[4]
Πολύ σημαντικά είναι δύο σωζόμενα αποτμήματα μαρμάρινων γλυπτών που ανήκαν στον Βυζαντινό ναό. Το ένα φαίνεται να είναι μικρό κιονόκρανο με διακόσμηση σταυρού τύπου Μάλτας και το άλλο είναι τμήμα μικρού ραβδωτού κιονίσκου. Τα μαρμάρινα αυτά γλυπτά θα πρέπει να προέρχονται από το εσωτερικό του ναού, πιθανόν να ανήκαν στο τέμπλο, και σε κάθε περίπτωση καταδεικνύουν ότι ο ναός ήταν αρκετά σημαντικός.
Μπροστά από την είσοδο του σύγχρονου ναού σώζονται οι τρείς αψιδωτοί τάφοι που αναφέρει ο Τσελάλης. Η αναφορά "ὁμαδικοί τάφοι μέ ὀστᾶ καί κρανία τριάντα σκελετῶν" θα μπορούσε να συνδέεται με την αναφορά στην τοπική παράδοση για την καταστροφή του Βυζαντινού ναού από τον Ιμπραήμ και την σφαγή πολλών μοναχών. Η τοπική παράδοση επίσης αναφέρει ότι στον Βυζαντινό ναό της Παναγίας υπήρχε μοναστήρι ή μοναστική κοινότητα.
Πέριξ του ναού υπάρχουν πολλά αρχιτεκτονικά μέλη αλλά και μεσαιωνικά κεραμικά αποτμήματα. Μεταξύ των κεραμικών υπάρχουν πολλά καλής ποιότητας αποτμήματα αγγείων και πλακιδίων.
Ωστόσο στην εξωτερική πλευρά της εκκλησίας διακρίνονται πολλοί αρχαίοι δόμοι που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή της και που θα πρέπει να χρονολογηθούν στους Ελληνιστικούς/ Ρωμαϊκούς χρόνους.
Πολλοί τέτοιοι δόμοι βρίσκονται και πέριξ του ναού, όπου υπάρχουν και αρκετά αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη. Τα μέλη αυτά είναι μεγάλα και καλοδουλεμένα, ενώ σε αρκετά διακρίνονται εγκοπές για τη σύνδεσή τους με άλλα μέλη. Τα αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη στην εκκλησία της Παναγίας φαίνεται και αυτά να ανήκουν στους Ελληνιστικούς /Ρωμαϊκούς χρόνους. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι στην θέση του ναΐσκου της Παναγίας υπήρχε σημαντικό κτήριο στην αρχαιότητα, πιθανότατα Ναού.
Στην Β πλευρά της σύγχρονης εκκλησίας και σε απόσταση μερικών μέτρων, υπάρχουν τα υπολείμματα παλαιότερου Βυζαντινού ναού. Σώζεται τοίχος μήκους μερικών μέτρων, όπου ξεχωρίζει μια είσοδος όπου έχουν χρησιμοποιηθεί αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη ως παραστάδες. Επίσης στον τοίχο αυτό υπάρχει ένα μεγάλο αρχαίο αρχιτεκτονικό μέλος το οποίο θα πρέπει να ανήκε σε μια μεγάλη θύρα.
Σε ένα από τα αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη στον προαύλιο χώρο της εκκλησίας, υπάρχει χαραγμένος ένας σταυρός τύπου Μάλτας, ο οποίος φέρει σταγόνες στις απολήξεις των κεραιών του. Οι σταυροί του λεγόμενου τύπου Μάλτας οφείλουν το όνομά τους στο γεγονός ότι αποτέλεσαν κατά τον 15ο αιώνα το οικόσημο του τάγματος των Ιπποτών της Μάλτας. Ωστόσο χρησιμοποιούνταν στη βυζαντινή τέχνη ήδη από τον 8ο αιώνα και συχνά είχαν αποτροπαϊκό χαρακτήρα.[4]
Πολύ σημαντικά είναι δύο σωζόμενα αποτμήματα μαρμάρινων γλυπτών που ανήκαν στον Βυζαντινό ναό. Το ένα φαίνεται να είναι μικρό κιονόκρανο με διακόσμηση σταυρού τύπου Μάλτας και το άλλο είναι τμήμα μικρού ραβδωτού κιονίσκου. Τα μαρμάρινα αυτά γλυπτά θα πρέπει να προέρχονται από το εσωτερικό του ναού, πιθανόν να ανήκαν στο τέμπλο, και σε κάθε περίπτωση καταδεικνύουν ότι ο ναός ήταν αρκετά σημαντικός.
Μπροστά από την είσοδο του σύγχρονου ναού σώζονται οι τρείς αψιδωτοί τάφοι που αναφέρει ο Τσελάλης. Η αναφορά "ὁμαδικοί τάφοι μέ ὀστᾶ καί κρανία τριάντα σκελετῶν" θα μπορούσε να συνδέεται με την αναφορά στην τοπική παράδοση για την καταστροφή του Βυζαντινού ναού από τον Ιμπραήμ και την σφαγή πολλών μοναχών. Η τοπική παράδοση επίσης αναφέρει ότι στον Βυζαντινό ναό της Παναγίας υπήρχε μοναστήρι ή μοναστική κοινότητα.
Πέριξ του ναού υπάρχουν πολλά αρχιτεκτονικά μέλη αλλά και μεσαιωνικά κεραμικά αποτμήματα. Μεταξύ των κεραμικών υπάρχουν πολλά καλής ποιότητας αποτμήματα αγγείων και πλακιδίων.
Σε κοντινή απόσταση, στα 300μ. ΝΔ, από τον ναό της Παναγίας υπάρχει ο ναός των αγίων Αποστόλων. Πρόκειται για έναν μικρό ναό 4μ. Χ 6μ. περίπου, που το εσωτερικό του έχει αψιδωτή κατασκευή. Οι τοίχοι του ναού έχουν κατασκευαστεί με πέτρες και κονίαμα με προσθήκη κεραμικών αποτμημάτων. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά ίσως υποδεικνύουν Φράγκικη αρχιτεκτονική επιρροή.
Μια αρχαία επιγραφή που βρέθηκε κοντά στον ναό τοων Αγίων αποστόλων χρονολογείται γύρω στον -2ο αιώνα.[5]
Μια αρχαία επιγραφή που βρέθηκε κοντά στον ναό τοων Αγίων αποστόλων χρονολογείται γύρω στον -2ο αιώνα.[5]
Βυζαντινός Οικισμός
Αμέσως στα Α της εκκλησίας της Παναγίας υπάρχουν αρκετά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα αλλά και κεραμικά αποτμήματα που φαίνεται να είναι μεσαιωνικά. Αλλά και πέριξ του ναού και σε αρκετά μεγάλη απόσταση η συγκέντρωση κεραμικής είναι μεγάλη. Η ίδια εικόνα παρατηρείτε μέχρι και τον ναό των Αγίων Αποστόλων, όπου επίσης παρατηρούνται αρκετά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα και κεραμικά αποτμήματα.
Κοντά στον ναό της Παναγίτσας στα Δ υπάρχει η ομώνυμη πηγή. Στην πηγή αυτή, μία από τις πάρα πολλές στην περιοχή, υπάρχουν κατάλοιπα παλαιάς κατασκευής που φαίνεται να διοχέτευε το νερό. Στην πηγή έχουν βρεθεί και μεγάλα κεραμικοί, αλλά και λίθινοι αγωγοί, σχήματος Π. Η χρονολόγηση των αγωγών αυτών φαντάζει δύσκολη, ίσως να είναι των Ελληνιστικών/ Ρωμαϊκών χρόνων, ίσως της Βυζαντινής εποχής. Αξίζει να σημειωθεί ότι παρόμοιοι αγωγοί έχουν βρεθεί και πάνω από το σύγχρονο χωριό του Βρεστού, και προφανώς ήταν μέρος υδρευτικού δικτύου προς την αρχαία ακρόπολη του Γαρδικίου.
Ο αρχαιολόγος E. Meyer, ο οποίος έκανε επιφανειακές έρευνες στην περιοχή του Βρεστού στα 1954, αναφέρει ότι ανάμεσα στα διάφορα νομίσματα που είδε συμπεριλαμβάνονται και νομίσματα της Βυζαντινής εποχής.[6]
Η συνολική έκταση των μεσαιωνικών καταλοίπων στην περιοχή των Βυζαντινών ναών Παναγίτσας και Αγίων Αποστόλων φτάνει σε έκταση τις αρκετές δεκάδες στρέμματα, καταδεικνύοντας έτσι ότι στην περιοχή αυτή υπήρχε μια μεγάλη οικιστική εγκατάσταση των Βυζαντινών χρόνων.
Άγιοι Ταξιάρχες
Στις ΝΔ παρυφές της ακρόπολης του Γαρδικίου εντοπίζεται ο Βυζαντινός ναός των Αγίων Ταξιαρχών. Πρόκειται για ένα μικρό ναό από τον οποίον σώζονται μόνο κάποια μεγάλα αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή του και που προέρχονται προφανώς από την ακρόπολη.
Η είσοδος είναι στα Α και έχουν χρησιμοποιηθεί δύο αρχαία μέλη ως παραστάδες, όπως στην περίπτωση του Βυζανινού ναού της Παναγίας.
Δίπλα από τον ναΐσκο εντοπίστηκαν τάφοι της Βυζαντινής εποχής[7]: "Το 2011 στη θέση «Άγιοι Ταξιάρχες» αποκαλύφθηκε κατεστραμμένο και συλημένο ταφικό μνημείο. Εντός των ταφικών θηκών υπήρχε ταφή με κατεύθυνση από ανατολή προς δύση, συνοδευόμενη από χάλκινο δαχτυλίδι, του 12ου αι. Στη δυτική πλευρά του ταφικού μνημείου αποκαλύφθηκαν τρεις συλημένοι κιβωτιόσχημοι τάφοι."
Άγιος Ηλίας
Στον λόφο του Αγίου Ηλία, Α της Παναγίας, αναφέρονται αρχαιολογικά κατάλοιπα. Ο Τσελάλης αναφέρει "ἴχνη ἀρχαίου ναοῦ", ενώ σύμφωνα με την τοπική προφορική παράδοση, ο ναός χαρακτηρίζεται βυζαντινός. Ωστόσο η πρόσβαση στο σημείο είναι δύσκολη και προς το παρόν δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες για την θέση.
Άγιος Παντελεήμων και Νεκροταφείο
Στο ύψος του κεντρικού δρόμου που περνάει από την ακρόπολη του Γαρδικίου προς το χωριό του Βρεστού έχουν βρεθεί κτιστοί θηκοειδείς τάφοι[8]:
"Κατά τη διαπλάτυνση του επαρχιακού δρόμου Βρεστού- Ανδρίτσαινας, που περνά από το χωριό Κορμπά Χάνια, στη δεξιά πλευρά για τον ερχόμενο από Βρεστό και σε απόσταση 1 χλμ. περίπου από το χωριό, στη θέση Γαρδίκι, βρέθηκε μισοκατεστραμμένος κτιστός θηκοειδής τάφος, πλ. 0,45μ. και μήκ. 1,90μ., που περιείχε ακτέριστη «εκτάδην» ταφή καλά διατηρημένη και με το κρανίο προς τα νότια.
Ο τάφος βρίσκεται σε απόσταση 7μ. περίπου και ανατολικά δύο άλλων όμοιων τάφων, που είχαν ερευνηθεί από την Εφορεία Αρχαιοτήτων το 1980, και σε επίπεδο 1μ. περίπου χαμηλότερα από αυτούς. Οι μακρές πλευρές του είναι χτισμένες από τρεις σειρές πλακωτών ακατέργαστων λίθων, ενώ η βόρεια στενή πλευρά του φραζόταν από πλακοειδή ακατέργαστο πωρόλιθο. Η νότια στενή πλευρά βρέθηκε λαξευμένη στο φυσικό πορώδες πέτρωμα της περιοχής. Η οροφή του τάφου αποτελούνταν από πέντε ορθογώνιες πωροπλίνθους."
Ωστόσο δεν δίνετε χρονολόγηση για τους τάφους αυτούς και δεν γνωρίζουμε αν ανήκουν στα Ελληνιστικά/ Ρωμαϊκά χρόνια ή στην Βυζαντινή εποχή.Προς τα Β και σε απόσταση περίπου 250μ. εντοπίζονται τα ερείπια του Άγιου Παντελεήμωνα.[9] Ορισμένες προφορικές παραδόσεις τον εντάσσουν στην ίδια περίοδο με άλλους βυζαντινούς ναούς της περιοχής, ενώ άλλες υποστηρίζουν πως πρόκειται για μεταγενέστερο οικοδόμημα. Ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατόν να επιβεβαιωθεί με βεβαιότητα η βυζαντινή του προέλευση.
Το μόνο αδιαμφισβήτητο στοιχείο είναι ο ταφικός χαρακτήρας του μνημείου. Σύμφωνα με μαρτυρίες παλαιότερων γενεών, έχουν εντοπιστεί ταφές τόσο σε άμεση γειτνίαση με την εκκλησία όσο και σε ευρύτερη ακτίνα γύρω από αυτήν, γεγονός που υποδηλώνει τη χρήση του χώρου ως νεκροταφείου. Σήμερα, διατηρούνται μόνο τα θεμέλια του ναού. Η εκκλησία είναι εύκολα ορατή και προσβάσιμη, καθώς βρίσκεται ακριβώς δίπλα στο αγροτικό οδικό δίκτυο του χωριού.
Βλέπουμε λοιπόν ότι στους Β πρόποδες του λόφου της ακροπόλεως του Γαρδικίου έχουν εντοπιστεί πολλοί τάφοι, οι περισσότεροι από του οποίους φαίνονται να είναι σχετικά απλοί θηκοειδείς. Δεν γνωρίζουμε την χρονολόγησή τους αλλά πολλοί από αυτοί πιθανόν να είναι της Βυζαντινής εποχής Στην περίπτωση αυτή φαίνεται πιθανό ότι το νεκροταφείο της Βυζαντινής οικιστικής εγκατάστασης στην περιοχή των ναών Παναγίας/ Αγίων Αποστόλων βρισκόταν στην θέση του Άγιου Παντελεήμων, 900μ. περίπου στα Α, στους πρόποδες του λόφου του Γαρδικίου.
Συμπεράσματα
Το Βρεστό βρίσκεται στην Α πλευρά της Τριφυλίας σε απόμερο και ασφαλές σημείο. Βρίσκεται αρκετά ψηλά, 550μ. περίπου, και εποπτεύει την μικρή κοιλάδα της Τσεμπερούλας, ενώ στο χωριό εντοπίζονται πάρα πολλές πηγές με άφθονα νερά.
Για τους παραπάνω λόγους η περιοχή του Βρεστού κατοικήθηκε διαχρονικά. Στον λόφο του Γαρδικίου υπήρχε εγκατάσταση από τα Προϊστορικά χρόνια και οχύρωση με ισχυρά Κυκλώπεια τείχη. Η πόλη συνέχισε να υπάρχει και στους Αρχαϊκούς χρόνος και ήταν μεγάλη σε έκταση με ισχυρά τείχη. Η πόλη συνεχίζει να υπάρχει στους Κλασσικούς/ Ελληνιστικούς/Ρωμαϊκούς χρόνους. Την εποχή αυτή η πόλη έχει έκταση περίπου 100 στρέμματα, έχει αγορά και δημόσια κτήρια, ενώ κτίζονται ισχυρά τείχη με αμυντικούς πύργους.[10]
Η κατοίκηση στην περιοχή του Βρεστού συνεχίστηκε και στα πρώιμα Βυζαντινά χρόνια, ενώ γύρω στον 11ο/ 12ο αι. αναπτύσσεται μιά σημαντική οικιστική εγκατάσταση, στην περιοχή γύρω από την Βυζαντινή εκκλησία της Παναγίας.
Η κατοίκηση στην περιοχή του Βρεστού συνεχίστηκε και στα πρώιμα Βυζαντινά χρόνια, ενώ γύρω στον 11ο/ 12ο αι. αναπτύσσεται μιά σημαντική οικιστική εγκατάσταση, στην περιοχή γύρω από την Βυζαντινή εκκλησία της Παναγίας.
"Αριστομένης ο Μεσσήνιος"
[1] «Βρεστόν», Το οικιστικό δίκτυο της Πελοποννήσου στα χρόνια της Επανάστασης, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών / Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα 2021, https://www.settlements-peloponnese1821.eu/map-app/map.php?s=3081, (ημερομηνία πρόσβασης 17/10/2025)
[2] Ιστότοπος Βρεστό (online)
[3] Αγησίλαος Α. Τσελάλης: Ολυμπιακά, Ιστορία- Αρχαιολογία- Λαογραφία- Τέχνη και Ζωή της Ολυμπίας. 1952- 4
[4] Αλεξάνδρα Β. Καραγιάννη: "Ο σταυρός στη βυζαντινή μνημειακή ζωγραφική. Η λειτουργία και το
δογματικό του περιεχόμενο." Σελ: 395
[5] "Αριστομένης ο Μεσσήνιος": Βρεστό: Μιά άγνωστη πόλη της αρχαίας Τριφυλίας (online)
[6] E. Meyer, Neue peloponnesische Wanderungen (Bern, 1957).
[7]Ενημερωτικό φυλλάδιο για το έργον της Ζ΄ ΕΠΚΑ για τα έτη 2010 και 2011.
[8] Αρχαιολογικό Δελτίο 39. 1984, σελ. 78
[10] "Αριστομένης ο Μεσσήνιος": Βρεστό. Η Ακρόπολη του Γαρδικίου (online)









